Πλήρης αποτίμηση της γεωστρατηγικής εικόνας από το Ναύαρχο Τσαϊλά: Για να μην παραχωρήσουμε τίποτα στην Τουρκία, η αποτροπή να είναι πραγματική κι ισχυρή


Οι καιροί είναι πονηροί και τα δεδομένα αλλάζουν με αξιοσημείωτη πολλές φορές ταχύτητα. Δεδομένης της τουρκικής προκλητικότητας στην περιοχή και της συμφωνίας της Άγκυρας με την κυβέρνηση της Τρίπολης στη Λιβύη, δεν έχουμε εστιάσει επαρκώς στο λεγόμενο πρώτο μνημόνιο στρατιωτικής συνεργασίας. Σε αυτή μας την απόπειρα θα μας βοηθήσει ένας άνθρωπος ο οποίος πολλές φορές εκφράζει ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης και έχει υπηρετήσει την πατρίδα ως αξιωματικός του Π.Ν. Ο ίδιος παρεμβαίνει συχνά στα θέματα της επικαιρότητας, οι τοποθετήσεις του αναρτώνται και στη Freepen.gr και ξεχωριστή χαρά να έχουμε μαζί μας τον Υποναύαρχο (ε.α) Δημήτρη Τσαϊλά ΠΝ* ο οποίος απαντά στις ερωτήσεις του αρθρογράφου μας, Στ. Μαζίδη.

- Ναύαρχε το πρώτο σκέλος της συμφωνίας που αφορά στην στρατιωτική συνεργασία καθώς επίσης σε θέματα ασφαλείας των δυο χωρών έχει περάσει σχετικά "απαρατήρητο" από την επικαιρότητα;

Πράγματι στις αναλύσεις που ακολούθησαν μετά τη συμφωνία που περιγράφετε στο ερώτημά σας, δεν έχει δοθεί η δέουσα προσοχή στο σκέλος της στρατιωτικής συνεργασίας. Εστιάζουμε οι περισσότεροι την οικοδόμηση εξελιγμένων στρατιωτικών δυνατοτήτων της Τουρκίας, παραβλέποντας ότι έχει αξιοποιήσει τις ασυμμετρίες που απορρέουν από τις διαφορετικές κυβερνητικές και πολιτικές αντιδράσεις στην περιοχή, τα επιχειρηματικά σχέδια των ισχυρών παικτών και φυσικά την κατανόηση των αιτιών του πολέμου. Με αυτή τη συμφωνία, επιβεβαιώνει η Τουρκία, ό, τι αποκτά εξωτερική νομιμοποίηση, τοποθετώντας μια ποικιλόμορφη ομάδα τουρκικής παραστρατιωτικής οργάνωσης να επιχειρεί ήδη με τις δυνάμεις της κυβέρνησης της Τρίπολης στη Λιβύη και είναι διατεθειμένη να δεχτεί τριβές αποστέλλοντας στρατιωτική βοήθεια αλλά και εθνικές της δυνάμεις, στην επιδίωξη ενός πιο εκτεταμένου συνόλου στρατιωτικών, οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων.

- Τι θα μπορούσε να σημάνει αυτό πρακτικά στο θαλάσσιο τομέα σε συνδυασμό και με το δεύτερο μνημόνιο οριοθέτησης των θαλασσίων περιοχών; Τι είναι δηλαδή εκείνο που πλέον θα μπορούμε να δούμε στην περιοχή με την Άγκυρα να επικαλείται αυτήν την οποία παράνομη κι άκυρη συμφωνία;

Η υπογραφή της συμφωνίας για την θαλάσσια οριοθέτηση μεταξύ της Τουρκίας και της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNA) στην Τρίπολη, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Fayez al-Sarraj, έχει προκαλέσει ανησυχίες σε πολλές χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Η συμφωνία θα επηρεάσει αρνητικά τις σχέσεις της Τουρκίας όχι μόνο με την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Θέτουν νέες προκλήσεις στα ήδη αμφισβητήσιμα σχέδια για τον αγωγό EastMed, προσπαθώντας να αυξήσουν τα ποσοστά συμμετοχής με εξωτερικούς παράγοντες που εμπλέκονται στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης. Αυτές οι ενέργειες πιθανόν να παρατείνουν τη σύγκρουση εκεί. Μπορεί, ωστόσο, να δούμε αποτέλεσμα που να γυρίσουν μπούμερανγκ στην προοπτική της Άγκυρας, καθώς ενισχύει την αποφασιστικότητα της Αιγύπτου να γίνει ενεργειακός κόμβος για την περιοχή και είναι ενδεικτικές οι ανησυχίες και ο εκνευρισμός των Ρώσων αλλά και των Αμερικανών, αντίστοιχα.

