Η ξεχωριστή στρατιωτική ιδιοφυία του Κολοκοτρώνη



Στις στις 3 Απριλίου 1770 γεννήθηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
 
Γράφει ο ο κ. Λάμπρος Τζούμης, αντιστράτηγος ε.α. και διατελέσας σε καίριες θέσεις στον τομέα της Άμυνας*

Σαν σήμερα στις 3 Απρ. 1770, γεννήθηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης μια στρατιωτική ιδιοφυία, που με την παρουσία του καθόρισε την έκβαση της ελληνικής επανάστασης του 1821.

Είχε τα χαρακτηριστικά ενός ηγέτη όπως θάρρος, αποφασιστικότητα, ανιδιοτέλεια, ευφυΐα, διορατικότητα, ικανότητα να κερδίζει την εμπιστοσύνη, την υπακοή, το σεβασμό των υφισταμένων του και επιπλέον διέθετε πλήρη συναίσθηση της ευθύνης, εμμονή στο σκοπό, κρίση που τον βοηθούσε να παίρνει ταχύτατα ορθές αποφάσεις και να συλλαμβάνει απλά σχέδια, διοικούσε και διηύθυνε τον αγώνα δια του παραδείγματος, με απαράμιλλο θάρρος και αποφασιστικότητα, τα οποία μετέδιδε στους άνδρες του και εξύψωνε το ηθικό τους.

ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Ο στρατηγικός σχεδιασμός και ο συστηματικός τρόπος οργάνωσης που εφάρμοσε έγιναν ορατά με την κήρυξη της επανάστασης. Κατόρθωσε αρχικά να οργανώσει και να συγκροτήσει ένα αξιόλογο, ετοιμοπόλεμο και πειθαρχημένο στρατιωτικό τμήμα από μαχητές που μέχρι τότε ήταν φοβισμένοι αγρότες και κτηνοτρόφοι. Στα στρατόπεδα που δημιουργήθηκαν υπήρχαν όλα τα όργανα διοίκησης και επιμελητείας (καπεταναίοι, ιατροί, φροντιστές, ιερείς, υπασπιστές, κ.λπ.). Ο Κολοκοτρώνης κατάφερε να εμφυσήσει σε απλούς χωρικούς την ιδεολογία και την οργάνωση ενός σώματος τακτικού στρατού.

Το επιχειρησιακό του σχέδιο με την έναρξη της επανάστασης ήταν η μεταφορά του αγώνα στο κέντρο της Πελοποννήσου στην Τρίπολη, αφού πρώτα ανάγκαζε τους Οθωμανούς των γύρω περιοχών να περιοριστούν στα τοπικά κάστρα. Όταν κατελάμβανε την πόλη της Τρίπολης η πτώση των υπολοίπων ήταν θέμα χρόνου. Μετά την κατάληψη της Καλαμάτας αμαχητί στις 22 και 23 Μαρ. 1821, ακολούθησε η σημαντική μάχη του Βαλτετσίου, στις 12 και 13 Μαΐου. Οι Τούρκοι της Τρίπολης ενισχύθηκαν με στρατιωτικά τμήματα που απεστάλησαν από την Ήπειρο και επιτέθηκαν εναντίον του στρατοπέδου των Ελλήνων που βρισκόταν στο Βαλτέτσι. Μετά από 23 ώρες μάχης και με συνεχείς αναδιατάξεις τμημάτων από ελληνικής πλευράς κατόπιν παρεμβάσεων του Κολοκοτρώνη, οι Οθωμανοί ετράπησαν σε άτακτη υποχώρηση με μεγάλες απώλειες. Ήταν η πρώτη μεγάλη νίκη των ελληνικών δυνάμεων από την έναρξη της επανάστασης, που οδήγησε στην άλωση της Τρίπολης. Αμέσως μετά τη μάχη, ο Κολοκοτρώνης συγκινημένος μίλησε στους άνδρες του και όπως αναφέρει ο ίδιος στα απομνημονεύματά του, τους είπε μεταξύ άλλων ότι η ημέρα αυτή πρέπει να καθαγιαστεί με νηστεία όλων και να εορτάζεται η επέτειός της εις «αιώνας αιώνων, έως ου στέκει το έθνος, διότι ήτο η ελευθερία της πατρίδος».

Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΠΟΛΗΣ

Η επόμενη ενέργεια και ο τελικός στόχος σύμφωνα με τον επιχειρησιακό σχεδιασμό του Κολοκοτρώνη ήταν η κατάληψη της Τρίπολης. Τον Ιούλιο έφτασε στην πόλη και ο Δημ. Υψηλάντης, στον οποίον η Πελοποννησιακή Γερουσία (Διοικητικό και πολιτικό όργανο που συγκροτήθηκε από τους επαναστατημένους Έλληνες τον Μάιο του 1821), αρνήθηκε την πολιτική ηγεσία της επανάστασης. Το γεγονός αυτό, δημιούργησε συνθήκες διχασμού και εμφυλίου πολέμου, μετά από αντιδράσεις του απλού λαού. Κατόπιν παρέμβασης του Κολοκοτρώνη που διέβλεψε τον κίνδυνο να χαρακτηρισθεί η επανάσταση από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής ως ταξική και όχι ως εθνική, το θέμα διευθετήθηκε. Ο Κολοκοτρώνης με την κίνηση αυτή απέδειξε ότι πέραν της στρατιωτικής του ιδιοφυΐας είχε και την οξυδέρκεια για τις ενδεχόμενες πολιτικές εξελίξεις.

Το σχέδιο του Κολοκοτρώνη για την κατάληψη της Τρίπολης δεν περιελάμβανε μια κατά μέτωπο αντιπαράθεση με τον τουρκικό στρατό διότι γνώριζε τις δυνατότητες των στρατευμάτων που ο ίδιος είχε προετοιμάσει. Η στρατηγική που επέλεξε ήταν ο κλεφτοπόλεμος και η απαγόρευση ανεφοδιασμού της πόλης με τρόφιμα. Η τακτική ανταποκρινόταν στην ανάγκη ολιγάριθμων ομάδων να πολεμήσουν ελαχιστοποιώντας τις απώλειές τους.
 
