Κανείς για να σαλπίσει το ''φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους''...



Αχ αυτός ο λαός, ο λαός μας, πόση σοφία και εμπειρία ζωής μετάγγισε στη γλώσσα και τη λαϊκή μας παράδοση και πόσες μεγάλες αλήθειες διατύπωσε μέσα από ολιγόλογες και ξεκάθαρες φράσεις!..

   Λόγια και φράσεις που εντυπώνονται βαθιά στη μνήμη των Ελλήνων και μεταδίδονται από γενιά σε γενιά σαν πνευματική παρακαταθήκη των προγόνων στους απογόνους τους μεστή από θυμοσοφία, λακωνικότητα και γλαφυρότητα.

   Λόγια και φράσεις που ζυμώθηκαν στην ειρήνη και τον πόλεμο, σε ποικίλες συνθήκες ζωής. Λόγια και φράσεις οι οποίες πέρασαν στην Ιστορία για να φωτίσουν, να ξυπνήσουν, να προειδοποιήσουν τους Έλληνες, σαν γλωσσαμύντορας ηνίοχος που ζητά να προστατέψει τον κόσμο από τις παγίδες που θα βρει μπροστά του.

   Μια απ' αυτές τις παγίδες που, στην περίπτωση της Ιστορίας, ''μεταφράζεται'' σε αναπάντεχο πρόβλημα για όποιον θέλει να αναρριχηθεί στα σκαλιά της εξουσίας ή ωθείται να το κάνει λόγω ιδιοτέλειας εκείνων που τον ωθούν, είναι η παροιμία: ''Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα, τον τρώνε οι κότες''.

  Στην περίπτωση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη τα ''πίτουρα'' ήταν η πολιτική στην οποία τον ενέπλεξε άθελά του - σε εποχή ''βρασμού'' της Ελληνικής Επανάστασης - το ''διευθυντήριο'' της Β' Εθνοσυνέλευσης του Άστρους (Μάρτιος 1823) κάνοντάς τον αντιπρόεδρο του Νομοτελεστικού, αφού του αφαίρεσε προηγουμένως, ''για λόγους δημοκρατικής ισορροπίας'', την αρχιστρατηγία.

   Όλως τυχαίως το εν λόγω περιστατικό έγινε όταν ο ''Γέρος του Μοριά'' αρνήθηκε την πρόταση του Οδ. Ανδρούτσου για εξόντωση των πολιτικών, πριν προλάβουν αυτοί να τους εξοντώσουν, να εξοντώσουν δηλαδή τους στρατιωτικούς που, λόγω των κατορθωμάτων τους, είχαν αποκτήσει περισσότερο κύρος. Κι αυτό ενοχλούσε την παράταξη των πολιτικών της οποίας η αίγλη είχε μειωθεί μετά την αποτυχία του Μαυροκορδάτου στα Πέτα (Ιούλιος, 1822, Άρτα).

   Έτσι έγινε και ο ''Γέρος του Μοριά'' -- επειδή αρνήθηκε να βάψει τα χέρια του με αδελφικό αίμα -- βρέθηκε στη μέση εμφυλιοπολεμικών έριδων μεταξύ στρατιωτικών και πολιτικών,  οι οποίοι τρία χρόνια μετά την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης - αντί να είναι ενωμένοι - είχαν διχαστεί με ευθύνη της τότε κυβέρνησης του Γιώργου Κουντουριώτη (Προέδρου της Προσωρινής Διοίκησης της Επανάστασης).

   Του Κουντουριώτη ο οποίος αντιμετώπιζε εχθρικά τον Μοριά σε βαθμό που πείστηκε από τον Κωλέττη να κατεβάσει ρουμελιώτικο στρατό εναντίον του, την ίδια στιγμή που έπαιρναν κι έδιναν οι προτροπές του ''πρωθυπουργού'' Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και της φατρίας των προεστών και των ''καλαμαράδων'' πολιτικών στην κυβέρνηση να εξοντώσει τους στρατιωτικούς με πρώτο απ' όλους τον Κολοκοτρώνη.

 Το ''μέλι'' της εξουσίας ήταν το ποθούμενο από τότε κι αυτός ήταν ο λόγος που τρώγονταν μεταξύ τους πολιτικοί και στρατιωτικοί σε βαθμό εκρηκτικό, αλληλοσπαρασσόμενο, με ζητούμενο το ποιος θα έχει την εξουσία μετά από την μελλοντική απελευθέρωση.

