Η στρατιωτική νίκη του Πούτιν ήττα για όλους - Και για τη Δύση και για τη Ρωσία



Με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία να προσλαμβάνει διαστάσεις στρατηγικής αντιπαράθεσης μεγάλης διάρκειας, και ενώ η στρατιωτική επικράτηση της Ρωσίας με τα σημερινά δεδομένα θεωρείται η πιθανότερη έκβαση, είναι σαφές ότι αυτή η σύγκρουση δεν θα αφήσει πίσω της παρά μόνο ηττημένους.

Νίκος Μελέτης

Μια Ρωσία κατεστραμμένη οικονομικά, και στη διεθνή απομόνωση και ένα σύστημα που θα καταφύγει σε ακόμη μεγαλύτερο αυταρχισμό και αναθεωρητισμό. Μια Ουκρανία ισοπεδωμένη και μια Δύση η οποία θα πρέπει όχι μόνο να συμβάλει στην ανοικοδόμηση της Ουκρανίας (τουλάχιστον του τμήματος που θα μένει εκτός ρωσικής κατοχής) αλλά και με την πιο σημαντική πρόκληση: τη διαμόρφωση ενός νέου συστήματος διεθνών σχέσεων και μιας νέας Παγκόσμιας Τάξης στο οποίο όμως θα πρέπει να ενταχθεί και η Ρωσία. Διότι κάθε προσπάθεια αποκλεισμού και ταπείνωσης της Ρωσίας, έστω και μετά τη σοκαριστική για τις διεθνείς σχέσεις ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, θα οδηγήσει σε έναν επικίνδυνο ρεβανσισμό, τον οποίο πλήρωσε ακριβά ο πλανήτης όταν επιχειρήθηκε η ταπείνωση της Γερμανίας μετά τον Α' Π.Π.

Αυτά όλα βεβαίως αφορούν περισσότερο την επόμενη ημέρα της σύγκρουσης στην Ουκρανία, τη στιγμή που είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθεί η διάρκεια της και η κατάληξη της.

Ζούμε ήδη τη μεγαλύτερη έξοδο πληθυσμού μετά τον Β' ΠΠ στην Ευρώπη η οποία συνεχίζεται με αυξανόμενο ρυθμό ενώ συγχρόνως μια ανεξάρτητη χώρα στην καρδιά της Ευρώπης δίνει μια άνιση (στρατιωτικά) μάχη για να διασώσει την εθνική αξιοπρέπεια της και να διασώσει όσα εδάφη μπορεί από τον εισβολέα.

Παρά τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η στρατιωτική μηχανή την οποία κινητοποίησε ο Β.Πούτιν, η υπεροπλία έναντι των Ουκρανών είναι συντριπτική. Οι ρωσικές δυνάμεις παρά τη μακρά προετοιμασία της εισβολής αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ανεφοδιασμού, έλλειψη καθαρής στρατηγικής και κυρίως έλλειψη ηθικού. Επίσης, σημαντικό είναι ότι η ρωσική αεροπορία δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει τον έλεγχο στον αέρα και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ουκρανική αντιαεροπορική άμυνα. Και φυσικά απρόβλεπτος παράγοντας για τους Ρώσους, που στο ανατολικό τμήμα της χώρας συνεργάζονται με τους ρωσόφιλους αυτονομιστές, είναι η μαζική άμυνα του ουκρανικού λαού, που καθιστά ακόμη πιο δύσκολο το εγχείρημα του ελέγχου των μεγάλων αστικών κέντρων και των υποδομών.

Όσο οι ημέρες περνούν δεν δοκιμάζεται μόνο το ηθικό και οι αντοχές των Ουκρανών αλλά και ο Β. Πούτιν πιθανότατα θα αναγκασθεί να δώσει εντολή για πιο αποφασιστικές στρατιωτικές κινήσεις οι οποίες μπορεί να τον φέρουν πιο κοντά στην κατάληψη του Προεδρικού Μεγάρου στο Κίεβο, αλλά θα τον εγκλωβίζουν όλο και πιο βαθιά σε ένα διπλωματικό και στρατιωτικό «ναρκοπέδιο».

