Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Μιλώντας στην Βουλή στις 27 Ιανουαρίου, ο ΥΕΘΑ αναφέρθηκε στις «Συμφωνίες
αμυντικής συνεργασίας στρατηγικού χαρακτήρα» που έχει συνάψει η παρούσα
κυβέρνηση με ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ, Αίγυπτο, ΗΑΕ, Σαουδική Αραβία και την
προετοιμασία αναλόγων με Μεγάλη Βρετανία και Γερμανία.
Στην παρούσα χρονική συγκυρία, το ζήτημα που απασχολεί τους περισσότερους από
αυτούς τους συμμάχους ή εταίρους αλλά και το ΝΑΤΟ, είναι η υποστήριξη της
Ουκρανίας εναντίον της ρωσικής εισβολής. Η Ελλάδα τάχθηκε από την πρώτη στιγμή
ανεπιφύλακτα στο πλευρό της Ουκρανίας και συνέδραμε ενεργά με αποστολή
χρειαζουμένου αμυντικού υλικού.
Η κίνηση αυτή δέχθηκε τα πυρά της αντιπολίτευσης, κάτι το αναμενόμενο.
Σταδιακώς όμως η κινητικότητα αυτή περιορίστηκε σοβαρά και στην τελευταία
σύσκεψη των 54 χωρών που στέκονται στο πλευρό της Ουκρανίας (Ramstain 8) η
ελληνική παρουσία ήταν υποβαθμισμένη. Προκειμένου να ελεγχθεί η πίεση για
συνεισφορά με επιπλέον πολεμικό υλικό, αντί για τον ΥΕΘΑ, στο Ραμστάιν παρέστη
ο ΥΦΕΘΑ.
Η αντιπολιτευτική κριτική, αποκτά αυξημένη πολιτική σημασία στον παρόντα
χρόνο, λόγω των επικειμένων εκλογών. Εκτός όμως από την λαϊκιστικού τύπου
πίεση στην οποία υποκύπτει η κυβέρνηση, έχει τεθεί και όριο στον βαθμό
αποστασιοποιήσεως με την Μόσχα, για σκοπούς ευρύτερης διπλωματικής
πολιτικής.
Έτσι, στις πιέσεις των συμμάχων για παραχώρηση πιο σύγχρονων ρωσικής
κατασκευής όπλων (S-300PMU1, Tor-M1, OSA-AK) η Αθήνα δεν εμφανίζεται πρόθυμη
να προχωρήσει σε κάτι που απαιτεί (τεχνικώς αλλά εντελώς τυπικώς μάλλον λόγω
του πολέμου) την παραχώρηση πιστοποιητικού τελικού χρήστη από την Μόσχα.