- Εσείς ποιο πιστεύετε κατά την εκτίμησή σας πως θα είναι το επόμενο βήμα της Τουρκίας στην περιοχή για να δείξει πως η Συμφωνία αρχίζει να παράγει αποτελέσματα;

Τρεις βασικοί παράγοντες βοηθούν να εξηγηθεί το κίνητρο και το χρονοδιάγραμμα για το επόμενο βήμα της Τουρκίας. Ο πρώτος είναι η μακρόχρονη αντίρρηση της Τουρκίας έναντι της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) του 1982, η οποία (μαζί με το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες) αρνήθηκε να επικυρώσει. Δεδομένης της γεωγραφικής εγγύτητας μεταξύ Τουρκίας, ελληνικών νησιών και Κύπρου, η εφαρμογή των αρχών της UNCLOS περιορίζει το πεδίο εφαρμογής της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) και της υφαλοκρηπίδας της Τουρκίας. Η Τουρκία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές ενέργειας και έτσι οι αντιρρήσεις της σε ορισμένες από τις αρχές της UNCLOS έχουν εντατικοποιηθεί με βάση τα ευρήματα φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο τα τελευταία χρόνια.

Το δεύτερο είναι η απογοήτευση της Άγκυρας με τις τριμερείς αμυντικές συμφωνίες που επικυρώθηκαν από τους γείτονές της (Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ και Ελλάδα-Κύπρος-Αίγυπτος) τα τελευταία χρόνια. Επίσης οι συμφωνίες οριοθέτησης της ΑΟΖ της Δημοκρατίας της Κύπρου με την Αίγυπτο το 2003, τον Λίβανο το 2007 και το Ισραήλ το 2010 οι οποίες θεωρήθηκαν “ανήθικες” για τα τουρκικά συμφέροντα στην περιοχή. Γενικότερα, η Άγκυρα βλέπει την εξελισσόμενη συνεργασία μεταξύ Ισραήλ, Αιγύπτου, Ελλάδας και Κύπρου, όπως αντικατοπτρίστηκε και με την ίδρυση Φόρουμ φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο (EGMF) ως προσπάθεια απομόνωσης της Τουρκίας. Η υποστήριξη της Ουάσινγκτον σε αυτές τις συμφωνίες η υπογραφή για έναρξη του σχεδίου του αγωγού EastMed και η απόφαση για άρση του εμπάργκο όπλων στην Κύπρο έχει προσθέσει επιπλέον ανησυχίες στην Άγκυρα.

Ο τρίτος παράγοντας είναι η αλαζονεία και η καταπάτηση του Διεθνούς Δικαίου της Τουρκίας στην άμεση γειτονιά της, μια τάση που αποδεικνύεται από τις τρεις στρατιωτικές επιχειρήσεις που διεξήγαγε η Άγκυρα στη βόρεια Συρία από το 2016 μέχρι σήμερα και από την απόφαση της Τουρκίας τελευταία να στείλει πλοία γεώτρησης συνοδευόμενα από πλοία του στόλου στην ΑΟΖ της Κύπρου, την οποία η Τουρκία αμφισβητεί ενόψει της συνεχιζόμενης διένεξης με την Κύπρο.
Οπότε από τη μέχρι τώρα συμπεριφορά της Τουρκίας εκτιμάται ότι στις αρχές του νέου έτους θα υλοποιήσει την απειλή να στείλει πλοίο ερευνών, όπως άλλωστε το έχει ανακοινώσει, στην περιοχή νότια της Κρήτης αδιαφορώντας για τη νομιμότητα αφού θεωρεί ότι της ανήκει.

