Στρατηγικός επενδυτής στα Ναυπηγεία Ελευσίνας



Ο ναυπηγικός όμιλος Fincantieri είναι ο στρατηγικός επενδυτής στη συμφωνία εξυγίανσης των Ναυπηγείων Ελευσίνας, που θα υποβληθεί για δικαστική επικύρωση με βάση τις πρόνοιες του πτωχευτικού δικαίου τους αμέσως επόμενους μήνες. Ο ιταλικός όμιλος θα συνεργαστεί με την ONEX Shipyards, που ελέγχει και τα Ναυπηγεία Σύρου, για τη διαχείριση του συγκροτήματος στην Ελευσίνα, ενώ παράλληλα θα λάβει χρηματοδότηση και από την αμερικανική κρατική αναπτυξιακή τράπεζα DFC, που έχει ήδη κάνει due diligence στον όμιλο των ελληνικών ναυπηγείων.

Τη συμφωνία με τη Fincantieri πιστώνεται προσωπικά ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος το τελευταίο διάστημα πραγματοποίησε τις σχετικές επαφές δίνοντας λύση σε ένα πρόβλημα που χρονίζει. Υπενθυμίζεται πως τα Ναυπηγεία Ελευσίνας βαρύνονται με υποχρεώσεις προς το Δημόσιο και τις τράπεζες της τάξεως των 450 εκατομμυρίων. 

Μέσω της δικαστικά επικυρωμένης συμφωνίας εξυγίανσης οι υποχρεώσεις αυτές αναμένεται να μειωθούν στο επίπεδο των 250 εκατομμυρίων και η αποπληρωμή τους να γίνει σε βάθος χρόνου, που θα εκτείνεται ενδεχομένως ακόμα και σε ορίζοντα δύο ή και περισσότερων δεκαετιών. Το business plan για την εξυγίανση έχει καταρτίσει η EY και, σύμφωνα με άριστα πληροφορημένες πηγές, η Fincantieri μαζί με τους συνεργάτες της θα προχωρήσουν, μετά την ανάληψη του ελέγχου των ναυπηγείων, σε επενδύσεις της τάξεως των 100 εκατομμυρίων για τον εκσυγχρονισμό του συγκροτήματος και του εξοπλισμού του. Υπενθυμίζεται πως η Fincantieri έχει πρόσφατα εξαγοράσει και αμερικανική μονάδα, τη Fincantieri Bay Shipbuilding στο Ουισκόνσιν των ΗΠΑ, και συνεργάζεται με εμπορικούς αλλά και στρατιωτικούς πελάτες διεθνώς. Σε αυτό το πλαίσιο, αναμένεται να αναλάβει και το ναυπηγικό πρόγραμμα των Eurocorvette, τις οποίες εκτιμάται ευρέως πως θα αξιολογήσει για να προμηθευτεί και το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό.

Χθες το μεσημέρι ο αντιπρόεδρος και γενικός διευθυντής ναυπηγήσεων του ομίλου Fincantieri, Giuseppe Giordo, συναντήθηκε με τον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων Αδ. Γεωργιάδη, τον υπουργό Εθνικής Αμυνας Νίκο Παναγιωτόπουλο, τον αναπληρωτή υπουργό Ανάπτυξης Νίκο Παπαθανάση και τον επικεφαλής της ONEX Πάνο Ξενοκώστα. Μετά τη συνάντηση ο κ. Giordo χαρακτήρισε τη συμφωνία «ένα σημαντικό βήμα στην ελληνοϊταλική επιχειρηματική συνεργασία», ενώ πρόσθεσε πως «στόχος μας είναι να συμβάλουμε ώστε να δημιουργηθεί στην Ελλάδα μία από τις καλύτερες ναυπηγικές βιομηχανίες παγκοσμίως». 

Από την πλευρά του, ο Αδωνις Γεωργιάδης μίλησε επίσης για ένα μεγάλο βήμα στη διαδικασία εξυγίανσης των Ναυπηγείων Ελευσίνας και ξεκαθάρισε πως «η ελληνική κυβέρνηση καλωσορίζει και χαιρετίζει αυτό το εγχείρημα». «Η Ελλάδα, για να έχει ισχυρή ναυπηγική βιομηχανία, χρειάζεται και τα Ναυπηγεία Ελευσίνας. Τα τελευταία χρόνια δουλεύουμε σταθερά με τα Ναυπηγεία της Σύρου, του Σκαραμαγκά και της Ελευσίνας ώστε να φτιάξουμε επιτέλους ξανά μια ισχυρή ναυπηγική βιομηχανία στη χώρα, για την οποία όλοι οι Ελληνες θα είμαστε πολύ υπερήφανοι», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Το αμέσως επόμενο διάστημα αναμένεται να οριστικοποιηθεί η συμφωνία μεταξύ των πιστωτών και του στρατηγικού επενδυτή, που θα υποβληθεί προς επικύρωση από το αρμόδιο δικαστήριο και η οποία θα απομειώσει τις υποχρεώσεις των ναυπηγείων, σύμφωνα και με τα «όρια αντοχής» που έχουν προσδιορίσει η DFC και η EY. Οι υποχρεώσεις των Ναυπηγείων Ελευσίνας, μετά και τον έλεγχο που ολοκλήρωσε προ μηνών η EY, είναι πολύ υψηλότερες από τις αρχικά εκτιμηθείσες και ειδικότερα υπερβαίνουν, ακόμα και χωρίς τις προσαυξήσεις, τα 330 εκατομμύρια ευρώ. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις προσωρινές λογιστικές καταστάσεις που έχουν στα χέρια τους οι σύμβουλοι οι οποίοι ασχολούνται με την υπόθεση, το σύνολο των υποχρεώσεων στα τέλη Μαρτίου του 2021 ανέρχεται στα 423,3 εκατομμύρια, ενώ αν αφαιρεθούν οι προσαυξήσεις είναι 337,4 εκατομμύρια.

 Το σύνολο των υποχρεώσεων προς εφορία και ταμεία διαμορφώνεται με τις προσαυξήσεις στα 104,8 εκατομμύρια, ενώ προς τις τράπεζες στα 117,1 εκατομμύρια. Στα 24,2 εκατομμύρια υπολογίζονται οι υποχρεώσεις προς το προσωπικό, επιπλέον 148,8 εκατομμύρια εκτιμάται ότι είναι οι υποχρεώσεις προς το Πολεμικό Ναυτικό και το Δημόσιο και άλλα 14 εκατομμύρια προς λοιπούς πιστωτές, όπως προμηθευτές κ.λπ.