Τανκς ή όχι τανκς στην Ουκρανία: Το λάθος δίλημμα



Οι ΗΠΑ, η Γερμανία και άλλοι σύμμαχοι πρέπει να προχωρήσουν κύρια άρματα μάχης και τα άλλα όπλα τα οποία απαιτεί το Κίεβο
Του Andreas Kluth

Από τότε που ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν διέταξε την επίθεσή του κατά της Ουκρανίας πέρυσι, η Δύση αντιμετωπίζει ένα αίνιγμα: πώς υποστηρίζει κανείς την Ουκρανία στην ηρωική της αυτοάμυνα χωρίς να σκοντάψει στις “κόκκινες γραμμές” του Πούτιν και να καταλήξει σε μια άμεση πολεμική σύγκρουση της Ρωσίας με το ΝΑΤΟ; Με άλλα λόγια: πώς βοηθά κανείς την Ουκρανία να κερδίσει χωρίς να ξεκινήσει τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο;

Αυτή την εβδομάδα, οι ΗΠΑ, η Γερμανία και η Γαλλία έκαναν ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός ως προς αυτό το εν εξελίξει ζήτημα. Και οι τρεις ανακοίνωσαν ότι θα παραδώσουν στους Ουκρανούς νέα είδη τεθωρακισμένων οχημάτων. Οι Αμερικανοί θα στείλουν θωρακισμένα οχήματα μάχης τα οποία ονομάζονται Bradley. Οι Γερμανοί θα προμηθεύσουν τη χώρα με το αντίστοιχο τους, τα τεθωρακισμένα Marder. Οι Γάλλοι θα στείλουν παρόμοια οχήματα, τα οποία στη δική τους περίπτωση ονομάζονται AMX-10.

Τανκς;

Το να αποκαλείς τα συγκεκριμένα οχήματα τανκς είναι τεχνικά ένα ζήτημα. Τα Bradley και τα Marder έχουν πολυβόλα και ερπύστριες, ωστόσο ο κύριος σκοπός τους είναι να μεταφέρουν στρατιώτες πεζικού όπου αυτοί χρειάζονται. Τα AMX-10 έχουν τροχούς αντί για ερπύστριες και χρησιμεύουν κυρίως για αναγνωριστικές επιχειρήσεις.

Η Ουκρανία χρειάζεται απεγνωσμένα τα συγκεκριμένα οχήματα. Απαιτούνται ωστόσο επίσης και τα λεγόμενα “κύρια άρματα μάχης” όπως το αμερικανικό M1 Abrams, το γερμανικό Leopard 2 ή το γαλλικό Leclerc. Αυτά είναι τα βαριά “τέρατα” που ξερνούν φωτιά η οποία μπορεί να διαπεράσει τις ρωσικές γραμμές και να βοηθήσει στην ανακατάληψη των κατεχόμενων από τους Ρώσους ουκρανικών εδαφών.

Ακόμα κι έτσι, τα Bradley, Marder και AMX-10 αντιπροσωπεύουν ήδη μια ευπρόσδεκτη στροφή. Περισσότερο από τα άλλα όπλα που έχει στείλει η Δύση στην Ουκρανία, διασχίζουν τη θολή γραμμή μεταξύ αμυντικού και επιθετικού πολεμικού εξοπλισμού, μια διάκριση η οποία συχνά δεν έχει νόημα στο πεδίο της μάχης.

Υπάρχει φυσικά μεγάλη διαφορά τόσο σε επίπεδο στρατηγικής, όσο και σε επίπεδο κρατικής πολιτικής. Δυτικοί ηγέτες, όπως ο καγκελάριος της Γερμανίας Όλαφ Σολτς, μέχρι στιγμής έχουν κάνει λάθος προς την πλευρά της επιφυλακτικότητας, την οποία έχουν ορίσει ως προμήθεια της Ουκρανίας αποκλειστικά με αμυντικά όπλα. Αυτά περιλαμβάνουν τα γερμανικά τεθωρακισμένα Gepard, τα οποία ειδικεύονται στην κατάρριψη εχθρικών αεροσκαφών, πυραύλων ή drones και τα IRIS-T, επίσης σύστημα αεράμυνας. Οι Αμερικανοί στέλνουν αντιπυραυλικούς εκτοξευτές Patriot και οι Γερμανοί θα προσθέσουν μια δεύτερη συστοιχία από τα αποθέματά τους.

