DW-Ουκρανία: Πότε και πώς θα τελειώσει ο πόλεμος



Το ερώτημα πότε προβλέπεται να τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία απασχολεί Γερμανούς αναλυτές οι οποίοι παράλληλα φοβούνται το ενδεχομενο ότι η χώρα τελικά, ηττηθεί από τη Ρωσία.

Δημοσίευμα της Deutsche Welleεπιχειρεί να απαντήσει σε αυτό, γράφοντας ότι η εξέλιξη του πολέμου, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα όπλα που θα στείλει η Δύση στην Ουκρανία.

Αναλυτικά το δημοσίευμα της DW έχει ως εξής:

«Το ερώτημα διατρέχει σχεδόν όλες τις εργασίες της Διάσκεψης Ασφάλειας του Μονάχου και συνδέεται αναπόδραστα με τον προβληματισμό και φόβο μαζί, μήπως η Ουκρανία τελικά δεν κερδίσει αυτόν τον πόλεμο απέναντι στη Ρωσία. Γυρίζοντας πίσω στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του ο πρόεδρος Μακρόν, που το 2022 επέλεξε να κρατήσει ανοιχτό τον δίαυλο διαλόγου με τον Ρώσο ομόλογό του, δεσμεύτηκε έναντι των Ουκρανών, για πρώτη φορά με τόση σαφήνεια, ότι "θα σας βοηθήσουμε μέχρι την νίκη" κάνοντας μια σαφή ρητορική αλλαγή από το "η Ρωσία δεν μπορεί να κερδίσει αυτόν τον πόλεμο". Αλλά η προοπτική τερματισμού του πολέμου δια της διπλωματικής οδού έχει σχεδόν αποκλεισθεί από την ουκρανική πλευρά ούτως ή άλλως.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας Ντμίτρο Κουλέμπα, που συμμετέχει στις εργασίες της Διάσκεψης του Μονάχου, κατέστησε σαφές ότι δεν τίθεται θέμα διπλωματικών πρωτοβουλιών για τερματισμό του πολέμου στη χώρα του. "Μου αρέσει όποιος θέλει να επιτύχει ειρήνη μέσω της διπλωματίας", δήλωσε ο Κουλέμπα στις εφημερίδες του εκδοτικού ομίλου Funke και τη γαλλική εφημερίδα Ouest-France.

"Αλλά πώς μπορεί να λειτουργήσει μια τέτοια πρωτοβουλία; Θα πρέπει το τίμημα για την ειρήνη να είναι η παραμονή της Ρωσίας στα κατεχόμενα εδάφη;"

Θα κάνουν την αλλαγή τα μαχητικά αεροσκάφη
Άρα, για την ώρα τουλάχιστον, η συνέχιση του πολέμου είναι μονόδρομος. Κι αν η Δύση θέλει να βοηθήσει την Ουκρανία προς τη νίκη, θα πρέπει να επισπεύσει την παράδοση όπλων για να μην καταλήξει ο πόλεμος σε ήττα και συνθηκολόγηση της χώρας. Το Κίεβο διαθέτει λιγοστά όπλα από τα δικά της αποθέματα, τα περισσότερα έχουν καταστραφεί μετά από ένα χρόνο πολέμου.

Η εφημερίδα Die Welt απαριθμεί τι ακόμη θα χρειαζόταν η χώρα από τη Δύση: Πυρομαχικά, άρματα μάχης (Leopard), οχήματα μάχης πεζικού (Marder, Bradley), πυραύλους επιφανείας-επιφανείας (Himars, GLSDB, Atacms), συστήματα αεράμυνας (Iris-T, Patriots, Stinger, Nasams), οπλισμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη (Heron TP, MQ-9 Reaper) και μαχητικά αεροσκάφη (F-16, JAS 39 Gripen).

Ορισμένα από αυτά τα όπλα έχουν ήδη παραδοθεί ή υπάρχει υπόσχεση ότι θα δοθούν. Αλλά από την πλευρά της Ουκρανίας δεν επαρκούν. Μετά την υπόσχεση για παράδοση βαρέων τεθωρακισμένων Leopard η ουκρανική πλευρά, και κυρίως ο πρόεδρος Ζελένσκι, πιέζουν τώρα για την παράδοση μαχητικών αεροσκαφών. Στο προχθεσινό του βιντεοσκοπημένο μήνυμα είπε ότι μόνο έτσι θα δοθεί ώθηση προς "τη νίκη" χρησιμοποιώντας την ίδια λέξη που ανέφερε και ο Μακρόν στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του. Μέχρι στιγμής μόνο η Γαλλία, οι ΗΠΑ, η Ολλανδία, η Πολωνία και η Σλοβακία άφησαν να εννοηθεί ότι είναι ανοιχτές για αεροσκάφη.

Η Γερμανία διαθέτει πάνω από 230 Eurofighter και Tornado, αλλά ο καγκελάριος Σολτς δεν θέλει να ανοίξει αυτό το κεφάλαιο. Πολεμικοί αναλυτές ωστόσο επισημαίνουν ότι και τα μαχητικά αεροσκάφη δεν αποτελούν εγγύηση για τη "νίκη".