Με το ΑΕΠ της Ρωσίας να συγκρίνεται με εκείνο της Ισπανίας, με έναν κοστοβόρο πόλεμο και με τη διεθνή κοινότητα να βάζει τη Ρωσία σε οικονομική καραντίνα, την Ευρώπη να δρομολογεί με ταχύτητα την απεξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια (το βασικό χρηματοδοτικό εργαλείο της Ρωσίας και του καθεστώτος), τα χρονικά περιθώρια και για τον επιτιθέμενο είναι ασφυκτικά.

Ο στόχος του Ρώσου προέδρου, δεν κρύφτηκε από την αρχή. Είναι η ρεβάνς για τον τρόπο με τον οποίο τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος. Η μετατροπή της Ουκρανίας σε μια κατ' όνομα ανεξάρτητη χώρα, με ένα καθεστώς υποτελές στη Μόσχα και αφοπλισμένη, ώστε να αποτελεί μια buffer zone για τη Ρωσία.

Τα περί αποναζιστικοποίησης της χώρας είναι επιχειρήματα που δεν πείθουν ούτε τους Ρώσους πολίτες, ενώ η επίκληση του επιχειρήματος της «διάσωσης» των ρωσόφωνων που κινδυνεύουν από «Γενοκτονία» δυστυχώς θυμίζουν τα προσχήματα της Ναζιστικής Γερμανίας, το «Μεγάλο Ψέμα» όταν το 1938 αξιοποίησε τις «πληροφορίες» για 300 νεκρούς Σουδήτες Γερμανούς στην Τσεχία και αφού εκμεταλλεύθηκε τον κατευνασμό της Διάσκεψης του Μονάχου εισέβαλε και διαμέλισε την Τσεχοσλοβακία.

Ο Βλ. Πούτιν ίσως ήλπιζε σε μια νέα «Διάσκεψη Μονάχου» αλλά βρέθηκε απέναντι σε μια πρωτοφανή σε ένταση, αποφασιστικότητα και εύρος αντίδρασης της Δύσης την οποία φαίνεται ότι είχε υποτιμήσει. Μέσα σε λίγες ημέρες, έδωσε «φιλί της ζωής» στο «εγκεφαλικά νεκρό» ΝΑΤΟ, ένωσε όλη τη Δύση ενισχύοντας τη διατλαντική συνεννόηση, οδήγησε τη Γερμανία σε επαναστρατικοποίηση, έχασε πολύτιμους συμμάχους στο εσωτερικό της ΕΕ. Και παρά την αποχή της Ινδίας και της Κίνας στον ΟΗΕ στην ψηφοφορία για την καταδίκη της εισβολής είναι σαφές ότι οι δυο αυτές χώρες δεν θα πρέπει να υπολογίζονται ως «σύμμαχοι» του. Περισσότερο θα ερμηνεύονταν ως στάση αναμονής μέχρι την αποδυνάμωση της Μόσχας.

Επίσης, με την εισβολή στην Ουκρανία ξύπνησε εφιάλτες σε άλλες χώρες στις οποίες υπήρχε ρωσική επιρροή (στα Βαλκάνια) ενώ νομιμοποίησε τη Γεωργία και τη Μολδαβία να ζητούν και οι ίδιες ένταξη σε ένα δυτικό σύστημα ασφάλειας.