   Κορύφωση του αδικοσκοτωμού του α' εμφυλίου (1823-'24) στον τέταρτο χρόνο της Επανάστασης ήταν ο εγκλεισμός τον Φεβρουάριο του '25 του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (αφοπλισμένου και πενθούντα ακόμα τη δολοφονία του γιου του Πάνου από άνδρες του Μαυροβουνιώτη) στη Μονή του Προφήτη Ηλία στην Ύδρα.

   Ο ''εκπεσών δικτάτορας'', όπως αποκαλούσαν τον ''Γέρο του Μοριά'' ειρωνικά οι κυβερνητικοί, δέχθηκε να παραδοθεί χωρίς αντιδράσεις για να σταματήσει το αλληλοφάγωμα. Από εκεί βγήκε με εισήγηση του Παπαφλέσσα (''υπουργού Εσωτερικών και Αστυνομίας'') αργότερα.

  Τότε που τα βρήκαν σκούρα οι πολιτικοί βλέποντας ότι η Ελλάδα κινδύνευε να χάσει ό,τι με αίμα είχε κερδίσει τα δυο πρώτα χρόνια της Επανάστασης μπροστά στον επελαύνοντα Ιμπραήμ ο οποίος ερήμωνε την Πελοπόννησο (σε συνάλληλη δράση με τον Κιουταχή στη Στερεά).

 Η διχόνοια, το σαράκι του διχασμού στο αίμα των Ελλήνων διαχρονικά συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια πυροδοτώντας εμφυλιοπολεμικά μίση και πάθη με αποκορύφωμα τη φυλάκιση του Κολοκοτρώνη τον Σεπτέμβριο του 1833 με την κατηγορία για προδοσία εναντίον του ανήλικου Όθωνα.

 Επτά μήνες μετά, στην από κοινού δίκη Κολοκοτρώνη - Πλαπούτα με πρόεδρο τον Πολυζωΐδη και μέλος τον Τερτσέτη, ήρθε η κατά παραγγελία Κωνσταντίνου Σχινά (''υπουργού Δικαιοσύνης) καταδίκη σε θάνατο αμφοτέρων, η οποία δεν τελεσφόρησε ευτυχώς, γιατί - μετά την άνοδο στο θρόνο του Όθωνα - ελευθερώθηκαν αμφότεροι με ''βασιλική χάρη''...

   Γιατί τα θυμήθηκα τώρα όλα αυτά καθ' οδόν προς το τέλος του επετειακού έτους συμπλήρωσης 200 χρόνων απ' την Ελληνική Επανάσταση του 1821; Γιατί η περριρέουσα ατμόσφαιρα παραπέμπει σε διχαστικές περιόδους του παρελθόντος που πήγαν να μας διαλύσουν σαν έθνος.

  Παραπέμπουν στο '21 και τη δεκαετία πριν την Μικρασιατική Καταστροφή, που μας οδήγησε στο παραπέντε της εθνικής ύπαρξής μας. Τα σημάδια είναι τα ίδια διαχρονικά: κομματισμός, οικονομικοπολιτική και κοινωνική κρίση, ηθική παρακμή και σκυμμένο κεφάλι στους δανειστές του ''χθες'' και τους ποδηγέτες του σήμερα.

 Φυσικά κάθε ιδέα εθνικής απεξάρτησης από εξωτερικές εξαρτήσεις ακυρώθηκε με την οικονομική κρίση που είχε σαν αποτέλεσμα την οκταετία των μνημονίων. Το τυπικό τέλος τους το '18 δεν μας βοήθησε να ξεπεράσουμε τις πληγές, γιατί διατηρήσαμε - σε κυβερνητικό επίπεδο - τον ραγιαδισμό και την υποταγή μέσα μας, με δυσμενές αντίκτυπο στα εθνικά θέματά μας.

   Κήρυκες του ραγιαδισμού, της υποταγής και του συμβιβασμού δεν είναι μόνο οι πολιτικοί, που σέρνουν τον χορό της ηττοπάθειας και της μοιρολατρίας. Είναι και οι... συνεργαζόμενοι και διαπλεκόμενοι με αυτούς εκπρόσωποι των Μέσων που ομνύουν στον κατευνασμό και τις ''καζάν καζάν'' συνευρέσεις μας με τους Τούρκους.