“Κόκκινες γραμμές”

Η ηθική και στρατηγική λογική λέει ότι ακόμη και ο Πούτιν και η ρωσική κοινή γνώμη δεν θα μπορούσαν σε καμία περίπτωση να θεωρήσουν την προμήθεια αμυντικών όπλων στην Ουκρανία ως υπέρβαση μιας κόκκινης γραμμής. Το IRIS-T πυροβολεί ενάντια σε ρωσικά αντικείμενα μόνο εάν οι Ρώσοι τα εξαπολύσουν πρώτα ενάντια σε πόλεις της Ουκρανίας οπότε, εάν δεν αρέσει στους Ρώσους, μπορούν απλώς να σταματήσουν να ασκούν τρομοκρατία ενάντια τους Ουκρανούς.

Για να υπερασπιστεί η Ουκρανία τον εαυτό της και τον λαό της, ωστόσο, πρέπει επίσης να διώξει τους Ρώσους από τις ουκρανικές περιοχές που ο Πούτιν ισχυρίζεται γελοιωδώς ότι έχει “προσαρτήσει” από το περασμένο φθινόπωρο – τις επαρχίες Χερσώνα, Ζαπορίζια, Λουχάνσκ και Ντονέτσκ. Σε τακτικό επίπεδο, η διάκριση μεταξύ άμυνας και επίθεσης καταρρέει. Η Ουκρανία δεν μπορεί να κερδίσει και η Ρωσία δεν μπορεί να χάσει, εάν οι Ουκρανοί δεν μπορούν να αναλάβουν πρωτοβουλία ενάντια στους Ρώσους επί του πεδίου.

Γι’ αυτό οι ΗΠΑ, η Γερμανία και άλλοι σύμμαχοι πρέπει να προχωρήσουν περισσότερο και να παραδώσουν τα κύρια άρματα μάχης και τα άλλα όπλα τα οποία απαιτεί το Κίεβο. Ένας απαράβατος όρος εδώ, όμως έχει πράγματι νόημα. Οι Ουκρανοί δεν πρέπει να χρησιμοποιήσουν κανένα δυτικό όπλο για να εξαπολύσουν μια αντεπίθεση μέσα στο έδαφος της ίδιας της Ρωσία και μάλλον θα πρέπει να συγκρατηθούν από το να χτυπήσουν οτιδήποτε εντός αυτού του εδάφους. Εάν το Κρεμλίνο, με ή χωρίς τον Πούτιν, έχει πράγματι μια κόκκινη γραμμή, μια τέτοια “εισβολή” θα ήταν το ξεπέρασμά της – όπως υπονοεί το πυρηνικό δόγμα της Ρωσίας.

Πέρα από αυτό, ωστόσο, μάλλον δεν έχει νόημα να ανησυχούμε τόσο πολύ για τις κόκκινες γραμμές του Πούτιν. Είναι εξάλλου εντελώς θολές και κινητές. Με το μυαλό του διαμορφωμένο στην KGB, θα μπορούσε απλώς να μπλοφάρει όταν κροταλίζει το πυρηνικό του σπαθί και προχωρεί σε άλλες διαβολικές απειλές. Όπως όλοι οι νταήδες, θέλει να εμπνεύσει φόβο, ωστόσο φοβάται την πραγματική δύναμη. Αφήστε τον αντίθετα να ανησυχεί για τις κόκκινες γραμμές της Δύσης.

Όταν ο Πούτιν εισέβαλε στην Ουκρανία, υπέθετε ότι θα μπορούσε να την συντρίψει ενώ ταυτόχρονα θα δίχαζε, θα εκβίαζε και θα παρότρυνε τη Δύση να αποδεχθεί το αποτέλεσμα – αυτό είναι το μάθημα που πήρε από την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Όπως πρέπει τώρα να συνειδητοποιήσει, έκανε λάθος σε όλους του τους υπολογισμούς. Πρέπει ωστόσο να συνεχίσει να κάνει λάθος. Η καλύτερη πολιτική για τους Ουκρανούς είναι να συνεχίσουν να τον πολεμούν με ό,τι διαθέτουν και για τη Δύση είναι να τους δώσει όλα όσα χρειάζονται για να κερδίσουν.

Πηγή: BloombergOpinion