Εφάρμοσε την περίσφιξη της Τρίπολης με τη σταδιακή προώθηση των ελληνικών δυνάμεων, τον ανεφοδιαστικό στραγγαλισμό και την καταστροφή υδραγωγείων και πηγών ύδρευσης της πόλης. Οι ελληνικές ενέδρες αποδεκάτιζαν το οθωμανικό στράτευμα, ενώ ο άμαχος πληθυσμός πιεζόταν υπερβολικά από τις ελλείψεις. Οι πολιορκημένοι κατά τη διάρκεια της νύκτας επιχειρούσαν συχνές εξόδους για εξεύρεση τροφίμων, ή συλλογή καρπών από τα γύρω αγροκτήματα. Η προσπάθεια των Ελλήνων να σταματήσουν τον τουρκικό ανεφοδιασμό απαιτούσε την προώθηση των πολιορκητικών στρατοπέδων σε θέσεις πιο κοντά στην πόλη. Αυτό όμως δεν μπορούσε να γίνει λόγω έλλειψης πυροβολικού κι έτσι οι ελληνικές δυνάμεις παρέμεναν σε πιο ασφαλείς απομακρυσμένες θέσεις. Για το λόγο αυτό ο Κολοκοτρώνης διέταξε τη δημιουργία πολεμικού χαρακώματος-αναχώματος «γράνα», όπως την ονόμαζαν οι Έλληνες που είχε σκοπό την αναχαίτιση των τουρκικών εξορμήσεων. Τη νύκτα της 9ης προς 10ης Αυγ. 1821, σε ενέργεια προσβολής των ελληνικών τμημάτων και εύρεσης τροφίμων από τις οθωμανικές δυνάμεις, υπήρξε σφοδρή σύγκρουση για την έκβαση της οποίας καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε το έργο αυτό (γράνα), αλλά και προσωπικά ο Κολοκοτρώνης. Οι Οθωμανοί είχαν υποτιμήσει το εν λόγω πολεμικό ανάχωμα, θεωρώντας ότι πρόκειται περί συνόρων που κατασκευάζουν οι επαναστατημένοι Έλληνες για διαμοιρασμό των χωραφιών σε τυχόν επικράτησή τους. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής εμπλοκής η οποία γενικεύτηκε επί του αναχώματος, οι Τούρκοι προσπάθησαν να παρέμβουν με ιππικό το οποίο εστάλη από την Τρίπολη. Ο Κολοκοτρώνης διαβλέποντας τον κίνδυνο διέταξε την αμφίπλευρη παράταξη των ελληνικών τμημάτων (πλάτη με πλάτη), ώστε να υπάρχει δυνατότητα πυρών και από τις δύο πλευρές, «δίζυγο» πυρ όπως ονομάσθηκε. Επιπλέον διέταξε την ενέργεια αντιπερισπασμού προς την Τρίπολη. Το γεγονός αυτό δημιούργησε σύγχυση στις τουρκικές δυνάμεις οι οποίες υπό τον φόβο του αποκλεισμού και της περικύκλωσης ετράπησαν σε άτακτη κίνηση υποχώρησης με πολύ μεγάλες απώλειες. Η επιτυχής έκβαση της μάχης αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων, ενώ υπήρξε καίριο πλήγμα για εξεύρεση προμηθειών από τους Οθωμανούς. Οι προσπάθειες των Τούρκων για ενίσχυση των πολιορκημένων με μεταφορά δυνάμεων δεν είχαν αποτέλεσμα. Καθοριστική υπήρξε η Μάχη των Βασιλικών στη Φθιώτιδα στις 25 και 26 Αυγ. 1821, όταν τουρκικά στρατεύματα που κατευθύνονταν στην Τρίπολη ηττήθηκαν από ελληνικές δυνάμεις. Η επιδημία τύφου που ξέσπασε λόγω των άσχημων συνθηκών διαβίωσης δημιούργησε συνθήκες ασφυξίας για τους πολιορκημένους Τούρκους. Μετά από σειρά διαπραγματεύσεων που δεν είχαν αποτέλεσμα, η Τρίπολη καταλήφθηκε στις 23 Σεπ. 1821, έξι μήνες μετά από την έναρξη της επανάστασης. Όταν ο Κολοκοτρώνης μπήκε στην πόλη, αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι το άλογο του δεν πατούσε στη γη, λόγω των πτωμάτων και επισημαίνει : «Όταν εμβήκα εις την Τριπολιτσά με έδειξαν εις το παζάρι τον πλάτανο οπού εκρέμαγαν τους Έλληνας, αναστέναξα και είπα: Άϊντε, πόσοι από το σόγι μου και από το έθνος μου εκρεμάστηκαν εκεί. Και εδιέταξα και τον έκοψαν• επαρηγορήθηκα και δια τον σκοτομόν των Τούρκων.»