   Που ομνύουν στην νεότερη εκδοχή της ''Ψωροκώσταινας''. Της Ελλάδας που επιλέγει τον μινιμαλισμό απ' τον ''μαξιμαλισμό'' της διεκδίκησης των δικαιωμάτων που της αξίζουν (βλ. ματαίωση της επέκτασης των ΕΧΥ στα 12 νμ και της εξόρυξης υδρογονανθράκων λόγω... περιβαλλοντικής ευαισθησίας).

   Με δεδομένα αυτά, εύλογο είναι να αναρωτιόμαστε πού πάει αυτή η πατρίδα. Η πατρίδα που κρατά ενεργό στο αίμα της το μικρόβιο του εθνικού διχασμού με μπροστάρηδες τους τουρκολάγνους της πολιτικής, της δημοσιογραφικής ελίτ και της μερίδας εκείνης των πνευματικών ανθρώπων οι οποίοι εκδηλώνουν τάσεις μειοδοσίας.

   Όλοι αυτοί, με τη μάσκα των αριστεροδεξιών εκσυγχρονιστών, συμπλέουν μεταπολιτευτικά σ' ένα διεφθαρμένο ''δούναι και λαβείν'' για την προώθηση συμφερόντων αλλότριων προς τα συμφέροντα του Ελληνισμού, τα συμφέροντα της πατρίδας.

   Είναι οι ίδιοι που διαχρονικά έχουν για πατρίδα το πορτοφόλι τους και όνειρο της ζωής τους την προσωπική, επαγγελματική και κοινωνική τους ανέλιξη, αυτήν που χαρακτηρίζει τους τυχοδιώκτες, τους σύγχρονους απογόνους του προσκυνημένου Νενέκου και των ομοίων του τους οποίους είχε στοχοποιήσει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης το 1825.

 Είναι οι ίδιοι που, ανεξάρτητα πού ανήκουν πολιτικά, ανταγωνίζονται στο ποιος θα λαβώσει περισσότερο την Ελλάδα από τις θέσεις ευθύνης τις οποίες κατέχουν. Θέσεις που τους επιτρέπουν να προωθούν είτε αντιπολιτευτικά είτε κυβερνητικά ή συμβουλευτικά τις ιδέες τους για ''ανοιχτά σύνορα'' και μινιμαλιστικές πολιτικές υποχωρητικότητας και απεμπόλησης των εθνικών κεκτημένων και δικαιωμάτων μας.

   Αδιάψευστος μάρτυρας γι' αυτό είναι η καθ' υπόδειξη ξένων  ''συμφωνία Πρεσπών'', η επιλογή για προσφυγή μας στη Χάγη όπου δε θα αποφύγουμε τη ''συνεκμετάλλευση'' του Αιγαίου, η απάρνηση της προοπτικής για επέκταση των ΕΧΥ στα 12 νμ και η ακύρωση κάθε προοπτικής εκμετάλλευσης του υποθαλάσσιου φυσικού πλούτου της πατρίδας μας.

  Όσο δεχόμαστε καθένα από αυτά και όλα αυτά τα ''προσκυνήματα'' (κάτι σαν τα...''προσκυνοχάρτια'' που έδιναν οι Μοραΐτες και Ρουμελιώτες στον Ιμπραήμ και τον Κιουταχή για να επιβιώσουν το 1815) υποβιβάζουμε τον εαυτό μας στη θέση του προσκυνημένου Νενέκου και των ομοίων του, των συμβόλων δηλαδή του δωσιλογισμού και της εθνικής προδοσίας τους οποίους φοβόταν ο ''Γέρος του Μοριά'' και το ομολογούσε:

– Μόνον εις τον καιρόν του προσκυνήματος εφοβήθηκα διά την πατρίδα μου…, έλεγε στα απομνημονεύματά του.

   Κι εγώ, 196 χρόνια από τότε που το ξεστόμισε, εκφράζω τον ίδιο φόβο μ' εκείνον βλέποντας τους υπαίτιους της παρακμιακής εξουθένωσης του Ελληνισμού να τείνουν με τις πολιτικές αποφάσεις τους να μετατρέψουν σε ρευστή την εθνική συνείδηση των Ελλήνων.

  Και το δυστύχημα είναι ότι δεν υπάρχει κανείς ''Κολοκοτρώνης'' σήμερα για να σταματήσει εδώ το κακό και να σαλπίσει το σύνθημα ''Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους''...

Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)