Η παραπλανητική εικόνα της «καταρρέουσας» Τουρκίας



Η κρίση της λίρας, η φημολογία για την υγεία του Ταγίπ Ερντογάν, η κάμψη της δημοτικότητας του Τούρκου προέδρου ενόψει και των εκλογών του 2023,η υποχώρηση των δημοκρατικών θεσμών και τα ανοικτά εξωτερικά μέτωπα, τείνουν να δημιουργήσουν μια εικόνα «καταρρέουσας Τουρκίας».

Νίκος Μελέτης

Είναι μία εικόνα σχεδόν πλασματική και πιθανότατα παραπλανητική σε σχέση με την απειλή που συνιστά η Τουρκία για την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά και για τις περιφερειακές ισορροπίες.

Ο Ταγίπ Ερντογάν μετά από σχεδόν 19 χρόνια στην εξουσία και έχοντας καταστεί κυρίαρχος στο πολιτικό σκηνικό έχει ο ίδιος εξελιχθεί σε έναν μεγάλο ηγέτη για τη χώρα του, ο οποίος έχει προσδώσει χαρακτηριστικά περιφερειακής δύναμης στην Τουρκία, που αναλαμβάνοντας ρίσκα, θέλει να διαπραγματεύεται επί ίσοις όροις με τις μεγάλες δυνάμεις. Χρησιμοποίησε την ήπια ισχύ, την ανθρωπιστική βοήθεια, τη συμπαράσταση στους κατατρεγμένους μουσουλμάνους ανά τον κόσμο, εργαλειοποίησε τη μουσουλμανική πίστη, χωρίς όμως να διστάσει να χρησιμοποιήσει και στρατιωτική ισχύ προκειμένου να διαμορφώσει αυτό το ισχυρό περιφερειακό προφίλ της χώρας του και να επεκτείνει την επιρροή της, από την Κεντρική Ασία και τον Καύκασο μέχρι τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια και Κεντρική Αφρική.

Στα χρόνια αυτά έκανε τη στρατηγική επιλογή της αναγέννησης και ενίσχυσης της αμυντικής βιομηχανίας, η οποία προφανώς δεν μπορεί να ανταγωνισθεί την αμερικανική ή τις ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες, έχει κάνει όμως άλματα και ήδη έχει αρχίσει να αποδίδει, προσφέροντας αυτάρκεια σε μεγάλο μέρος των εξοπλισμών των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων και επιτυγχάνοντας εξαγωγές σε χώρες της Ασίας, της Αφρικής αλλά και της Ευρώπης.

Η κρίση της λίρας η οποία τώρα δοκιμάζει τις αντοχές του τουρκικού καθεστώτος πλήττει κυρίως τα στρώματα εκείνα τα οποία χειραφετήθηκαν από το ΑΚΡ και τον Ερντογάν. Από παραμερισμένοι πολίτες λόγω και της ισχυρής σχέσης με τη θρησκεία και το Ισλάμ, έμειναν έξω και από τη νομή εξουσίας αλλά και από τη νομή του κρατικού χρήματος.

Ο Ταγίπ Ερντογάν δημιούργησε μια νέα μεσαία και αστική τάξη στην Τουρκία, που αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά των εκλογικών επιτυχιών του για 20 χρόνια. Αυτά τα στρώματα σήμερα πλήττονται από την κρίση της λίρας με επακόλουθο αποτέλεσμα τον περιορισμό της δημοφιλίας του Τούρκου ηγέτη.

Σε άλλες εποχές ο Τ. Ερντογάν μπορούσε εύκολα να χειραγωγήσει τις κοινωνικές αυτές ομάδες. Όταν δεν ζούσε στο παλάτι στην Άγκυρα, όταν δεν διέθετε στόλο από λιμουζίνες και υπερπολυτελή αεροσκάφη για τις μετακινήσεις του. Όταν δεν ήταν η οικογένεια του και ο στενός περίγυρος του πίσω από κάθε μεγάλη οικονομική ή εμπορική δραστηριότητα στη χώρα.

Η αλαζονεία της εξουσίας κάνει τον Τ. Ερντογάν να νοιώθει άτρωτος. Και αυτό είναι το μεγάλο λάθος που κάνουν όλοι οι αυταρχικοί ηγέτες, καθώς σε πρώτη τουλάχιστον φάση οδηγεί σε αποξένωση από την πραγματικότητα και τελικά στρέφει σε ακόμη μεγαλύτερο αυταρχισμό.

Ο Τ. Ερντογάν, ο οποίος έχει δείξει μια τρομακτική ικανότητα επιβίωσης, δεν έχει πει την τελευταία λέξη και αυτό πρέπει να το γνωρίζουν όλοι όσοι σπεύδουν να τον προγράψουν. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι ένας ηγέτης που θα φύγει εύκολα με εκλογές, πολύ περισσότερο όταν οι εκλογές γίνονται υπό την «αιγίδα» του καθεστώτος του.

Σε σχέση με την οικονομία, δεν θα πρέπει η προσοχή να εστιάζεται μόνο στη δραματική πτώση της λίρας. Η τουρκική οικονομία γνωρίζει μεγάλο ρυθμό ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια. Οι κατασκευαστικές εταιρείες της συγκαταλέγονται στις μεγαλύτερες στον κόσμο. Οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων κατευθύνονται σε όλο τον κόσμο (με προϊόντα όπως το φουντούκι να έχει σχεδόν το μονοπώλιο διεθνώς).

