Οι ΗΠΑ τα F-35 μας τα δίνουν: Εμείς τα θέλουμε; Ή ακόμη περισσότερο μπορούμε να τα πάρουμε; Ερωτήματα και απαντήσεις



Ο κίνδυνος να μην φτάσει στην ώρα της η επίσημη αμερικανική απάντηση για τα F-35 (LOA) γίνεται ολοένα και πιο ορατός.

Από: hellasjournal.com / Του Γιώργου Σιδέρη

Μια σειρά ερωτήσεων από τους Αμερικανούς, στερούνται έως τώρα απαντήσεις κι αυτό φαίνεται πως ξεφεύγει από το αεροπορικό Επιτελείο, μιας και τα πάντα πλέον υπερσυγκεντρώνονται σε άλλους ορόφους του κτηρίου της Λ. Μεσογείων.

Μάλιστα η κινητικότητα πέριξ των λεγόμενων SSI τις τελευταίες ημέρες μαρτυρά τη «νευρικότητα» η οποία σχετίζεται άμεσα με τον έλεγχο των πραγμάτων από πρόσωπα τα οποία ουδέποτε κράτησαν stick μαχητικού στη ζωή τους, αλλά το επιτελείο τους διαρρηγνύει τα ιμάτιά του πως ότι τα συγκεκριμένα πρόσωπα ξέρουν να σχεδιάζουν μέχρι και αεροπορικές επιχειρήσεις, πόσο δε μάλλον το αύριο του αεροπορικού στόλου της σχεδόν 1ης αεροπορικής δύναμης στην Ευρώπη.

Ο διάδοχος των γνωστών από το μακρινό παρελθόν «αντισταθμιστικών ωφελημάτων» (σ.σ. offsets), τα «προγράμματα SSI» (σ.σ. Security of Supply and Information), έγιναν αντικείμενο ζωηρής συζήτησης στην ελληνική επικαιρότητα των θεμάτων της άμυνας, ως αποτέλεσμα του φερόμενου ως «σκεπτικισμού της ελληνικής στρατιωτικής ηγεσίας» γι’ αυτά, αναφορικά με την προμήθεια των υπερσύγχρονων αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών πέμπτης γενιάς F-35A Lightning II.

Αφορούν επί της ουσίας στη συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στο πρόγραμμα. Διότι στο παρελθόν η έννοια των offsets είχε κακοποιηθεί βάναυσα, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτά τα πιο απίθανα. Τουλάχιστον στη νέα τους μορφή, ως SSI, διασφαλίζεται η ένταξη προγραμμάτων που θα συνδέονται αυστηρά με το αντικείμενο της προμήθειας, δηλαδή το F-35.

Θεωρητικά μιλώντας, το αίτημα της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας είναι απόλυτα συμβατό με τη διακηρυκτική πολιτική της κυβέρνησης. Είναι συμβατό όμως και με το «δόγμα» του ότι αν ω μη γένοιτο η χώρα χρειαστεί να πολεμήσει, θα πρέπει να είναι έτοιμη να το κάνει μόνη της.

Το «αλμυρό» F-35, οι υπολογισμοί, βγαίνουν;
Η εμπλοκή ελληνικών εταιριών διασφαλίζει την άμεση ανταπόκριση για την επίλυση προβλημάτων. Άρα είναι κομβικής σημασίας σε κάθε σύμβαση που υπογράφεται, να προβλέπεται η εμπλοκή ελληνικών εταιριών στην υποστήριξη του υλικού που αγοράζεται.

Αυτό έχει όμως κόστος το οποίο «φουσκώνει» τη σύμβαση, η οποία ξεκίνησε να συζητιέται στα 3 δισ. ευρώ για 20 αεροσκάφη, ένα ποσό που προφανώς έχει ήδη αυξηθεί και θα αυξηθεί περαιτέρω όσο δεν θα ολοκληρώνεται η συμφωνία.

Ενδεχομένως και να είναι αυτό το πραγματικό πρόβλημα. Αντιλαμβανόμενη το κόστος της προμήθειας η ελληνική πλευρά, μήπως προσπαθεί να εφεύρει μεθόδους μείωσής του για την υλοποίηση της προμήθειας, καθώς έχει και ισχυρή γεωπολιτική διάσταση, στην οποία έχει αναφερθεί ουκ ολίγες φορές η ελληνική στρατιωτική ηγεσία;

Το κόστος είναι λοιπόν υψηλό, χωρίς καν να έχει συνυπολογιστεί το «κόστος κύκλου ζωής» (σ.σ. life-cycle cost), δηλαδή πόσο θα κοστίζει το αεροσκάφος στο σύνολο του επιχειρησιακού του βίου στο ελληνικό οπλοστάσιο. Κατά προσέγγιση ανέρχεται στο τριπλάσιο του κόστους αγοράς, αν και επιμερίζεται σε βάθος τριών δεκαετιών.

