Μία πετυχημένη “συνταγή” δεν την αλλάζεις… ιδίως όταν αφορά την τουρκική απειλή



Δυστυχώς η επιστροφή στην οικονομική και κοινωνική κανονικότητα μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού, φαίνεται ότι σηματοδοτεί και την επιστροφή στη συνήθη ελληνική στρατηγική και πρακτική σε ότι αφορά την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής.

Η αιφνιδιαστική αναβολή της εθνικής, μεγάλης κλίμακας άσκησης «ΚΑΤΑΙΓΙΣ 2020», ώρες πριν την έναρξη της, αποτελεί ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα εφαρμογής μίας ιδιότυπης στρατηγικής «χυλού» που η χώρα εφαρμόζει τις τελευταίες δεκαετίες. Και όμως περίπου δύο μήνες πριν η χώρα επέδειξε αξιοθαύμαστη (και αξιοπερίεργη για τα ελληνικά δεδομένα) στρατηγική αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα, θέτοντας και επιτυγχάνοντας τους αντικειμενικούς σκοπούς της.

Γράφει ο ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ

Το σχέδιο της Άγκυρας να χρησιμοποιήσει ως όπλο τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές ώστε να αποσταθεροποιήσει τη χώρα μας και να εκμαιεύσει οικονομικά και πολιτικά ανταλλάγματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, απέτυχε παταγωδώς γιατί η εντολή του ανώτατου επιπέδου πολιτικής ηγεσίας της χώρας προς τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας ήταν σαφής: «τα σύνορα πρέπει να σφραγιστούν».

Ταυτόχρονα το ανώτατο επίπεδο ξεκαθάριζε ότι «να γίνει ότι πρέπει να γίνει και η ευθύνη για οποιαδήποτε αστοχία / ατύχημα, αναλαμβάνεται εξ ολοκλήρου από εμένα» (προς αποφυγή παρεξηγήσεων τα ανωτέρω δεν αποτελούν ακριβή αναπαραγωγή αλλά με βάση όσα στάθηκε δυνατό να πληροφορηθούμε αποδίδουν με ακρίβεια το νόημα των λεχθέντων).

Η ίδια στρατηγική αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα επιδείχθηκε από τη χώρα μας και στην περίπτωση της πανδημίας. Θέτοντας ως κύριο αντικειμενικό σκοπό την ελαχιστοποίηση των απωλειών υγείας στον πληθυσμό, λήφθηκε άμεσα η απόφαση για «lockdown» και κινητοποιήθηκε το σύστημα υγείας της χώρας.

Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι σε ότι αφορά τη διαχείριση οι δύο περιπτώσεις παρουσιάζουν ορισμένες βασικές ομοιότητες:
>Οι απειλές που εκδηλώθηκαν ήταν μείζονες, ακόμη και ως υπαρξιακές θα μπορούσαν να θεωρηθούν.

>Οι στρατηγικές που υιοθετήθηκαν αποσκοπούσαν στη ΡΙΖΙΚΗ αντιμετώπιση / εξουδετέρωση τους και σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό υποστηρίχθηκαν και από την αντιπολίτευση (τουλάχιστον από το μεγαλύτερο μέρος της).

>Αντικειμενικούς σκοπούς που διατυπώθηκαν με σαφήνεια από την πολιτική ηγεσία που έχει την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας (στην πρώτη περίπτωση «τα σύνορα πρέπει να σφραγιστούν», στη δεύτερη «ελαχιστοποίηση των απωλειών υγείας»)

>Αξιολόγηση της κατάστασης: εκτίμηση του μεγέθους της απειλής κατά της ακεραιότητας, ασφάλειας και ζωτικών συμφερόντων της χώρας, των κινδύνων («ρίσκου») των διαθέσιμων επιλογών αντιμετώπισης και των υφιστάμενων δυνατοτήτων.