- Ποια νομίζετε ότι πρέπει να είναι η στάση της χώρας μας;

Από την πλευρά μας πρέπει να προσπαθήσουμε έντονα δια της διπλωματικής οδού να ανατρέψουμε το ζήτημα της θεωρούμενης νομιμότητάς του συμφώνου, το οποίο παραμένει υπό αμφισβήτηση, δεδομένου ότι η εν λόγω κυβέρνηση της Λιβύης ασκεί έλεγχο μόνο σε ένα μικρό τμήμα της λιβυκής επικράτειας. Η συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης έχει τρεις κύριες συνέπειες, τις οποίες χρειάζεται να επισημαίνουμε. Αυτές αφορούν τις διμερείς σχέσεις της Τουρκίας με όλες τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, τη σκοπιμότητα της κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο (EastMed) και τον παρατεταμένο εμφύλιο πόλεμο στη Λιβύη. Οπότε η επικέντρωση μας είναι να προβάλουμε σε όλα τα διεθνή φόρα αυτές τις συνέπειες που αποτελούν πρόκληση για τις ήδη τεταμένες σχέσεις Τουρκίας-Ελλάδας, εξηγώντας ξεκάθαρα την αυξημένη αίσθηση ανησυχίας ότι η στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ μας θα μπορούσε να εκραγεί και ό, τι η συμφωνία προσθέτει νέους τομείς διαφωνίας και πιθανές συγκρούσεις στην ήδη τεταμένη σχέση μας. Επίσης βλέπουμε ότι η Κύπρος έχει πληγεί περισσότερο από την αυξανόμενη ένταση της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και οι τουρκικές ενέργειες ενδέχεται τώρα να μειώσουν την όρεξη των ξένων εταιρειών να συμμετάσχουν περαιτέρω στις εξελίξεις σχετικά με τα ευρήματα φυσικού αερίου στην περιοχή της Κύπρου, λόγω της επικρατούσας αστάθειας. Οπότε, είναι πιθανό οι τουρκικές κινήσεις να δώσουν επείγοντα ρόλο στην ανανέωση των συνομιλιών σχετικά με μια πολιτική λύση στην Κύπρο, παρόλο που οι δυσκολίες που προκάλεσαν τους αποτυχημένους γύρους διαπραγματεύσεων παραμένουν.
Ενώ θα δίδεται η διπλωματική μάχη, μια κοινή στρατιωτική δράση με συμμάχους στην περιοχή μπορεί και πρέπει να ανταγωνιστεί τις τουρκικές απειλές με συνεχή και ισχυρή αεροναυτική παρουσία. Μόλις πριν λίγες ημέρες, η Αίγυπτος-Ελλάδα-Κύπρος διεξήγαγαν την κοινή στρατιωτική άσκηση Μέδουσα στην Ανατολική Μεσόγειο, η οποία είχε ως στόχο να ενισχύσει τη συνεργασία σε θέματα προκλήσεων στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας που προέρχονται κυρίως από την Τουρκία. Βέβαια πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι θα δυσκολευτούμε να εξισορροπήσουμε την κάθε ασυμμετρία που έχει παρουσιαστεί, αλλά η από κοινού διπλωματική και στρατιωτική δράση σίγουρα μπορεί να αμβλύνει την τουρκική αλαζονεία.

- Υπάρχει μια άποψη η οποία υποστηρίζει ότι η Ελλάδα πρέπει με στοχευμένες κινήσεις να γυρίσει τους όρους του παιχνιδιού και να μην αφήνει στην Άγκυρα την πρωτοβουλία. Εσείς τι άποψη έχετε; Αλλά και ποιες θα μπορούσαν να είναι αυτές οι πρωτοβουλίες;