Η υφαντουργία παραμένει ισχυρός εξαγωγικός τομέας, τα ναυπηγεία της είναι πλέον υψηλού επιπέδου ενώ περίοπτη θέση πλέον έχουν και τα εξοπλιστικά με πρώτα τα drones.

Τα τουρκικά προϊόντα είναι ακόμη φθηνότερα με την υποτίμηση της λίρας, ενώ και το τουριστικό προϊόν της γίνεται ακόμη φθηνότερο για τους Eυρωπαίους και Ρώσους τουρίστες, αν και ο κλάδος της μεταποίησης με εισαγόμενες πρώτες ύλες πλήττεται ιδιαίτερα.

Η λίρα κλονίζεται αλλά η τουρκική οικονομία απέχει ακόμη από το να θεωρηθεί ότι οδηγείται σε χρεωκοπία (με δημόσιο χρέος να είναι έστω και υπό τις παρούσες συνθήκες διαχειρίσιμο), όσο μάλιστα ο Ταγίπ Ερντογάν βρίσκει αναγκαίες επενδυτικές ενέσεις από το Κατάρ, το Αζερμπαϊτζάν και τώρα τα ΗΑΕ, αλλά και τις συμφωνίες swaps συναλλάγματος.

Για τη στρατιωτική ισχύ της Τουρκίας τα δεδομένα είναι γνωστά. Παρά τα προβλήματα που προκάλεσε το κύμα διώξεων κατά αξιωματικών που υποτίθεται είχαν ενταχθεί στις οργανώσεις του Φ. Γκιουλέν, οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι ισχυρές και εμπειροπόλεμες.

Η Τουρκία έχει ισχυρό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Η τελευταία αποκατάσταση των σχέσεων με τα ΗΑΕ, οι συζητήσεις για ομαλοποίηση με την Αίγυπτο και Ισραήλ, που καθυστερούν προς το παρόν όχι για κανέναν άλλο λόγο αλλά λόγω των ιδεοληψιών του Ερντογάν και της προφανέστατης επιδίωξης του για μετατροπή της Τουρκίας σε ηγεμονική δύναμη της περιοχής, δείχνουν ότι οι σημερινές συμμαχίες και συσπειρώσεις, με «συγκολλητική ουσία» την επιθυμία χαλιναγώγησης της Τουρκίας, δεν θα είναι παντοτινές

Παρά τα προβλήματα που προκαλεί η πολιτική Ερντογάν, παραμένει «κακομαθημένο παιδί» για τη Δύση. Όλοι του γκρινιάζουν το μαλώνουν, κανείς δεν το τιμωρεί…

Το «Οικόπεδο» της Τουρκίας είναι «γωνία», η αγορά των 80 εκατομμυρίων ανθρώπων δεν είναι εύκολο να αγνοηθεί και κανείς. Ούτε η ΕΕ, ούτε οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες να το αφήσουν να χαθεί. Και αυτό εκμεταλλεύεται ο Τούρκος ηγέτης.

Σε ό,τι αφορά την υγεία του Τούρκου προέδρου: Ένας άνθρωπος 68 ετών με σάκχαρο, με ιστορικό προβλημάτων στο στομάχι (δημοσιεύματα κάνουν λόγο για καρκίνο στο έντερο) είναι προφανές ότι έχει και τα όρια αντοχής του. Όταν ερμηνεύοντας τα βίντεο ή τις φωτογραφίες από δημόσιες εκδηλώσεις και εμφανίσεις του, αναλυτές τον εμφάνιζαν ως… ετοιμοθάνατο, παρέβλεπαν ότι ο ίδιος άνθρωπος με αυτό το ιστορικό, κάνει 1-2 δημόσιες (μαραθώνιες συνήθως) ομιλίες, προΐσταται κυβερνητικών οργάνων, χειρίζεται προσωπικά υποθέσεις της Προεδρίας, συναλλάσσεται με ξένους ηγέτες και λίγο πολύ διαμορφώνει μια στρατηγική τόσο για την εσωτερική όσο και την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Σε αυτές τις συνθήκες η κόπωση, ακόμη και η κατάρρευση μερικές φορές μάλλον είναι δικαιολογημένες.

Η Τουρκία έχει μπει σε βαθιά κρίση. Η υπερεπέκταση προκαλεί αντιδράσεις από τις περιφερειακές δυνάμεις, η οικονομία θα υποστεί πλήγματα εφόσον συνεχιστούν οι πειραματισμοί με τα επιτόκια, η εσωτερική αγανάκτηση θα μεγαλώσει. Οι εκλογές του 2023 θα είναι το ορόσημο και ο Ερντογάν θα κάνει ό,τι «χρειασθεί», προκειμένου να μην τις χάσει.

Το ερώτημα δεν είναι αν πέφτει ο Ερντογάν ή αν καταρρέει η Τουρκία, αλλά το εάν η πορεία προς το 2023 θα κάνει τον Ερντογάν σοφότερο. Κάτι μάλλον δύσκολο, καθώς η εξουσία έχει γίνει DNA και αναδεικνύεται πιο ισχυρό, από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.

Σε κάθε περίπτωση όμως η εικόνα της «καταρρέουσας» Τουρκίας είναι λανθασμένη. Γιατί εκτός των άλλων δεν επιτρέπει μια ψύχραιμη αποτίμηση της κατάστασης των προκλήσεων και των απειλών. Εξάλλου μια τέτοια Τουρκία θα είναι ακόμη πιο επικίνδυνη για εμάς.