Το κοίτασμα φυσικού αερίου στην Κυπριακή ΑΟΖ: Τι μπορούμε να κάνουμε χωρίς καθυστέρηση



Γράφει ο Στέλιος Φενέκος, Υποναύαρχος ΠΝ ε.α. 

Όπως ανακοινώθηκε, η κοινοπραξία ENI-TOTAL βρήκε μεγάλο κοίτασμα φυσικού αερίου στο βυθοτεμάχιο 6 της Κυπριακής ΑΟΖ (την οποία αμφισβητεί εμπράκτως η Τουρκία).

Εάν κάποιος νομίζει ότι οι Τούρκοι θα μείνουν χωρίς να διεκδικήσουν εμπράκτως μερίδιο, είναι γελασμένος.

Ακόμη και εάν το κοίτασμα βρέθηκε με γεώτρηση μέσα στην αποδεκτή από την Τουρκία Κυπριακή ΑΟΖ, η Τουρκία θα διεκδικήσει μερίδιο, επικαλούμενη τις προβλέψεις του διεθνούς δικαίου για κοιτάσματα που ανακαλύπτονται στα όρια υφαλοκρηπίδων. Επίσης είναι εξαιρετικά πιθανό να στείλει το γεωτρύπανο τις επόμενες εβδομάδες να κάνει έρευνες στις εγγύς περιοχές που ισχυρίζεται ότι είναι δική της ΑΟΖ.

Και εκτιμάται ότι δεν θα διστάσει να στρατιωτικοποιήσει την κρίση, εάν δεν της αναγνωρισθεί τέτοιο δικαίωμα συνεκμετάλλευσης.

Βέβαια η εύρεση κοιτάσματος στο πεδίο 6 και οι πιθανές διεκδικήσεις της Τουρκίας μειώνουν πρόσκαιρα  τις πιέσεις που υφίσταται η Ελλάδα στις περιοχές δικής της υφαλοκρηπίδας.

Όμως η Κύπρος δεν είναι άλλο έθνος και άλλη χώρα για μας.  Και οφείλουμε να εξαντλήσουμε όλα τα μέσα που διαθέτουμε για να την υποστηρίξουμε, όχι μόνο ως ομοεθνείς και κοινά μέλη στην ΕΕ αλλά και ως εγγυήτρια δύναμη (ποτέ μην το ξεχνάμε αυτό).

ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΜΑΖΙ ΜΕ ΚΥΠΡΟ ΚΑΙ ΑΙΓΥΠΤΟ ΣΤΟ ΔΔΧ
Η πρώτη και άμεση αντίδρασή μας για να προλάβουμε δυσμενείς καταστάσεις που θα είναι εξαιρετικά δύσκολα διαχειρίσιμες είναι να προσφύγουμε το ταχύτερο δυνατόν στο ΔΔΧ μαζί με την Κύπρο και την Αίγυπτο, για την οριστική οριοθέτηση της μεταξύ μας υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ.

Όπως έχω αναλύσει επισταμένα, σε περίπτωση που προσφύγουν στο ΔΔΧ οι τρεις χώρες για την μεταξύ τους οριοθέτηση της ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας, η Τουρκία  θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα συμμετάσχει ή όχι.

Αν ένα κράτος κρίνει ότι σε μια υπόθεση έχει έννομο συμφέρον, που μπορεί να θιγεί από την απόφαση που θα εκδοθεί από το ΔΔΧ (για μία προσφυγή άλλων χωρών), μπορεί να υποβάλει αίτημα στο Δικαστήριο (αναγνωρίζοντάς το ταυτόχρονα) για να του επιτραπεί να παρέμβει στη δίκη.

Το Δικαστήριο θα αποφασίζει για το αίτημα αυτό.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της προσφυγής του Ελ Σαλβαδόρ και την Ονδούρας στο τον Δεκέμβριο του 1986, για την οριοθέτηση θαλασσίων συνόρων όπου η Νικαράγουα αιτήθηκε να συμμετάσχει φοβούμενη ότι η απόφαση του ΔΔΧ δεν θα λάμβανε υπ’ όψη τα συμφέροντά της. Το Δικαστήριο αποδέχθηκε την παρέμβαση και την συμμετοχή της στο ειδικό μόνο τμήμα που την αφορούσε.

