Τα σχέδια ενσωμάτωσης της Λευκορωσίας στη Ρωσία και οι αλήθειες για τη σχέση των δύο χωρών



Η γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung τα κανάλια NDR και WDR και άλλα 14 μέσα, κυρίως ανατολικοευρωπαϊκά, δημοσιοποίησαν από κοινού μυστικό έγγραφο με τίτλο "Στρατηγικοί στόχοι της Ρωσικής Ομοσπονδίας προς τη λευκορωσική κατεύθυνση”, το οποίο εκπονήθηκε το 2021 από τη Διεύθυνση Διασυνοριακής Συνεργασίας της ρωσικής προεδρίας, σε συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες FSB και SVR και το Γενικό Επιτελείο των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων.

Από: capital.gr / Του Κώστα Ράπτη

Το επιφυλακτικό προς τη δημοσιογραφία των διαρροών Eurointelligence, σημειώνει ότι στην πλειοψηφία των αντίστοιχων περιπτώσεων δεν βλέπουμε τόσο το αποτέλεσμα ερευνητικού ρεπορτάζ όσο τη χειραγώγηση των μέσων ενημέρωσης από κυβερνήσεις για δικούς τους σκοπούς. Προσθέτει, ωστόσο, ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να αμφισβητηθεί η γνησιότητα του συγκεκριμένου εγγράφου.

Το έγγραφο, περιγράφει ένα σχέδιο σταδιακής (με τρεις βασικούς σταθμούς το 2022, το 2025 και το 2030) ενσωμάτωσης επί της ουσίας της Λευκορωσίας στη Ρωσική Ομοσπονδία, μέχρι τέλους της δεκαετίας.

Μεταξύ άλλων προβλέπεται η αξιοποίηση της συνταγματικής αναθεώρησης που έχει δρομολογήσει η κυβέρνηση Λουκασένκο στη Λευκορωσία, ώστε να εξασφαλιστεί η υπεροχή της ρωσικής γλώσσας έναντι της λευκορωσικής, να διευκολυνθεί η χορήγηση ρωσικών διαβατηρίων στους Λευκορώσους με απλουστευμένη διαδικασία, να προσελκυσθούν φοιτητές με το άνοιγμα ειδικών εξεταστικών κέντρων, να απομακρυνθούν τα εμπόδια στο διμερές εμπόριο, να ενταχθεί ο μοναδικός πυρηνικός σταθμός της Λευκορωσίας στο ρωσικό δίκτυο διανομής ηλεκτρισμού, να μεταφερθούν οι εξαγωγές/εισαγωγές που εξυπηρετούνται από λιμάνια των Βαλτικών Δημοκρατιών σε ρωσικά λιμάνια, να ενταθεί συνολικά η επιρροή της Ρωσίας στην οικονομία, την κοινωνία και το επικοινωνιακό τοπίο του μικρότερου γείτονά της, με αποκορύφωμα την προοπτική ενοποίησης των ενόπλων δυνάμεων των δύο χωρών και ενδεχομένως νομισματικής ενοποίησης.

Η διαδικασία αυτή (που σύμφωνα με δυτικές μυστικές υπηρεσίες θα μπορούσε να αντιγραφεί και στις περιπτώσεις των αυτοανακηρυχθεισών Δημοκρατιών της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας) θα τελεί υπό την κάλυψη του οργανισμού Rosotrudnitsestvo ("Ρωσική Συνεργασία”).

 Το περιγραφόμενο σχέδιο είναι προφανές ότι έχει καθυστερήσει ως προς την υλοποίηση των άμεσων στόχων του, προφανώς λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, ενώ το ίδιο το έγγραφο καταγράφει προβλήματα που μπορούν να ανακύψουν από εσωτερικές αντιδράσεις στη Λευκορωσία. Από την άλλη πλευρά, ακριβώς το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία και η έμμεση συμμετοχή της Λευκορωσίας στις επιχειρήσεις με τη διάθεση του εδάφους της στις ρωσικές δυνάμεις διέλυσε τις αμφιβολίες για τον πραγματικό προσανατολισμό της κυβέρνησης Λουκασένκο και ενέτεινε την απομόνωση της χώρας από τη Δύση. Αρκεί να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο των δυτικών κυρώσεων έχουν μπλοκαριστεί λευκορωσικές εξαγωγές αξίας 18 δισ. δολαρίων, οι οποίες έκτοτε ανακατευθύνθηκαν προς τη Ρωσία και την Κίνα.