Είναι σαφές, από τις αρχές του πολέμου, πως δεν πρέπει να επιτρέπουμε στον εχθρό να μας οδηγήσει μέσω της εξαπάτησης ή της χειραγώγησης. Αντίθετα, συνεχώς χρειάζεται να επιδιώκουμε να διατηρήσουμε την πρωτοβουλία των κινήσεων και να αναγκάσουμε τον εχθρό να αντιδράσει στις δικές μας ενέργειες. Αναγνωρίζοντας, κατ’ αρχάς, πως οι αντιδράσεις στην Αίγυπτο από τη συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης ήταν επίσης αρνητικές. Δεύτερον, οι σχέσεις Αιγύπτου-Τουρκίας ήταν ήδη τεταμένες και η συμφωνία προκάλεσε προειδοποιήσεις πως το Κάιρο δεν θα παραμείνει σιωπηλό ενόψει της αυξανόμενης τουρκικής επιρροής στη Λιβύη. Και τρίτον, η Αίγυπτος τόνισε ότι η συμφωνία της Τουρκίας-Λιβύης είναι μια απαράδεκτη παρέμβαση στις υποθέσεις των αράβων, και ως τέτοια ενέργεια απαιτεί μια απάντηση από τον Αραβικό Σύνδεσμο. Από αυτή την άποψη, μια παρέμβαση της Αιγύπτου πρέπει να υποστηριχτεί από εμάς με κάθε μέσον.
Επίσης για την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η συμφωνία δεν αποτελεί μόνο παραβίαση της UNCLOS και προηγούμενων αντιλήψεων μεταξύ αντίπαλων λιβυκών κομμάτων, αλλά αντανακλά και την ευρύτερη περιφερειακή πάλη μεταξύ υπερασπιστών και αντιπάλων του πολιτικού Ισλάμ. Επομένως είναι μια πρώτη ευκαιρία, η Ελλάδα να ζητήσει να γίνει παρατηρητής (όπως η Ορθόδοξη Ρωσία) στον Οργανισμό της Ισλαμικής Συνδιάσκεψης, εκπροσωπώντας την ελληνική μουσουλμανική μειονότητα (σύμφωνα με το ελληνικό σύνταγμα). Άλλωστε ο Οργανισμός αυτός κάποτε ήταν πεδίο διαμάχης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ιδίως το 1983 για το Κυπριακό. Πιστεύω ότι η Ελλάδα θα είχε πολλά να κερδίσει. Κατ’ αρχήν να προβάλλουμε τα εθνικά μας ζητήματα και να δημιουργήσουμε στενές συνεργασίες με τον ισλαμικό κόσμο. Η δύσκολη εμπειρία του μνημονίου Τουρκίας - Λιβύης και το άνοιγμα προς τη Σαουδική Αραβία, τα Αραβικά Εμιράτα άλλα και με άλλα κράτη είναι ενδεικτικό γιατί η Ελλάδα θα έπρεπε να ήταν παρατηρητής.

- Βρισκόμαστε μπροστά σε μια εξελισσόμενη προσπάθεια της Τουρκίας ενός γενικότερου αναθεωρητισμού αποβλέποντας σε μια "οθωμανική" αναδιάταξη της ευρύτερης περιοχής μας;


Είναι προφανές ότι σκοπός της Άγκυρας είναι η μετατόπισή της σε περιφερειακή ναυτική δύναμη με ικανότητα να συνδέσει την ανατολική Μεσόγειο, το Αιγαίο και τη Μαύρη Θάλασσα αποβλέποντας σε αυτό που αναφέρεστε ως γενικότερου αναθεωρητισμού. Επίσης, με τη συνεργασία της Ρωσίας, επιχειρεί να ξεπεράσει τον συνασπισμό των κρατών που διενεργούν έρευνες για πηγές ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο και να αντιμετωπίσει την πίεση που αντιμετωπίζει στη Μαύρη Θάλασσα. Η τουρκική επιδίωξη και οι προθέσεις τους έχουν γίνει γενικά κατανοητές, τουλάχιστον στο στρατιωτικό τομέα αλλά και στον τομέα της ασφάλειας. Η νοοτροπία της Τουρκίας όσον αφορά την πολιτική ασφάλειας είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος όπου ο στόχος είναι πάντοτε να κερδίζει, με την υποκείμενη σκέψη να βασίζεται σε μια αντίληψη μιας συνεχούς τρέχουσας κατάστασης πολέμου. Έτσι, τα σύνορα μεταξύ του πολέμου και της ειρήνης δεν ακολουθούν το διεθνές δίκαιο. Ως εκ τούτου, η γκρίζα περιοχή μεταξύ πολέμου και ειρήνης έχει γίνει ουσιαστικά μεγαλύτερη, δημιουργώντας έναν κενό χώρο που χρειάζεται να ξεδιαλύνει. Εν ολίγοις, η σκέψη σχετικά με το περιβάλλον ασφάλειας είναι ώριμη για μια «προσπάθεια» που θα βοηθήσει να κατανοηθεί η κατάσταση. Διακρίνουμε, πως αυτή η κατάσταση δεν είναι τόσο καινούργια, ούτε μοναδική, αλλά έφτασε και συνέβαλε αναμφίβολα στην τρέχουσα κατανόηση των σημερινών απειλών.