Η ουσία είναι όμως ότι αυτή η προσέγγιση είναι «λογιστική». Ουδείς μπορεί να προσποιηθεί πως δεν γνωρίζει το πραγματικό κόστος προμήθειας και ένταξης στο οπλοστάσιο του μοναδικού μαχητικού πέμπτης γενιάς. Να το αποφύγει κανείς τρόπος δεν υπάρχει. Να το συγκαλύψει ενδεχομένως. Θα το βρει όμως μπροστά της η χώρα με δυσμενέστερους όρους…

Κοιτάζοντας το δέντρο και το δάσος που χάνεται…
Το ζητούμενο είναι ελληνικές εταιρίες, πέραν της ΕΑΒ, να συμπεριληφθούν στις εφοδιαστικές αλυσίδες των προϊόντων της. Αυτό θα ήταν πραγματική βιομηχανική επιστροφή στην Ελλάδα έχουσα σημαντική υπεραξία, πέραν της εμπλοκής ελληνικών χεριών στην υποστήριξη του μαχητικού.

Σκέφτηκε κανείς αντί να εφευρίσκουμε κάθε φορά δικαιολογίες οι οποίες στο τέλος της ημέρας δεν πείθουν κανέναν, να ζητηθεί η στήριξη του αμερικανικού Κογκρέσου και ενδεχομένως η επιδότηση κάποιων παραμέτρων της εν λόγω προμήθειας; Αν δεν γίνει τώρα που διάγουμε την ιστορικά καλύτερη περίοδο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων δεν θα γίνει ποτέ. Το γεωπολιτικό επιχείρημα που τόσο συχνά επικαλούμαστε όλοι, πρέπει και να το χρησιμοποιούμε στην πράξη, όχι μόνο στις διακηρύξεις…

Στη διεξαγωγή της δημόσιας συζήτησης για το θέμα, επιχειρήθηκε πάλι πόλωση του κλίματος με την επιθετική προώθηση, σε καταγγελτικό τόνο, της άποψης που εξαπέλυε επίθεση στα SSI με το γνωστό και χιλιοειπωμένο επιχείρημα περί της χρήσης τους ως «όχημα διαφθοράς» στα εξοπλιστικά.

Τα ερωτήματα που πρέπει να διατυπωθούν είναι πολύ απλά και η ανυπόκριτη απάντησή τους προϋπόθεση ορθής απόφασης, εάν βέβαια αυτό είναι το ζητούμενο.

Στο ζήτημα της διαφθοράς η παθογένεια καλό θα ήταν να αναζητηθεί στο εσωτερικό της χώρας και όχι στους προμηθευτές της χώρας. Όταν σε εταιρίες εισηγμένες στα διεθνή χρηματιστήρια, με την επιβίωση των ηγεσιών τους να εξαρτάται από τις αποφάσεις των μετόχων, οι οποίες υπαγορεύονται από τα αποτελέσματα, όχι από κανόνες ηθικής, ο πόλεμος για την προώθηση των προϊόντων είναι αδυσώπητος.

Όταν κάποιος έρθει με το χέρι απλωμένο η «εξέταση του αιτήματος» δεν θα γίνει με γνώμονα κάποιους κανόνες ηθικής, αλλά με βάση το προσδοκώμενο αποτέλεσμα και την απλή σκέψη ότι «από τη στιγμή που το θέμα τίθεται, αν δεν το κάνω εγώ θα το κάνει ο ανταγωνιστής και θα αποκτήσει έτσι σοβαρό πλεονέκτημα».

Έχουμε ως κοινωνία εφεύρει τρόπους ακύρωσης τέτοιων «πλεονεκτημάτων» στην πράξη; Διότι το περιβάλλον στο οποίο ανταγωνίζονται οι υποψήφιοι προμηθευτές το καθορίζουμε εμείς οι ίδιοι και η ιστορία αν αποδεικνύει κάτι, είναι ότι δεν έχουμε κάνει και τόσο καλή δουλειά.

Είτε λέγονται ότι το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο. Εάν δηλαδή τα όποια προαπαιτούμενα έργα υποδομών για το F-35 γίνουν, όπως γίνουν, μετά από διαγωνισμούς που θα διοργανώσουμε μόνοι μας, θεωρεί κανείς αξιωματικά ότι αυτό αποτελεί εχέγγυο διαφάνειας και αποτελεσματικότητας;