Ωστόσο, ό,τι παρουσιάζεται ως εντυπωσιακή αποκάλυψη θα πρέπει να σχετικοποιηθεί για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι το γεγονός ότι ήδη από το 1999 η Ρωσία και η Λευκορωσία έχουν συγκροτήσει στα χαρτιά ενωτικό υπερκράτος με προοπτική ολοένα και στενότερης ένωσης. Και ο δεύτερος είναι το ότι η επιτάχυνση αυτής της διαδικασίας προέκυψε από κινήσεις της ίδιας της Δύσης.

Η Λευκορωσία, της οποίας ο Λουκασένκο ηγείται αδιαλείπτως από το 1994, υπήρξε το μόνο μετασοβιετικό κράτος που φάνηκε απρόθυμο να "αποσοβιετοποιηθεί” (ακόμη και οι μυστικές υπηρεσίες εξακολουθούν να φέρουν υπερηφάνως το όνομα KGB). Σημαντικό τμήμα τομέων της οικονομίας παραμένει υπό κρατική ιδιοκτησία, ενώ το γεγονός ότι αποφεύχθηκαν διαλυτικά φαινόμενα στην κοινωνία (σε αντίθεση με ό,τι ίσχυσε στο μεγαλύτερο τμήμα του μετασοβιετικού χώρου τη δεκαετία του '90) αποτελεί το κύριο στοιχείο που αποφέρει λαϊκή νομιμοποίηση στον κατά τα λοιπά αυταρχικό Λουκασένκο.

Όμως ο Λουκασένκο (ακριβώς επειδή πριν από οτιδήποτε άλλο υπερασπίζεται τη διαιώνιση της προσωπικής του εξουσίας) δεν υπήρξε ποτέ εύκολος συνομιλητής για τον Πούτιν και διεκδικούσε την αυτοτέλειά του. Αυτό πήρε την προηγούμενη δεκαετία τη μορφή καλλιέργειας των σχέσεων με τη Δύση, υπό τύπον εξισορρόπησης της αντικειμενικής (λόγω της κληρονομημένης από τη Σοβιετική Ένωση διασύνδεσης των οικονομιών) εξάρτησης από τη Μόσχα. Ήταν τότε η εποχή που άρθηκαν προηγούμενες κυρώσεις της Ε.Ε. κατά της Λευκορωσίας και άρχισε να περιγράφεται η χώρα στα δυτικά μέσα ενημέρωσης ως πολλά υποσχόμενη. Άλλωστε οι Συμφωνίες του Μινσκ για την επίλυση της ουκρανικής κρίσης υπογράφηκαν στη λευκορωσική πρωτεύουσα ακριβώς διότι ο Λουκασένκο εμφανιζόταν να τηρεί ίσες αποστάσεις και είχε την αποδοχή και των δύο πλευρών.

Όλα αυτά ανατράπηκαν με το κύμα διαδηλώσεων του 2020 κατά του Λουκασένκο και την υιοθέτηση από τη Δύση της "εξόριστης κυβέρνησης” της Σβετλάνα Τσιχανούσκαγια. Ο Λουκασένκο δεν δυσκολεύθηκε να διακρίνει την απειλή μιας "έγχρωμης επανάστασης”, την οποία κατήγγειλε ως έξωθεν υποκινούμενη, και να μεταστραφεί, μετά την καταστολή της, από μία πολιτική περίπλοκων ισορροπιών στην αποκλειστική πρόσδεση στη Μόσχα. Οι διαπραγματευτικοί ελιγμοί απέναντι στον Πούτιν δεν θα εξαφανισθούν, αλλά τα πραγματικά περιθώρια αυτονομίας του Λουκασένκο έχουν πλέον συρρικνωθεί.