Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν: «Οθωμανοπρεπής», ή μήπως όχι;



Συγγραφή άρθρου: Παρασκευάς-Μάριος Τουρτούνης
(Ο Παρασκευάς-Μάριος Ι. Τουρτούνης είναι ιστορικός από το Μαρκόπουλο Μεσογαίας Αττικής. Είναι Πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με ειδίκευση στην Ιστορία).

Καθ’ όλη την διάρκεια των τελευταίων ετών έχει χυθεί πολύ μελάνι από διάφορους πολιτικούς αναλυτές και άλλους ειδικούς, σχετικά με τον χαρακτηρισμό του Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ως «νεο-οθωμανιστή» πολιτικού, καθώς και άλλων σύγχρονων Τούρκων πολιτικών (όπως ο κ. Αχμέτ Νταβούτογλου) που υποτίθεται ότι επιδιώκουν να δορυφοροποιήσουν τα γειτονικά κράτη της Τουρκίας, τα οποία κατά το παρελθόν είχαν υπάρξει εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.   

Κατ’ αρχάς, εγώ προσωπικά, ως ιστορικός, έχω το επιστημονικό καθήκον να υπεραμυνθώ έναντι της εσφαλμένης αυτής χρήσης των όρων «νεο-οθωμανιστής» και «νεο-οθωμανισμός». Και αυτό, διότι η επιστήμη της Ιστορίας έχει ήδη προβεί στην χρήση του όρου «Νέοι Οθωμανοί» (Yeni Osmanlilar), προκειμένου να ορίσει το σπουδαίο κίνημα ενός μικρού αριθμού μουσουλμάνων φιλελευθέρων διανοουμένων, το οποίο πυροδοτήθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1860, με σκοπό την αμφισβήτηση του απολυταρχικού καθεστώτος του Σουλτάνου Αβδούλ Αζίζ, που βασίλευσε την περίοδο 1861-1876.

Πιο συγκεκριμένα, οι Νέοι Οθωμανοί ήταν ένας πυρήνας μουσουλμάνων διανοουμένων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι οποίοι δεν ήταν ικανοποιημένοι με τις πενιχρές μεταρρυθμίσεις (Τανζιμάτ) στις οποίες είχε προβεί την περίοδο εκείνη (μέσα της δεκαετίας του 1860) η οθωμανική κυβέρνηση. Οι Νέοι Οθωμανοί απαιτούσαν, από την τότε οθωμανική κυβέρνηση, την κατάρτιση και την εισαγωγή ενός φιλελεύθερου Οθωμανικού Συντάγματος. Βέβαια, από εκεί και πέρα, γενικά αποστρέφονταν τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Δύσης και επέμεναν στην ισλαμική θρησκεία ως σημείο αναφοράς για την οργάνωση της οθωμανικής κοινωνίας. Κυριότεροι εκπρόσωποι του κινήματος των Νέων Οθωμανών ήταν ο Ναμίκ Κεμάλ (διανοούμενος, πολιτικός ακτιβιστής και συγγραφέας ο οποίος ανεδείκνυε τις αρχές της ελευθερίας και της οθωμανικής πατρίδας) και ο Ιμπραχήμ Σινασί (διανοούμενος και συγγραφέας ο οποίος επέμενε στην απλοποίηση της πολύπλοκης, τεχνητής διοικητικής, οθωμανικής γλώσσας ώστε να καταστεί πιο κατανοητή και προσιτή για τον απλό λαό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας).

Συνεπώς, καταλήγουμε στο ότι ο κ. Ερντογάν δεν μπορεί και δεν πρέπει σε καμία των περιπτώσεων να χαρακτηρίζεται ως «νεο-οθωμανιστής». Και αυτό, διότι η επιστήμη της Ιστορίας έχει ήδη επιφυλάξει τον όρο αυτό για τον χαρακτηρισμό του πολιτικού κινήματος που αναφέραμε παραπάνω, την στιγμή που η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ακόμα υπάρχουσα.