Η ΜΑΧΗ ΣΤΑ ΔΕΡΒΕΝΑΚΙΑ

Αποτέλεσμα της πολεμικής δεινότητας και ευφυΐας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη ήταν επίσης η νίκη των ελληνικών δυνάμεων στις 26 Ιουλ. 1822, στη μάχη στα Δερβενάκια. Έλαβε χώρα σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή, όταν ο Μαχμούτ Πασάς, γνωστός ως Δράμαλης είχε φθάσει στην Πελοπόννησο με ισχυρή δύναμη 25.000 ανδρών και απειλούσε να καταπνίξει την επανάσταση. Η προέλαση των τουρκικών στρατευμάτων του Δράμαλη προς το εσωτερικό της Πελοποννήσου όταν πέρασε την Κόρινθο, συνοδευόμενη από φρικαλεότητες απέναντι στο ντόπιο πληθυσμό δημιούργησε κύμα πανικού. Ο Κολοκοτρώνης για μια ακόμα φορά βρέθηκε στην πρώτη γραμμή, ανασυγκρότησε τις ελληνικές δυνάμεις και εφάρμοσε ως τρόπο ανακοπής της πορείας του εχθρού την τακτική της «καμένης γης». Η λύση ήταν η καταστροφή όλης της γεωργικής παραγωγής και αποκοπή του ανεφοδιασμού των τουρκικών δυνάμεων σε τρόφιμα. Η κίνηση αυτή ανάγκασε το Δράμαλη να αναβάλει τη συνέχιση της προέλασής του στην ενδοχώρα της Πελοποννήσου και έδειξε ως μόνη οδό διαφυγής την επιστροφή του στην Κόρινθο. Το σχέδιο παραπλάνησης που διέρρευσε ο Δράμαλης περί δήθεν κίνησής του προς την Τρίπολη έπεισε κάποιους οπλαρχηγούς αλλά όχι τον Κολοκοτρώνη. Αντιλήφθηκε τις προθέσεις του Δράμαλη και αποφάσισε πως έπρεπε οι ελληνικές δυνάμεις να αποκλείσουν τα τουρκικά στρατεύματα σε ένα στενό πέρασμα ώστε να εξαλειφθεί η τεράστια αριθμητική υπεροχή του αντιπάλου. Το σημείο που επιλέχθηκε ήταν τα στενά των Δερβενακίων. Την προηγουμένη της μάχης, όταν έγινε αντιληπτό ότι ο Δράμαλης θα επέστρεφε στην Κόρινθο ο Κολοκοτρώνης ανέβηκε στη στέγη ενός σπιτιού και εμψύχωσε τους μαχητές με μια ομιλία που διασώζει ο αγωνιστής της επανάστασης του 1821 και συγγραφέας Φώτιος Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος. Ο Κολοκοτρώνης άρχισε λέγοντας : «Έλληνες, σήμερα εγεννήθημεν και σήμερα θα πεθάνωμεν δια την σωτηρίαν της πατρίδος μας και δια την εδικήν μας».

Ο εγκλωβισμός των τουρκικών στρατευμάτων στα στενά, η πολύ μεγάλη απόσταση μεταξύ τουρκικής εμπροσθοφυλακής και οπισθοφυλακής και η διάταξη των ελληνικών δυνάμεων στα υψώματα γύρω από τη διάβαση, ήταν καθοριστικά σημεία έκβασης της μάχης που ακολούθησε. Το σχέδιο του Κολοκοτρώνη εκτελέστηκε με απόλυτη ακρίβεια, η νίκη για τις ελληνικές δυνάμεις ήταν μεγαλειώδης, η στρατιά του Δράμαλη καταστράφηκε ολοσχερώς και η φλόγα της επανάστασης αναζωπυρώθηκε.

ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΤΣΕΚΟΥΡΙ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΕΝΟΥΣ

Τον Φεβρουάριο του 1825 η ελληνική επανάσταση περνούσε την πλέον κρίσιμη φάση της. Ο Ιμπραήμ Πασάς αποβιβάσθηκε στην Πελοπόννησο με 35.000 Αιγυπτο-τουρκικά στρατεύματα και σκοπό να καταπνίξει την εξέγερση. Η εμφύλια διαμάχη είχε οδηγήσει τον Κολοκοτρώνη σε φυλακή στην Ύδρα. Ο θάνατος του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι και οι φρικαλεότητες των δυνάμεων του Ιμπραήμ απέναντι στον άμαχο πληθυσμό, αφύπνισε τους Έλληνες. Η κυβέρνηση Κουντουριώτη, Κωλέττη, Μαυροκορδάτου, πιεζόμενη από τον λαό αποφάσισε την αποφυλάκιση του Κολοκοτρώνη. Διορίστηκε γενικός αρχιστράτηγος και ο λαός τον υποδέχθηκε στο Ναύπλιο με ενθουσιασμό. Για μια ακόμα φορά ο «Γέρος του Μοριά» έβαλε την Ελλάδα πάνω από εμφύλιες διαμάχες. Ανεβασμένος σε μια πέτρα μίλησε στο συγκεντρωμένο πλήθος και είπε: «Πριν βγω στ’ Ανάπλι, έριξα στη θάλασσα τα πικρά τα περασμένα. Κάντε και σεις το ίδιο».