>Επιτυχή κινητοποίηση των διαθέσιμων μέσων και δυνατοτήτων για την επίτευξη των κύριων και δευτερευόντων αντικειμενικών σκοπών. Για παράδειγμα ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει την εντυπωσιακή επίδοση του Εθνικού Συστήματος Υγείας παρά τα εγγενή προβλήματα, συμπεριλαμβανομένης της οξείας υποχρηματοδότησης και έλλειψης προσωπικού.

>Επίτευξη των αντικειμενικών σκοπών (αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι επετεύχθη το άριστο, αλλά τα δεδομένα επιτρέπουν να εκτιμηθεί ότι επετεύχθη το μέγιστο δυνατό).

Γιατί λοιπόν δύο μήνες μετά εμφανίζουμε συμπεριφορά που παραπέμπει σε επιστροφή στις… παλιές, αποδεδειγμένα αποτυχημένες «συνήθειες» μας; Τι άλλαξε; Ήταν οι «μάχες» των συνόρων και της πανδημίας, δύο μεμονωμένες εξαιρέσεις («αναλαμπές») που απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα (τη στρατηγική αμηχανία σε βαθμό αφασίας);

>Μήπως η αντιμετώπιση των δύο κρίσεων ήταν μία τυχαία, σπασμωδική αντίδραση;
>Μήπως παρενέβη η παροιμιώδης ασυνέχεια και ασυνέπεια μας;

Κατά την άποψή μας η απάντηση πρέπει να αναζητηθεί στην ατολμία – άρνηση – υπεκφυγή της πολιτικής τάξης αλλά και της κοινωνίας γενικότερα να αποδεχθεί ότι η τουρκική απειλή κατά της χώρας μας είναι ΣΥΝΟΛΙΚΗ και απαιτεί δυναμική και ριζική αντιμετώπιση σε όλες τις εκφράσεις της, ακόμη και σε αυτές όπου δεν προσβάλλεται άμεσα η ακεραιότητα της χώρας.

Για παράδειγμα, η παραβίαση του Εθνικού Εναέριου Χώρου (Ε.Ε.Χ.) είτε αφορά την μικρόνησο Παναγιά είτε (για παράδειγμα) την Αθήνα έχει την ίδια βαρύτητα ως επιθετική ενέργεια κατά της ακεραιότητας της χώρας.

Περίοδοι ύφεσης της έκφρασης της απειλής δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως ενδείξεις αλλαγής της τουρκικής στρατηγικής αλλά ως μεταβατικές περίοδοι για τη μετάλλαξη – έκφραση της σε νέους τομείς.

Η προσπάθεια της ελληνικής πλευράς για αποφυγή όξυνσης των εντάσεων (όπως για παράδειγμα η αναβολή της προαναφερθείσας άσκησης «ΚΑΤΑΙΓΙΣ 2020») δεν ερμηνεύεται από την Άγκυρα ως κίνηση καλής θέλησης αλλά ως αδυναμία βούλησης.

Περιττό δε να σημειωθεί ότι η ελληνική «ελαστικότητα» ερμηνεύεται από την Άγκυρα ως πρόσκληση εφαρμογής μεγαλύτερης πίεσης ώστε να καμφθεί η ελληνική βούληση και κατά συνέπεια να επιτευχθούν οι κατά περίπτωση αντικειμενικοί σκοποί με το μικρότερο δυνατό κόστος.

Οι «μάχες» των συνόρων και του κορωνοϊού απέδειξαν, ότι εφόσον επιλεχθεί μία στρατηγική που αποσκοπεί στην ριζική αντιμετώπιση / εξουδετέρωση της απειλής, και τεθούν αντικειμενικοί σκοποί με σαφήνεια, τότε οι αρμόδιοι κρατικοί οργανισμοί και υπηρεσίες αλλά και οι ιδιωτικοί φορείς της οικονομίας, παρά την υπερδεκαετή οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα και τις εγγενείς αδυναμίες, μπορούν να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να ανταποκριθούν με επιτυχία στις προκλήσεις.

Η «συνταγή» δοκιμάστηκε και πέτυχε.
ΓΙΑΤΙ ΛΟΙΠΟΝ δεν την εφαρμόζουμε;

ΠΗΓΗ