Κ. Φίλης στην «Κ»: Η Τουρκία στο νέο σκηνικό της Μέσης Ανατολής



Η ευρύτερη Μέση Ανατολή βρίσκεται σε περίοδο ανακατατάξεων. Πρόκειται για μια παρατεταμένη φάση αλλαγών και ανατροπών που ξεκίνησε με την αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ, συνεχίστηκε με τη στροφή των ΗΠΑ προς την Ασία και κορυφώθηκε με το ξέσπασμα των αραβικών εξεγέρσεων, που υποστηρίχθηκε από την κυβέρνηση Ομπάμα. Στον απόηχο αυτών, και αφού μεσολάβησε η συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα, γεγονός που επέτεινε την ήδη συνεχώς αυξανόμενη δυσπιστία των περισσότερων αραβικών ηγεσιών για την Ουάσιγκτον, προέκυψε η αντιπαράθεση ανάμεσα στο Κατάρ και στις υπόλοιπες μοναρχίες του Κόλπου, που τερματίστηκε μετά την αναγνώριση του Ισραήλ από Μπαχρέιν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σουδάν και Μαρόκο.

Κωνσταντίνος Φίλης

Την τελευταία εξέλιξη την πιστώνεται η κυβέρνηση Τραμπ, όπως άλλωστε ευμενώς δεκτή από τους παραδοσιακούς εταίρους των ΗΠΑ στην περιοχή έγινε και η αποχώρησή τους από τη συμφωνία με την Τεχεράνη. Ενώ η δυναμική της προσέγγισης Ισραήλ – αραβικών κρατών συνεχίζεται, οι ηγεσίες τους προβληματίζονται με την προσπάθεια εξεύρεσης κοινού παρονομαστή ανάμεσα σε Αμερικανούς και Ιρανούς. Ετσι και αλλιώς, η θέση της Ουάσιγκτον είναι εμφανώς εξασθενημένη, ακόμη και μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όπου Αραβες και Ισραηλινοί τηρούν στάση αναμονής και ουδετερότητας. Αυτή εξηγείται εν μέρει από την αγωνία τους για την εκτόξευση των τιμών σε βασικά αγαθά και τον φόβο πως αυτές μπορεί να οδηγήσουν σε κοινωνικές αναταράξεις, όπως και από την ισχυροποίηση των θέσεων της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή –είτε μέσω αμυντικών συμφωνιών είτε μέσω Συρίας–, αλλά στη βάση της έχει την αποστασιοποίησή τους από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις πολιτικές τους. Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι ηγέτες των κρατών του Κόλπου απέφυγαν ακόμη και να συνομιλήσουν με τον πρόεδρο Μπάιντεν και τον περιοδεύοντα στην περιοχή υπουργό Εξωτερικών Μπλίνκεν, ενώ το Ισραήλ επιχείρησε για πρώτη φορά στην ιστορία του να αναπτύξει ρόλο διαμεσολαβητή. Ανεξάρτητα από τους τακτικούς υπολογισμούς (ρωσικό στοιχείο εντός Ισραήλ και κατανόηση OPEC με Μόσχα), η εδραιωμένη άποψη ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε αποδρομή από την περιοχή κλονίζει περαιτέρω την εμπιστοσύνη προς αυτές. 

Ομως, υπάρχει και κάτι βαθύτερο: οι περιφερειακοί δρώντες έχουν συσσωρεύσει οργή και απογοήτευση από τα λάθη των Αμερικανών της τελευταίας 20ετίας, ανησυχούν μετά την άγαρμπη φυγή από το Αφγανιστάν και εκτιμούν ότι πορευόμαστε προς έναν μεταδυτικό κόσμο, οπότε δεν επιθυμούν να ταυτιστούν με δυνάμεις που ακολουθούν καθοδική πορεία, διατηρώντας περισσότερες επιλογές στο τραπέζι.