Ο Ιμπραήμ εφαρμόζοντας το δόγμα του φόβου και της βαρβαρότητας ανάγκασε πολύ μεγάλο αριθμό επαναστατημένων να επιστρέψουν στα χωράφια τους, να δηλώσουν υποταγή ή και να συνεργασθούν μαζί του. Το γεγονός αυτό θορύβησε τον Κολοκοτρώνη, που στα απομνημονεύματά του σημειώνει χαρακτηριστικά: «Μόνον εις τον καιρόν του προσκυνήματος εφοβήθηκα διά την πατρίδα μου». Για την αντιμετώπιση της κατάστασης, αντέτεινε το ιστορικό : «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους». Για την ιστορική ακρίβεια να επισημάνουμε ότι η φράση αυτή του Κολοκοτρώνη εμπεριέχεται σε επιστολή του από το 1822 σε χωριά της Πάτρας, προκειμένου να τον ακολουθήσουν στην πολιορκία της πόλης. Η συγκεκριμένη θέση όμως αποτέλεσε τον πυρήνα της τακτικής του για να αντιμετωπίσει τα αποτελέσματα από την τρομοκρατία του Ιμπραήμ. Όσα χωριά αρνούνταν να επανέλθουν στο ελληνικό στρατόπεδο, δέχονταν αιφνιδιαστικές επιθέσεις από τους άνδρες του. Στις πλατείες οι απαγχονισμένοι συνεργάτες των Τούρκων έκαναν τους διστακτικούς κατοίκους να λάβουν πολύ σοβαρά υπόψη τους τις απειλητικές προειδοποιήσεις του Έλληνα στρατηγού. Μεταξύ των προσκυνημένων που συνεργάστηκαν με τον Ιμπραήμ και ο οπλαρχηγός της επαρχίας Πατρών Δημήτρης Νενέκος, στον οποίο απονεμήθηκε για τις υπηρεσίες του από τον Ιμπραήμ, ο τίτλος του Μπέη. Ο Κολοκοτρώνης αναφέρει στα απομνημονεύματά του την εντολή που έδωσε για την εκτέλεση του Νενέκου, που παρέμενε πιστός στους Τούρκους ακόμα και όταν έφτασε ο Ιωάννης Καποδίστριας ως Κυβερνήτης της Ελλάδος.

 
Η τακτική του Κολοκοτρώνη «φωτιά και τσεκούρι» στους προσκυνημένους, κατέδειξε τον «ατσάλινο» χαρακτήρα της ηγετικής του μορφής και συνέτεινε καθοριστικά στην εθνική συσπείρωση, σε μια κρίσιμη φάση της επανάστασης. Ο Κολοκοτρώνης κατόρθωσε να κρατήσει άσβεστη τη φλόγα της αγώνα και οδήγησε στην ελληνική ανεξαρτησία, όταν τον Οκτ. 1827 ο τριεθνής στόλος Γαλλίας, Ρωσίας και Μ. Βρετανίας, κατατρόπωσε τον Τουρκο-αιγυπτιακό στο Ναυαρίνο.

Όπως αναγράφεται στον ανδριάντα του Θ. Κολοκοτρώνη που έχει στηθεί μπροστά στην παλαιά Βουλή : «Έφιππος χώρει γενναίε στρατηγέ ανά τους αιώνας διδάσκων τους λαούς πως οι δούλοι γίνονται ελεύθεροι.»

*Ο Λάμπρος Τζούμης είναι αντιστράτηγος ε.α. Απόφοιτος της Σχολής Διοίκησης Επιτελών του Στρατού Ξηράς, της Ανωτάτης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου και της Σχολής Εθνικής Άμυνας. Υπηρέτησε στο ΓΕΣ και στο ΓΕΕΘΑ ως επιτελής και σε διευθυντικές θέσεις. Σε εθνικό επίπεδο, τμηματάρχης Συνδρομής στην Αντιμετώπιση Καταστροφών. Στο ΝΑΤΟ εθνικός αντιπρόσωπος της Ελλάδας στις επιτροπές Civil Emergency Planning και Senior Civil Emergency Planning Committee. Διοικητής του 286ου Τάγματος Πεζικού στη Λήμνο, του 38ου Συντάγματος Πεζικού στη Ρόδο της Ελληνικής Δύναμης Κοσσυφοπεδίου και της 88ης ΣΔΙ (Ταξιαρχίας Λήμνου). Υποδιοικητής της ΧVI Mηχανοκίνητης Mεραρχίας Πεζικού (Διδυμότειχο).