Επιτρέψτε μου σε αυτό το σημείο να θυμηθούμε τον κλασσικό της τέχνης του πολέμου Κλαούζεβιτς, ο οποίος περιγράφει στην περίφημη εξίσωση του, το "μέγεθος του κόστους" ως το ποσοστό με το οποίο οι ηγέτες δαπανούν τους διπλωματικούς, οικονομικούς και στρατιωτικούς πόρους για τους πολιτικούς τους σκοπούς, και τη "χρονική διάρκεια" δηλαδή πόσο καιρό θα προβαίνουμε σε δαπάνες. (Κόστος) x (χρόνο) = η συνολική τιμή του διακυβεύματος. Εδώ είναι η παγίδα, αν ο σκοπός περιλαμβάνει την ανασύνταξη αποβλέποντας σε μια "οθωμανική" αναδιάταξη της ευρύτερης περιοχής μας, και αν οι υποτιθέμενοι νικητές θέλουν η νέα διάταξη να είναι μακράς διαρκείας, η διάρκεια της προσπάθειας είναι άπειρη εξ ορισμού. Για να έχει νόημα η εξίσωση του Κλαούζεβιτς, έπρεπε να θέσουν χαμηλότερους στόχους. Και θα έπρεπε να κρατήσουν το μέγεθος των δαπανών σε μέτρια κατάσταση. Τότε τα πράγματα μπορούσαν να λειτουργούσαν σε μακρύτερη διάρκεια και καλύτερα. Εξετάζοντας λοιπόν αυτές τις παραμέτρους διαφαίνεται ότι η περίπτωση ενός σύντομου αλλά βίαιου πολέμου, είναι η επιθυμία των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων για την επιδίωξη των μέγιστων οφελών.

- Ναύαρχε κανείς δεν μπορεί να πει πως εκπλήσσεται με όσα διαδραματίζονται. Υπό το πρίσμα αυτό πως χαρακτηρίζει κανείς την εγκατάλειψη της ενίσχυσης των ΕΔ μπροστά στις από χρόνια διαφαινόμενες εξελίξεις;

Στην Ελλάδα έχουμε δείξει ότι είμαστε πάρα πολύ αργοί στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων και δυσκίνητοι για να ανταποκριθούμε στις σύγχρονες απειλές, κυρίως λόγω του αδύνατου θεσμικού πλαισίου. Η διεξαγωγή ενός πιθανού πολέμου, εκτιμάται ότι θα γίνει αστραπιαία με τις νέες τεχνολογίες που εμφανίζονται, σε ένα θέατρο επιχειρήσεων που θα αναπτυχθεί στον αέρα, τη θάλασσα, το έδαφος, τον κυβερνοχώρο και το διάστημα, αξιοποιώντας τις πληροφορίες και τις αντιπληροφορίες. Οι αντίπαλοί μας, Τούρκοι, το καταλαβαίνουν αυτό και έχουν κατασκευάσει μια πολεμική μηχανή αστραπιαίου πολέμου που θα εκμεταλλευόταν τη βραδύτητα των ημετέρων δυνάμεων και της στρατιωτικής κινητικότητάς μας, ιδιαίτερα στη Μεσόγειο. Όμως παραμένει το καυτό ερώτημα αν η Ελλάδα θα μπορούσε να πολεμήσει σε έναν σύντομο πόλεμο (κεραυνοβόλο) εφόσον είχε την προειδοποίηση ή θα εμπλακεί σε έναν μακροχρόνιο πόλεμο αν της δοθεί η ευκαιρία.