Ο κ. Ερντογάν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «νεο-οθωμανιστής» μόνο εάν ήταν πράγματι ένας σύγχρονος ιδεολογικός οπαδός του ιστορικού φιλελεύθερου κινήματος των Νέων Οθωμανών. Όμως, ένας συντηρητικός πολιτικός όπως ο κ. Ερντογάν σε καμία περίπτωση δεν θα αποτελούσε οπαδό ενός τόσο φιλελεύθερου κινήματος του οθωμανικού παρελθόντος, όπως εκείνου των Νέων Οθωμανών. Εξάλλου, είδαμε το καλοκαίρι του 2013 με πόσο σκληρό και βάναυσο τρόπο κατέστειλε ο κ. Ερντογάν τις διαδηλώσεις των Τούρκων φιλελευθέρων πολιτών που πραγματοποιήθηκε στο Πάρκο Γκεζί, στην πλατεία Ταξίμ της Κωνσταντινουπόλεως, από τον Μάιο έως τον Αύγουστο του 2013. Η συναρπαστική ειρωνεία είναι ότι ένας από τους εξέχοντες φιλελευθέρους Τούρκους πολίτες που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις του Πάρκου Γκεζί το 2013 ήταν ο φημισμένος Τούρκος ηθοποιός Χαλίτ Εργκέτς, ο οποίος υποδύθηκε τον Σουλτάνο Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή στην ομώνυμη τουρκική τηλεοπτική σειρά (Muhteşem Yüzyıl). Με λίγα λόγια, ένας φιλελεύθερος ηθοποιός που υποδύθηκε μνημειωδώς έναν αυταρχικό σουλτάνο, ο κ. Εργκέντς, διαδήλωσε εναντίον ενός αυταρχικού ηγέτη ο οποίος υποδύεται έναν πιστό στην δημοκρατία πολιτικό, δηλαδή τον κ. Ερντογάν!

Οπότε, έχοντας αποκλείσει τον χαρακτηρισμό του κ. Ερντογάν ως «νεο-οθωμανιστή» που κυκλοφορεί, δυστυχώς, εντονότατα στον χώρο των σύγχρονων πολιτικών αναλυτών και άλλων ειδικών, τώρα θα εξετάσουμε εάν ο κ. Ερντογάν είναι ένας «οθωμανοπρεπής» πολιτικός. Προσωπικά, προτιμώ να μεταχειρίζομαι τον όρο «οθωμανοπρεπής» αντί του «νεο-οθωμανιστής» για έναν σύγχρονο πολιτικό ο οποίος υποτίθεται ότι τηρεί μια πολιτική στάση που παραπέμπει στις οθωμανικές πρακτικές και επιδιώξεις του παρελθόντος. Το ερώτημα, λοιπόν, που θέτουμε στο παρόν κείμενο, είναι εάν τελικά ο κ. Ερντογάν είναι ένας οθωμανοπρεπής πολιτικός ή όχι. Η αλήθεια είναι ότι ο κ. Ερντογάν, ως ανώτατος άρχων της Δημοκρατίας της Τουρκίας, έχει τιμήσει δεόντως το οθωμανικό παρελθόν του Τουρκικού Έθνους. Πιο συγκεκριμένα, έχει προβεί στην επισήμανση ορισμένων σημαντικών ιστορικών επιτευγμάτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με επετειακούς εορτασμούς τους, καθώς και στην συμβολική μετατροπή, τον Ιούλιο του 2020, του χριστιανικού ναού - μουσείου της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινουπόλεως σε μουσουλμανικό τέμενος, σε πλήρη αντιστοιχία με ό,τι είχε κάνει ο Οθωμανός Σουλτάνος Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453. Επίσης, ο κ. Ερντογάν υπήρξε ο πρώτος Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας που βοήθησε ενεργά γόνο του μέχρι πρότινος εξόριστου Οθωμανικού Οίκου, δεχόμενος, το 2017, τον τότε αρχηγό του Οθωμανικού Οίκου Ντουντάρ Αλιοσμάν (1930-2021) να εγκαταλείψει την καταταλαιπωρημένη από τους εμφυλίους πολέμους Συρία (όπου εκείνος διέμενε μέχρι τότε), και να εγκατασταθεί, τελικά, στην Κωνσταντινούπολη.