Ο Βλ. Πούτιν θεωρεί ότι πλέον έχει υποστεί το κόστος και έτσι δεν έχει κανέναν λόγο να κάνει πίσω, παρά να φθάσει μέχρι τέλους - αυτό που άλλοτε ήταν το πιο ευφάνταστο σενάριο. Τον διαμελισμό ουσιαστικά της Ουκρανίας. Κανείς δεν μπορεί φυσικά να διασφαλίσει ότι δεν θα του ανοίξει η «όρεξη» ώστε να απαιτήσει τον έλεγχο της Γεωργίας και της Μολδαβίας η ακόμη και σε επόμενη φάση τον αφοπλισμό των βαλτικών χωρών …

Στο εσωτερικό της χώρας του δεν υπάρχει καμιά λαϊκή υποστήριξη στον βρώμικο πόλεμο της Ουκρανίας. Αντιθέτως, οι Ρώσοι πολίτες αρχίζουν και βιώνουν μια όλο και πιο δύσκολη καθημερινότητα καθώς οι κυρώσεις τελικά καταλήγουν σε αυτούς μια και οι ολιγάρχες του κύκλου Πούτιν πλήττονται αλλά έχουν διασφαλίσει τον πλούτο τους.

Ο Β. Πούτιν θα πρέπει στο τέλος της ημέρας να εμφανίσει το «κέρδος» της Ρωσίας από αυτή τη μεγάλη περιπέτεια στην οποία έβαλε τη χώρα του. Και γι αυτό δεν θα υποχωρήσει.

Εξάλλου γνωρίζει καλά ότι για έναν αυταρχικό ηγέτη η απώλεια ενός πολέμου οδηγεί συνήθως και στην απώλεια της εξουσίας.

Για τη Δύση επίσης οι προκλήσεις είναι πολλές. Πρέπει πρωτίστως να αποδείξει ότι τα οικονομικά και πολιτικά όπλα που διαθέτει είναι αρκετά για να αποτρέψουν αναθεωρητικές δυνάμεις να πετύχουν τους στόχους τους χρησιμοποιώντας τη στρατιωτική ισχύ. Και κυρίως θα πρέπει να αποφύγει τη μεγάλη παγίδα που στήνει ο Ρώσος πρόεδρος θέλοντας να προκαλέσει μια θερμή σύγκρουση, πιστεύοντας ότι η Δύση θα είναι αυτή που πρώτη θα κλείσει τα μάτια. Η ΕΕ πρωτίστως αλλά και οι ΗΠΑ, θα πρέπει να διαχειριστούν μια μεγάλη ανθρωπιστική κρίση με τα εκατομμύρια Ουκρανούς που αναζητούν σωτηρία φεύγοντας από τη χώρα τους, από τους πολύ περισσότερους που είναι ήδη εσωτερικά εκτοπισμένοι. Η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας είναι ένα κόστος που θα επωμισθεί η Δύση όταν τελειώσει αυτή η περιπέτεια…

Οι οικονομικές συνέπειες της ουκρανικής κρίσης δεν θα αφήσουν αλώβητες τις ευρωπαϊκές οικονομίες αλλά και τις οικονομίες χωρών που είναι συνδεδεμένες με ρωσικές επενδύσεις η με εμπορικές ανταλλαγές με τη Ρωσία. Και ήδη οι Ευρωπαίοι καταναλωτές δέχονται τα πρώτα πλήγματα από την έκρηξη των τιμών των καυσίμων και των σιτηρών.

Η πιο σημαντική πρόκληση όμως είναι ότι όταν και όπως τελειώσει αυτός ο πόλεμος θα πρέπει να αναζητηθεί και διαμορφωθεί ένα νέο πλαίσιο Ασφαλείας και Παγκόσμιας Τάξης, κάτι που κάθε άλλο παρά θα είναι εύκολο, εφόσον η Ρωσία θα επιμένει στη διασφάλιση των κεκτημένων με τα όπλα.

Η συνειδητοποίηση, ότι η αυθάδης και αλαζονική αμφισβήτηση του συστήματος Διεθνών Σχέσεων, η επιδίωξη δια της βίας αλλαγής συνόρων και ο στρατιωτικός τυχοδιωκτισμός τελικά οδηγούν σε αποδυνάμωση του επιτιθέμενου, ίσως μπορέσουν να θέσουν τη βάση για μια σύγκλιση αντιλήψεων με την Κίνα και τη Ρωσία για ένα νέο ισορροπημένο Διεθνές Σύστημα Ασφάλειας. Μέχρι τότε όμως ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς. Και το τίμημα θα είναι βαρύ για όλους.