Αλλά μπορούν να κάνουν την μεγάλη αλλαγή στο πεδίο των μαχών μόνο σε συνδυασμό με επαρκή αριθμό χερσαίων δυνάμεων, αρμάτων μάχης και βλημάτων πυροβολικού. Ένα άλλο αδύνατο σημείο συνίσταται στο ότι, επειδή οι Ρώσοι διαθέτουν ισχυρή αεράμυνα, τα μαχητικά αεροσκάφη πρέπει να πετούν όσο πιο χαμηλά μπορούν και σε μεγάλη απόσταση από τη γραμμή μετώπου για να μην γίνουν στόχος, αλλά από την άλλη μειώνεται σημαντικά το βεληνεκές των πυραύλων που εκτοξεύουν. Σύμφωνα με τη βρετανική δεξαμενή σκέψης Rusi οι ουκρανικοί διάδρομοι προσγείωσης και απογείωσης είναι στην πραγματικότητα πολύ κοντοί για την προσγείωση μαχητικών αεροσκαφών F-16, για παράδειγμα.

Προς κατάπαυση του πυρός;
Άρα η χρήση μαχητικών αεροσκαφών που τόσο διακαώς επιθυμεί το Κίεβο πιθανότατα δεν θα οδηγήσει προς την νίκη. Το πρόβλημα είναι όμως βαθύτερο. Μετά από πολλές πιέσεις η Γερμανία ενέδωσε τελικά στο αίτημα πολλών χωρών χορήγησης γερμανικών Leopard 2, αλλά τώρα, όπως είπε ο Γερμανός υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους, είναι η Γερμανία εκείνη που πιέζει άλλες χώρες να διαθέσουν Leopard, παραδεχόμενος ότι η λεγόμενη "συμμαχία των τανκς" προχωρά με αργό ρυθμό. Αλλά γιατί αυτή η ολιγωρία σε μια περίοδο καμπής στο ουκρανικό;

Οι λόγοι είναι πολλοί. Καταρχήν ο φόβος ότι θα αποδυναμωθούν οι δυνάμεις άμυνας των χωρών. Όπως είπε πρόσφατα κορυφαίος διπλωμάτης του ΝΑΤΟ, το ερώτημα που απασχολεί είναι "πόσα όπλα μπορώ να δώσω χωρίς να θέσω σε κίνδυνο τη δική μου αμυντική ικανότητα". Ο δεύτερος λόγος αφορά στις ΗΠΑ. "Ο προφανής στόχος των ΗΠΑ είναι να στηρίξουν την Ουκρανία όσο το δυνατόν περισσότερο, χωρίς όμως να στριμώξουν στη γωνία τη Ρωσία για να αποτραπούν παράλογες ενέργειες, όπως ανάπτυξη πυρηνικών όπλων", υποστηρίζει ο ιστορικός και συνταγματάρχης Μάρκους Ράισνερ. Και εδώ συνδέεται ο τρίτος λόγος.

Η Δύση δεν δίνει ούτε κατά διάνοια όσα όπλα απαιτεί η Ουκρανία και θα χρειαζόταν για μια νίκη, επειδή φοβάται την εξάπλωση του πολέμου σε νατοϊκό έδαφος, περισσότερο από τις συνέπειες μιας ουκρανικής ήττας.

Άρα η απάντηση στο αρχικό ερώτημα, πόσο ακόμη θα κρατήσει ο πόλεμος, εξαρτάται από τη Δύση. Εάν ανταποκριθεί γρήγορα στα ουκρανικά αιτήματα για μαχητικά αεροσκάφη, περισσότερα Leopard και περισσότερα πυρομαχικά, θα μπορούσε ο πόλεμος να τελειώσει με ουκρανική νίκη τέλος του χρόνου.

Αλλά το πιο πιθανό είναι ότι τα όπλα θα συνεχίζουν να δίνονται με μεγάλη δυσκολία. Οι δυνάμεις της Ουκρανίας σε στρατιώτες και πολεμικό υλικό δεν είναι ανεξάντλητες, άρα δεν έχει πολλά περιθώρια να "αντέξει" για πολύ. Και για να προληφθεί τυχόν ήττα της το πιο πιθανό σενάριο είναι να πιέσει η Δύση σε κατάπαυση του πυρός.

Σύμφωνα με υψηλόβαθμο Ευρωπαίο διπλωμάτη η διαδικασία "μπορεί να διαρκέσει ακόμη και δύο χρόνια ή και περισσότερο", με το Ντονμπάς σε ρωσικά χέρια. Η Κριμαία είναι ήδη σε ρωσικά χέρια.

Σχεδόν ένα χρόνο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία οι συμμετέχοντες στη Διάσκεψη του Μονάχου καλούνται να δώσουν πολλές δύσκολες απαντήσεις για τις πραγματικές τους προθέσεις».