Παρόμοια είναι η αντίληψη της τουρκικής ηγεσίας. Η Αγκυρα διαφημίζει κυρίως προς τις χώρες της Ανατολής τον μεγάλο βαθμό αυτονομίας στις αποφάσεις της (π.χ. μη συμμετοχή στις κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας, συμπλήρωση δρομολογίων αεροπορικών πτήσεων από και προς τη Ρωσία, πρόθεση φιλοξενίας Ρώσων ολιγαρχών) και μάλιστα ερμηνεύει αυτή τη συνθήκη ως μετεξέλιξή της σε παγκόσμια δύναμη. Ταυτόχρονα, ακολουθώντας τη γενικότερη τάση εξομάλυνσης, κλείνει ένα ένα τα μέτωπα με αραβικές χώρες και Ισραήλ, αν και η αλαζονική διάθεση του Ερντογάν καθώς και οι δεσμεύσεις που έχει αναλάβει στο παρελθόν τον εμποδίζουν απ’ το να κινηθεί με την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα που επιθυμεί. Ας κρατήσουμε, πάντως, ότι αποδεικνύεται για μία ακόμη φορά ένας χαμαιλέοντας. Οταν δυσκολεύουν τα πράγματα για αυτόν, βάζει σε δεύτερη μοίρα ιδεολογία και θρησκεία. 

Σε αυτό το σημείο εντοπίζονται εμπόδια: η πολωτική και συχνά ακραία ρητορική του Ερντογάν, η ριζοσπαστικοποίηση μέρους της τουρκικής κοινωνίας και το εγχείρημα εγκαθίδρυσής της ως χώρας-προστάτη σουνιτών μουσουλμάνων και Αράβων, παγίωσε ένα κλίμα δυσπιστίας έναντί του. Το μεν Ισραήλ επειδή τον είχε δαιμονοποιήσει ώστε ο λόγος του να έχει απήχηση στους Αραβες, οι δε αραβικές ηγεσίες είχαν θορυβηθεί από την αξιοσημείωτη απήχηση του Τούρκου προέδρου στους πολίτες τους. Τώρα βέβαια που ο Ερντογάν επιχειρεί στροφή 180 μοιρών, οι μεν Αραβες τον βλέπουν ως έναν ακόμη ηγέτη που συμβιβάζεται με το Ισραήλ (γι’ αυτό προσπαθεί να ισορροπήσει για να μην απολέσει το ακροατήριό του), οι δε αρχηγοί κρατών ναι μεν ικανοποιούνται, μιας και είναι πλέον περισσότερο συνεννοήσιμος, αλλά δεν μπορούν ακόμη να τον εμπιστευθούν.

Η τουρκική ηγεσία, διαπιστώνοντας την αποδυνάμωση πολλών εκ των μουσουλμανικών αδελφοτήτων εντός του αραβικού κόσμου με τις οποίες είχε συνδεθεί οργανικά, σπεύδει να λάβει τις αποστάσεις της για να «απελευθερωθεί» από αυτές προκειμένου να προσεγγίσει τους Αραβες ηγέτες. Εχει δώσει δείγματα γραφής με την απέλαση ηγετών των Αιγυπτίων Αδελφών Μουσουλμάνων, τη διακοπή λειτουργίας γραφείων τους στην Τουρκία, όπως και με τη μεταφορά της δίκης για την υπόθεση Κασόγκι στη Σαουδική Αραβία. Ορισμένα κράτη, όπως τα ΗΑΕ, έχουν αντιδράσει θετικά, υποβοηθώντας την Τουρκία όχι μόνο οικονομικά αλλά ακόμη και ανοίγοντάς της κανάλι με τους Κούρδους της Συρίας, κάποια άλλα είναι εμφανώς πιο επιφυλακτικά, όπως η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος, αναμένοντας να διαπιστώσουν αν η μεταμόρφωση Ερντογάν είναι πρόσκαιρη ή σταθερή επιλογή.

 Είναι πρόδηλο, πάντως, ότι η Αγκυρα επιχειρεί (τουλάχιστον σε επίπεδο εικόνας) να καταστεί μέρος της λύσης προβλημάτων αντί της διαιώνισής τους, προσεγγίζοντας ακόμη και τον Ασαντ, κάτι που θα θελήσει να εξαργυρώσει στη συνέχεια. Μην αποκλείσουμε λοιπόν να προτείνει λύσεις στην Ανατολική Μεσόγειο με επίκεντρο την ενέργεια, τώρα που η ασφάλεια τροφοδοσίας της Ε.Ε. έχει καταστεί προτεραιότητα.

* Ο κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων και αναπληρωτής καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος. Κυκλοφορεί το βιβλίο του «Διεκδικητικός Πατριωτισμός. Ανατομία μιας συζήτησης που δεν έγινε ποτέ» (εκδόσεις Παπαδόπουλος).