Η αποτροπή στην Ελλάδα υποφέρει κυρίως για δύο λόγους: την έλλειψη πολιτικής βούλησης και τη μείωση του στρατηγικού πολιτισμού, δηλαδή στην προθυμία των πολιτών να υποβληθούν σε θυσίες με σκοπό να υπερασπιστούν τα εθνικά και κυριαρχικά μας συμφέροντα. Λόγω του τελευταίου, το πρώτο χρειάζεται περισσότερο από ποτέ. Η στάση αποτροπής, στον δημόσιο διάλογο, στην πατρίδα μας στερείται τόσο ουσίας όσο και πεποίθησης. Το πρώτο από αυτά οφείλεται στα μειονεκτικά επίπεδα των αμυντικών δαπανών την τελευταία δεκαετία. Αυτό μπορεί να διορθωθεί με μια αύξηση των αμυντικών προϋπολογισμών. Το δεύτερο είναι πιο σοβαρό και πιο διαρθρωτικό. Η αποτροπή στην καλύτερη περίπτωση θεωρείται πολύ συχνά ως μια ανεπιθύμητη υπενθύμιση της αντιπαράθεσης του κακώς εννοούμενου εθνικισμού με τις δυνατότητες του δημοσίου για δωρεάν υπηρεσίες. Η αποτροπή υποφέρει από μια κρίση σκεπτικισμού, στην καλύτερη περίπτωση. Αυτό σημαίνει ότι η αποτροπή που εφαρμόζεται από πλευράς των ενόπλων δυνάμεών μας, στηρίζεται πλέον στην αυταπάρνηση και στον επαγγελματισμό των στελεχών του.

- Πώς θα έπρεπε να κινηθεί πλέον το ΠΝ στο οποίο υπηρετήσατε;

Το Πολεμικό Ναυτικό δεν μπορεί να αφορά αποκλειστικά στην προστασία των νησιών του Αιγαίου, το Ναυτικό πρέπει να βρει έναν νέο ρόλο στην εθνική μας πολιτική. Πρέπει να είναι από τα κύρια αιτήματα προς τη νέα κυβέρνηση. Να ξεφύγουμε από την αβεβαιότητα, την αποδυνάμωση και σύγχυση, και να αναπτύξουμε ένα νέο ναυτικό δόγμα το οποίο να συνδέει ρεαλιστικά το Πολεμικό Ναυτικό με τους εθνικούς στόχους. Αυτό το δόγμα, ωστόσο, θα απαιτήσει μια θεμελιώδη επανάσταση στη ναυτική σκέψη.

Αναπόφευκτα, μια νέα στρατηγική αντίληψη πρέπει να έχει σημαντικές επιπτώσεις για την πανεθνική υποστήριξη του Ναυτικού και την οργανωτική δομή του. Ασφαλώς, η αναγνώριση αυτής της νέας λειτουργίας θα πρέπει τελικά να βρεθεί στην πολιτική εθνικής ασφαλείας, δεδομένου ότι η εθνική ασφάλεια εξακολουθεί να ορίζει την πρωταρχική αποστολή του ναυτικού.

Όπως συμβαίνει τώρα, που βρισκόμαστε στην κόψη του ξυραφιού πολλοί αναλυτές σε στρατιωτικές υποθέσεις εκτιμούν πλήρως τον ρόλο του ναυτικού, αλλά πολύ συχνά ακούγεται ακόμα από τον μέσο πολίτη κάθε κράτους το ερώτημα: Γιατί χρειαζόμαστε ένα ισχυρό ναυτικό; Αυτή η στάση μπορεί να ξεπεραστεί μόνο με μια συστηματική, λεπτομερή επεξεργασία και παρουσίαση της θεωρίας του ναυτογενούς έθνους και του ευρύτερου πλαισίου της ναυτικής ιστορίας και της ναυτικής τεχνολογίας. Μόνο όταν αυτό γίνει, το Ναυτικό θα έχει την εμπιστοσύνη του κοινού ανάλογη με τον σημαντικό ρόλο του στην εθνική άμυνα.

Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξω ότι χωρίς το Αθηναϊκό Ναυτικό δε θα υπήρχε ο Παρθενώνας, οι τραγωδίες του Σοφοκλή και του Ευριπίδη, η Πολιτεία του Πλάτωνα και τα Πολιτικά του Αριστοτέλη. Πριν από τους Περσικούς Πολέμους, η Αθήνα δεν είχε επιδείξει τίποτα σπουδαίο στη φιλοσοφία, την αρχιτεκτονική, το θέατρο, τις πολιτικές επιστήμες ή την ιστορία. Όλα αυτά άνθισαν μετά τη μεταμόρφωση των Αθηναίων σε ναυτική δύναμη, στις αρχές του 5ου αιώνα πΧ.