Ειδικότερα, «όσες φορές πρόκειται για την ερμηνεία συμβάσεως την οποία έχουν υπογράψει και άλλα κράτη εκτός από τους διαδίκους, ο Γραμματέας πρέπει να ειδοποιεί αμέσως όλα αυτά τα κράτη. Καθένα από τα κράτη αυτά έχει το δικαίωμα να παρέμβει στη δίκη. Αλλά αν κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος, η ερμηνεία που θα δώσει η απόφαση, θα είναι εξίσου υποχρεωτική και για το κράτος αυτό».

Εάν η Τουρκία δεν συμμετάσχει με παρουσία είτε με μνημόνια στην διαδικασία, το ΔΔΧ, όπως επισημαίνει σε άλλες περιπτώσεις, θα δικάσει αρμοδίως με δίκαιο τρόπο.

ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΜΒΟΥΡΓΟΥ
Η άλλη περίπτωση, που δεν έχουμε εξετάσει επαρκώς στο νομικό μας σύστημα και στο Υπουργείο Εξωτερικών, είναι η δυνατότητα αντίστοιχης όπως πιο πάνω προσφυγής των τριών (για τις μεταξύ μας οριοθετήσεις) στο Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας στο Αμβούργο (ITLOS).

Σύμφωνα με το καταστατικό του, υπάρχει δυνατότητα αιτήματος παρέμβασης από τα μέλη του ή εάν αναγνωρισθεί το Δικαστήριο. ” Εάν ένα Κράτος Μέλος θεωρεί ότι έχει συμφέρον νομικής φύσεως που μπορεί να επηρεάζεται από την απόφαση σε οποιαδήποτε διαφορά, μπορεί να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για να του επιτραπεί να παρέμβει. Εναπόκειται στο Δικαστήριο να αποφασίσει σχετικά με αυτό το αίτημα.”

Εάν γίνει δεκτό αίτημα παρέμβασης, η απόφαση του Δικαστηρίου σε σχέση με την διαφορά θα είναι δεσμευτική και για το Κράτος Μέλος που παρεμβαίνει, στο βαθμό που η απόφαση σχετίζεται με θέματα για τα οποία παρενέβη το εν λόγω Κράτος Μέλος.»

Η απουσία ενός διαδίκου ή η παράλειψη ενός διαδίκου να υπερασπιστεί την υπόθεσή του, δεν αποτελεί εμπόδιο για την διαδικασία. Πριν λάβει την απόφασή του, το Δικαστήριο πρέπει να βεβαιωθεί όχι μόνο ότι έχει δικαιοδοσία επί της διαφοράς, αλλά και ότι η αξίωση είναι βάσιμη από τα πραγματικά και νομικά στοιχεία.

ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ

Πέραν όλων των άλλων μέτρων (διπλωματικών – στην ΕΕ – αμυντικών κλπ), που οφείλει να εξετάσει και να λάβει η κυβέρνηση σε συνεργασία με την Κύπρο, η προσφυγή που προτείνεται παραπάνω έχει το πλεονέκτημα ότι :
α)   Νομιμοποιεί εν πολλοίς τις δικές μας ενέργειες και θα βρούμε υποστηρικτές διεθνώς για την ενέργεια αυτή.

β)   Δίνει συμπληρωματικούς τρόπους και μεγαλύτερα περιθώρια διαχείρισης της φανερής/επερχόμενης κρίσης για την έρευνα και την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων σε διεκδικούμενες από την Τουρκία θαλάσσιες περιοχές κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου και της Ελλάδος.

γ)   Μας δίνει χρόνο να δράσουμε παράλληλα σε όλα τα άλλα πεδία.

Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει επίσης να λάβουμε υπ’ όψη ότι “οι αποφάσεις του Δικαστηρίου δεν έχουν δεσμευτική ισχύ παρά μόνο μεταξύ των μερών αυτής της ιδιαίτερης διαμάχης”.
Συνεπώς μπορεί η Τουρκία, εάν δεν αιτηθεί να συμμετάσχει στην διαδικασία, να αμφισβητήσει την απόφαση του Δικαστηρίου εάν θεωρεί ότι βάλλονται τα συμφέροντά της και να συνεχίσει τις διεκδικήσεις της στο πεδίο.
Όμως Διεθνώς δεν θα νομιμοποιείται πλέον κατ’ ουδένα τρόπο για τις ενέργειές της αυτές.