Βέβαια, κατά την προσωπική μου άποψη, ο κ. Ερντογάν δεν θα πρέπει να χαρακτηρίζεται ως «νεο-οθωμανιστής». Οι ενέργειές του που αναφέραμε μόλις πριν, προσφέρονται για να διαπιστώσουμε απλώς ότι ο κ. Ερντογάν επιδιώκει να τιμήσει δεόντως την οθωμανική κληρονομιά του Τουρκικού Έθνους. Και είναι ο πρώτος Τούρκος Πρόεδρος που το κάνει αυτό σε έναν τόσο έντονο βαθμό, από τότε που έγινε η ανακήρυξη της Τουρκίας, από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ως Δημοκρατίας στις 29 Οκτωβρίου 1923.

Όσον αφορά στην εξωτερική του πολιτική σχετικά με τα γειτονικά κράτη της Τουρκίας, ο κ. Ερντογάν απλώς επιχειρεί να υπερασπιστεί τις πάγιες θέσεις της Τουρκικής Δημοκρατίας σε ζητήματα που παραμένουν από το παρελθόν εκκρεμή, όπως το ελληνοτουρκικό ζήτημα της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο Πέλαγος, και το Κυπριακό Ζήτημα.

Έτσι λοιπόν, πιστεύω ότι ο κ. Ερντογάν δεν θα πρέπει να χαρακτηρίζεται ούτε καν ως «οθωμανοπρεπής». Κι αυτό, διότι, όπως είπαμε, στόχος του κ. Ερντογάν είναι απλώς η ανάδειξη, στην συνείδηση των Τούρκων πολιτών, του «ξεχασμένου», μέχρι πρότινος από την Τουρκική Δημοκρατία, οθωμανικού παρελθόντος ως σημαντικού και αναπόσπαστου ιστορικού στοιχείου του Τουρκικού Έθνους. Τίποτε λιγότερο, και τίποτε περισσότερο, κυρίως όσον αφορά στην εξωτερική του πολιτική. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε ότι ο κ. Ερντογάν προβάλλει «οθωμανοπρεπείς» αξιώσεις εις βάρος γειτονικών του χωρών. Όσοι το ισχυρίζονται αυτό, απλά υπερβάλλουν.
Τελικά, νομίζω ότι ο, πολύ δημοφιλής για τους αναλυτές τελευταία, ορισμός του «νεο-οθωμανισμού» δεν θα πρέπει ούτε καν να υφίσταται. Κατά την γνώμη μου, δεν τίθεται κανένα ζήτημα περί της ύπαρξης «νεο-οθωμανιστικής» (κατά τον ορισμό που μεταχειρίζεται η πλειοψηφία των διαφόρων αναλυτών) ή «οθωμανοπρεπούς» (κατά τον ορισμό που μεταχειρίζομαι εγώ προσωπικά) πολιτικής του Τούρκου Προέδρου κ. Ερντογάν.   

Με ιδιαίτερη ανησυχία πληροφορήθηκα ότι πριν από λίγες μέρες, στις 21/1/2022, ο εμπειρότατος και ικανότατος Υπουργός Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας, αξιότιμος κ. Νικόλαος Δένδιας, ανέφερε ότι στις σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Δυτικών Βαλκανίων δεν χωρά «νεο-οθωμανισμός» από την πλευρά της Τουρκίας. Για εμένα προσωπικά, είναι λυπηρό το γεγονός ότι οι διάφοροι πολιτικοί αναλυτές και άλλοι ειδικοί έχουν κατορθώσει να περάσουν έναν τόσο εσφαλμένο ορισμό στην ρητορική του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας. Κατά την γνώμη μου, ο «νεο-οθωμανισμός» δεν πρέπει να έχει καμία θέση στην ρητορική του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών. Τα ελληνοτουρκικά ζητήματα τα οποία παραμένουν εκκρεμή και πρέπει κάποτε να επιλυθούν, είναι ανάμεσα στα κράτη της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τουρκικής Δημοκρατίας. Κάθε αναφορά σε «νεο-οθωμανισμό» και άλλα συναφή, αποτελούν απόπειρες επίρριψης ευθυνών, υπό την σκιά του οθωμανικού παρελθόντος, στην τουρκική πλευρά της σύγχρονης εποχής, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνονται ακόμη περισσότερο οι ήδη επιβαρυμένες ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η τρέχουσα προκλητική συμπεριφορά της κυβέρνησης της Τουρκικής Δημοκρατίας δεν έχει καμία σχέση με τα οθωμανικά ιδανικά και πρακτικές του παρελθόντος.