- Υπάρχει διέξοδος χωρίς η χώρα να έρθει σε πολεμική αντιπαράθεση με την Τουρκία αλλά και δίχως να παραχωρήσει τίποτε;

Είναι αναγκαίο να βελτιώσουμε το χρόνο ανταπόκρισης μας και να επικεντρωθούμε σε μια σειρά απειλών, από την αστάθεια στη Μεσόγειο έως την ασφάλεια του Αιγαίου, του κυβερνοχώρου και τις πληροφορίες, καθώς και το βασικό καθήκον της εδαφικής άμυνας μας. Μια πιθανή κρίση που θα οδηγήσει σε ανάφλεξη θα αφήσει την νοτιοανατολική πτέρυγα ενδεχομένως πιο εκτεθειμένη στις τουρκικές προσπάθειες εξαναγκασμού. Ωστόσο, μια ενισχυμένη παρουσία των συμμάχων στη Μεσόγειο δεν σημαίνει ότι θα υποστηρίξει τις ελληνικές θέσεις, αλλά σίγουρα θα στηρίξει τη διεθνοποίηση οποιαδήποτε σύγκρουσης. Έτσι εκτιμάται ότι η Τουρκία δεν μπορεί ποτέ να υπολογίσει με ασφάλεια ότι οι δυτικές δυνάμεις δεν θα χρησιμοποιούσαν σκληρή ισχύ ως απάντηση σε μια επίθεση της. Αυτό μάλλον αρκεί για να αποτρέψει κάθε λογικό ηγέτη της Τουρκίας.

Επίσης είναι κρίσιμο για την Ελλάδα να επιδεικνύει μια αναζωογονημένη και πλήρως ολοκληρωμένη στάση αποτροπής και να εξηγήσει με πειστικό τρόπο στο κοινό ότι η αποτρεπτική ισχύς είναι ο κύριος σκοπός της υποσχόμενης αμυντικής θωράκισης. Μια αναζωογονημένη στάση αποτροπής δεν πρέπει να θεωρείται ως άλλη στρατηγική "αντιστάθμισης", η οποία θα αντισταθμίζει κάποια αμυντική ή πολιτική ανεπάρκεια. Η άμυνα και η αποτροπή λειτουργούν μαζί, όχι χωριστά. Αντίθετα, η αποτροπή πρέπει να αποτελέσει το επίκεντρο μιας στρατηγικής "επαναφοράς", μια συντονισμένη προσπάθεια για να ανακαλυφθεί εκ νέου ο θεμελιώδης στόχος της αποτροπής, που είναι η διατήρηση της σταθερότητας, ακόμη και σε ένα αντιφατικό περιβάλλον.

Ο Χένρι Κίσινγκερ, στο βιβλίο του Παγκόσμια Τάξη περιγράφει με αφοπλιστική ειλικρίνεια αυτά που σήμερα με αγωνία με ερωτάτε για την περιοχή μας, μεταξύ Τουρκίας-Ελλάδος. Αναφέρει λοιπόν: "Το να επιτύχουμε μια ισορροπία μεταξύ των δύο πτυχών της παγκόσμιας τάξης - ισχύος και νομιμότητας - είναι η ουσία της πολιτικής ικανότητας." και συνεχίζει "Οι υπολογισμοί της εξουσίας χωρίς ηθική διάσταση θα μετατρέψουν κάθε διαφωνία σε δοκιμασία ισχύος. (Βλέπε Τουρκία) Οι ηθικές συνταγές χωρίς ανησυχία για ισορροπία, από την άλλη πλευρά, τείνουν είτε σε σταυροφορίες είτε σε μια αδύναμη πολιτική που δελεάζει τις προκλήσεις, είτε μας οδηγεί σε ακραίους κινδύνους που θέτουν σε ρήξη τη συνοχή της ίδιας της διεθνούς τάξης. (Βλέπε Ελλάδα)".

Και συμπληρώνω για να μη παραχωρήσουμε τίποτα, η αποτροπή, πρέπει να είναι πραγματική, να είναι ισχυρή και να λειτουργεί. Και να μη ξεχνάμε πως η αποτροπή αφορά τόσο στις ικανότητες όσο και την πρόθεση.

