Ας προσέξουμε τι είπε η Μέρκελ


Το θρίλερ στην Ανατολική Μεσόγειο θα συνεχιστεί και κατά τα φαινόμενα θα έχει πολλά επεισόδια.

Τις τελευταίες ημέρες και ενώ η τουρκική Navtex για τις παράνομες έρευνες του Oruc Reis έχει παραταθεί, διαπιστώνεται μία αναζωπύρωση της κινητικότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Είναι όμως αυτή η κινητικότητα όπως θα την επιθυμούσε η ελληνική πλευρά; Μπορεί το Βερολίνο να εκφράζει με διπλωματική και ιδιαιτέρως προσεκτική γλώσσα τις αντιρρήσεις του για τις τουρκικές ενέργειες, όμως τι διάθεση και τι περιθώρια έχει να κάνει περαιτέρω βήματα; Δεν πρέπει να αυταπατάται κανείς ως προς την ιστορική και πολυδιάστατη σχέση Γερμανίας – Τουρκίας…

Οφείλει κανείς να παρατηρήσει μία λεπτομέρεια από την πρόσφατη συνάντηση Μακρόν – Μέρκελ, την προηγούμενη εβδομάδα.

Παρά τα όσα είπαν για την προστασία της κυριαρχίας των κρατών μελών της ΕΕ (εν προκειμένω, Ελλάδας και Κύπρου), πρέπει να τονιστεί ότι αυτήν την στιγμή η Τουρκία δεν αμφισβητεί την κυριαρχία τους, αλλά τα κυριαρχικά τους δικαιώματα στην ΑΟΖ. Συνεπώς, οι γαλλογερμανικές επισημάνσεις δεν συμπίπτουν ακριβώς με τις επιθυμίες της Αθήνας.

Μία άλλη σημαντική λεπτομέρεια εντοπίζεται σε μία αποστροφή των δηλώσεων της Ανγκελα Μέρκελ. Η Γερμανίδα καγκελάριος σημείωσε μεταξύ των άλλων ότι η Ευρώπη πρέπει να έχει κοινή στάση απέναντι στην Κίνα, τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και την Τουρκία. Με τη φράση αυτή, η κ. Μέρκελ περιέλαβε την Τουρκία του Ερντογάν στις μεγάλες δυνάμεις και την αναγόρευσε περίπου σε γεωπολιτικό παράγοντα ισότιμο των υπερδυνάμεων.

Ίσως αυτό θα πρέπει να αξιολογηθεί ιδιαιτέρως από την ελληνική κυβέρνηση εν όψει της συνέχειας. Αυτήν τη στιγμή ούτως ή άλλως τείνει να παγιωθεί μία νέα κατάσταση, στην οποία ο Ερντογάν προχωρεί σχεδόν ανενόχλητος σε κάθε σχεδιασμένο του βήμα και η Ελλάδα «παίζει άμυνα», προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα σε συμφέροντα, γεωπολιτικές επιδιώξεις πολλών και διαφόρων και μία τουρκική επιθετικότητα, η οποία εκδηλώνεται με πρωτοφανή τρόπο, επιμονή και διάρκεια. Υπό αυτό το πρίσμα θα πρέπει και να αξιολογήσει κάποιος την ευρωπαϊκή διστακτικότητα ως προς την παρουσίαση του καταλόγου των πιθανών κυρώσεων προς την Τουρκία. Μπορεί κανείς βασίμως να υποθέσει, ότι ακόμη και αν αυτές γίνουν γνωστές, ελάχιστα θα στενοχωρήσουν τον Ερντογάν…

Ο πυρήνας του προβλήματος βρίσκεται, πέραν όλων των άλλων, σε μία πασίδηλη παράμετρο. Η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτε, η Τουρκία διεκδικεί πολλά. Αυτό είναι προβληματικό στοιχείο εν όψει ενός εικαζόμενου διαλόγου, ο οποίος δεν φαίνεται πώς θα μπορούσε να διεξαχθεί με όρους ευνοϊκούς για τη χώρα μας.

Μπορεί τώρα η Ελλάδα να εγείρει διεκδικήσεις; Είναι φυσικά απίθανο και θα ήταν και άστοχο, από κάθε άποψη. Εχει κάποια δυνατά χαρτιά στα χέρια της; Προφανώς και αυτά είναι το διεθνές δίκαιο, η συμμετοχή της στους διεθνείς οργανισμούς και η ανάκτηση ενός σημαντικού τμήματος διεθνούς αξιοπιστίας.

Από το πώς θα αξιοποιήσει αυτά τα όπλα, θα κριθεί η σημερινή κυβέρνηση. Και δυστυχώς, στο σημείο που έχουμε φτάσει, φαίνεται πως η εξομάλυνση της σχέσης με την Τουρκία, είναι και μία βασική προϋπόθεση για τις δυνατότητες της χώρας για ανάπτυξη και ευημερία. Η συνεχής απειλή αποσταθεροποίησης στην περιοχή επιδρά διαβρωτικά.

Το πώς θα γίνει αυτό, είναι κατά τα φαινόμενα μία εξαιρετικά δύσκολη άσκηση, την οποία θα πρέπει πάση θυσία να λύσει η Ελλάδα, με τρόπο εθνικά επωφελή. Βαρύ το χρέος για το πολιτικό προσωπικό της χώρας…

Άγγελος Κωβαίος