Το στρατιωτικό σκέλος του deal της Ελλάδας με τα ΗΑΕ – Γιατί αλλάζει όλα τα δεδομένα



Η δεύτερη μέσα σε έναν χρόνο επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Αμπου Ντάμπι των ΗΑΕ, πέραν των συζητήσεων και συμφωνιών που υπεγράφησαν σε τομείς της οικονομίας-εμπορίου/ανάπτυξης κ.λπ., συμπεριέλαβε και μία ενδιαφέρουσα συμφωνία σε στρατιωτικό επίπεδο που μεταξύ άλλων προβλέπει ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής όταν η ασφάλεια ενός εκ των δύο κρατών απειλείται από τρίτη χώρα.

Γράφει ο Αθανάσιος Ε. Δρούγος*

Η συμφωνία στη θεωρητική βάση της είναι σημαντική, αφού προβλέπει διάφορα επιπρόσθετα στοιχεία, συγκριτικά με άλλες συμφωνίες στρατιωτικού επιπέδου που επικεντρώνονται σε κοινές ασκήσεις, συνεκπαίδευση, αμυντικο-βιομηχανική συνεργασία, ανταλλαγή πληροφοριών κ.λπ. Η συμφωνία της Αθήνας με το Αμπου Ντάμπι δεν προβλέπει ύπαρξη στρατιωτικών βάσεων εκατέρωθεν.

Η Ελλάδα και τα ΗΑΕ έχουν την πιο ενισχυμένη στρατιωτική συμφωνία που βαίνει πέραν των Ελληνο-Αιγυπτιακών, ενώ τα Εμιράτα είναι ορκισμένος εχθρός της Αγκυρας και της δυναστείας Αλ Θάνι του Εμιράτου του Κατάρ. Τα Εμιράτα συμμετείχαν με αεροσκάφη κατά της κανταφικής Λιβύης το 2011, συμμετέχουν τα τελευταία χρόνια ενεργά σε κοινές ασκήσεις (όπως στον «Ηνίοχο» και τη «Μέδουσα» με άλλα κράτη), έχουν στείλει δυνάμεις σε πολυεθνικές αποστολές του ΝΑΤΟ, όπως σε Κόσοβο/KFOR στις περιοχές Βούσιντρ/Μιτρόβιτσα (1999-2008) και σε Αφγανιστάν/ISAF σε εφαρμογή αποφάσεων (ειδικά στη δεύτερη περίπτωση του Σ.Α./ΟΗΕ), ενώ φιλοξενούν λίαν σημαντικές βάσεις των Αμερικανών (π.χ. Αλ Ντάφρα), αλλά και των Γάλλων στο Αμπου Ντάμπι. 

Εχουν στις Βρυξέλλες διαπιστευμένη διπλωματικο-στρατιωτική ομάδα για επαφές με την Ατλαντική Συμμαχία, διευρύνουν την αξιοσημείωτη οικονομική διείσδυσή τους στη Σερβία, ενώ στην Αθήνα τα τελευταία χρόνια έχουν αναβαθμίσει σημαντικά το Γραφείο του Ακολούθου Αμυνας στην πρεσβεία τους στο Παλαιό Ψυχικό.

Επιπλέον, είναι μαζί με Μπαχρέιν, Κατάρ και Κουβέιτ τα τέσσερα ενεργά κράτη της Νατοϊκής Πρωτοβουλίας της Κωνσταντινούπολης/ICI του 2004, ενώ μαζί με το Μπαχρέιν προχώρησαν υπό αμερικανική κάλυψη/υποστήριξη στην πρόσφατη υπογραφή των «Συμφωνιών του Αβραάμ», που ουσιαστικά άνοιξαν τον δρόμο για την αποκατάσταση διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του Αμπου Ντάμπι και της Μανάμα με το Τελ Αβίβ. 

Επειδή παρατηρούν υπολογίσιμη τουρκική στρατιωτική κινητικότητα από την Υπερκαυκασία μέχρι τη Λιβύη και από το Κέρας της Αφρικής μέχρι τη ΒΑ Συρία, έχουν προχωρήσει σε αρκετές στρατιωτικές ενέργειες δαπανώντας πολλά χρήματα σε αμφιλεγόμενες αποστολές, χωρίς όμως σημαντικές επιτυχίες.

Δύναμη πυρός

Η στρατιωτική δύναμη των Εμιράτων είναι η κάτωθι, με την πολιτική και τη στρατιωτική ηγεσία να δίνουν περισσότερη έμφαση στον τομέα της Πολεμικής Αεροπορίας. Διαθέτουν 79 αεροσκάφη F-16 προηγμένης τεχνολογίας και 59 αεροσκάφη ΜΙRAGE-2000. Λόγω της ιρανικής απειλής, τα ΗΑΕ διαθέτουν το εξελιγμένο αμερικανικό αντιαεροπορικό/αντιπυραυλικό σύστημα THAAD (δύο συστοιχίες), 8 μεταγωγικά αεροσκάφη C-130, 7 CN-235 (ισπανικά) και 8 C-17Α. 

Επίσης, 19 ελικόπτερα Απάτσι ΑΗ-64, 12 AS350 (γαλλικά), 18 AS550 και 30 407 MRH (αμερικανο-καναδικά). Παράλληλα, τα ΗΑΕ διαθέτουν 9 κορβέτες (γερμανο-ιταλικές), 26 ταχέα σκάφη (γερμανο-εγχώριας κατασκευής), ενώ ο Στρατός Ξηράς διαθέτει 165 πυροβόλα των 155 χλστ., 502 άρματα μάχης (κυρίως γαλλικά), 682 τεθωρακισμένα οχήματα (γαλλο-ισπανο-πολωνικο-φινλανδικής προέλευσης), ενώ το 2019 οι πέντε πρώτοι προμηθευτές σε πολεμικό υλικό των Εμιράτων ήταν οι ΗΠΑ (52,7%), η Γαλλία (25,8%), η Ιταλία (2,5%), η Ισπανία (1,8%) και η Ρωσία (σχεδόν 5%).

ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ

Η διμερής συμφωνία με τη χώρα μας εμφανίζει αρκετές δυσκολίες στην πράξη. Δύσκολα να αποδεχθεί κάποιος ότι, αν υπάρξει σύγκρουση στον κόλπο των πετρελαίων μεταξύ ΗΑΕ και Ιράν, θα στείλουμε στρατιωτικές δυνάμεις στον Κόλπο. Και ασφαλώς δεν μπορεί να αναμένει κάποιος εμιρατικό εκστρατευτικό σώμα να έρθει στο Αιγαίο ή στη Θράκη να υποστηρίξει τη χώρα μας απέναντι στην τουρκική απειλή. 

Η εν λόγω συμφωνία έχει περισσότερο σημασία ενδυνάμωσης των φιλικών διμερών σχέσεων και προφανώς στοχεύει τον ευρύτερο τουρκικό παράγοντα. Αλλωστε, τα δύο κράτη μας δεν έχουν χερσαία σύνορα και απέχουν αρκετά. Εκτιμώ ότι περισσότερο η συνεργασία μας θα πρέπει να επικεντρωθεί στους τομείς συλλογής-ανταλλαγής πληροφοριών, διάθεσης ανταλλακτικών σε οπλικά συστήματα, αποτροπή πειρατικών επιθέσεων και ενδυνάμωση σχετικών ασκήσεων.

*Ο Δρ Αθανάσιος Ε. Δρούγος είναι Διεθνολόγος-Γεωστρατηγικός Αναλυτής