- Μήπως ήρθε η ώρα να σταματήσει η νοοτροπία του δε διεκδικούμε τίποτε;

Πολλοί συμπατριώτες, δικαιολογημένα, ανησυχούν για τα εθνικά θέματα και πολλοί άλλοι με αγανάκτηση προκρίνουν διάφορες λύσεις, ακόμη και στρατιωτικές επεμβάσεις ώστε να διεκδικήσουμε τις χαμένες πατρίδες. Προσωπικά πιστεύω ότι οι στρατιωτικές επεμβάσεις που δεν βασίζονται στην ικανότητα κατανόησης ενός εξελισσόμενου περιβάλλοντος και αξιοποίησης των τάσεων, μπορούν να αλλάξουν εκατομμύρια ζωές προς το χειρότερο. Στην κατάσταση που βρισκόμαστε δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από την εθνική γραμμή που έχει διαμορφώσει την εξωτερική πολιτική μας τα τελευταία χρόνια, μετά το 1974, με τη στρατηγική «δεν παραχωρούμε τίποτα και δεν διεκδικούμε τίποτα» αλλά μπορούμε να προσπαθήσουμε να είμαστε περισσότερο πειθαρχημένοι στο πώς δομούμε την αποτρεπτική μας ισχύ και αμυντική μας συλλογιστική γι’ αυτό.

- Και μια τελευταία ερώτηση βασισμένη στα στοιχεία του μνημονίου ασφαλείας και στρατιωτικής συνεργασίας με βάση τα στοιχεία που αποκάλυψε το Nordicmonitor και παρουσιάστηκαν στη Freepen.gr. Σε περίπτωση πιθανότητας επιτυχίας του σχεδίου της Τουρκίας, δηλαδή όχι μόνο να παρέμβει στρατιωτικά στη Λιβύη αλλά και να καταφέρει, όσο δύσκολο κι ακούγεται σήμερα αυτό, να σταθεροποιήσει την κυβέρνηση της Τρίπολης, τότε δε θα ελλόχευε ο κίνδυνος να αποκτήσουμε νότια της Κρήτης μια...τουρκική προκεχωρημένη βάση;

Τον τελευταίο καιρό, υπάρχει μια συνειδητή αφύπνιση διότι βρίσκεται το διεθνές περιβάλλον πλέον σε μια ολοένα πιο επικίνδυνη κατάσταση. Οπότε το θεωρώ δύσκολο να επιτύχει η Τουρκία να αποκτήσει προκεχωρημένη βάση στη Λιβύη. Όμως η επαγρύπνηση είναι απαραίτητη και για να μη βρεθούμε σε δυσάρεστη θέση έναντι των αντιπάλων μας πιστεύω πως οι παρακάτω έξι περιοχές εξακολουθούν να χρειάζονται βελτίωση:

(1) Στρατιωτική κινητικότητα για να διασφαλιστεί ότι οι ημέτερες δυνάμεις μπορούν να κινούνται ταχέως ή ταχύτερα από τις τουρκικές δυνάμεις, αποδεικνύοντας ότι αυτό είναι απαραίτητο για την αποτροπή.
(2) Αντιαεροπορική και αντιπυραυλική άμυνα, με εξειδικευμένες επιχειρήσεις κατά την ανάπτυξη στο χώρο αντικειμενικού σκοπού.
(3) Διατήρηση σε υψηλά επίπεδα ετοιμότητας και ηθικού όλων των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων μας.
(4) Άμεση αναβάθμιση και βελτίωση της προστασίας του κυβερνοχώρου των θαλάσσιων λιμένων, των δικτύων μεταφορών και των πολιτικών δικτύων.
(5) Μια πιο ευέλικτη προσέγγιση στη ναυπηγοεπισκευαστική μας ικανότητα, η οποία να ενθαρρύνει και άλλα έθνη να επενδύσουν στις δυνατότητες μας.
(6) Η προσαρμογή μας σε ένα είδος αστραπιαίου πολέμου θα ενισχύσει την αποτρεπτική μας αξία επιταχύνοντας την ταχύτητα ανταπόκρισης των ημετέρων δυνάμεων και ενισχύοντας την βλαπτική μας ικανότητα.

* Ο Υποναύαρχος (ε.α.) Δημήτρης Τσαϊλάς ΠΝ είναι Senior researcher of Strategy International και Member of Institute for National and International Security.

ΠΗΓΗ