Μπορεί η Ελλάδα να εξουδετερώσει τα τουρκικά drones στο Αιγαίο;



Ενώ τα περισσότερα drones μπορούν να εκτελέσουν αναγνώριση στο τακτικό επίπεδο και μετάδοση δεδομένων και βίντεο σε επίγειο σταθμό, ή και να εκτοξεύσουν πυραύλους κατά στόχων, άλλα μπορούν να ενσωματώνουν εκρηκτικά, επιτρέποντάς τους να συντριβούν σε στόχους.

Οι πολεμικές συγκρούσεις σε Λιβύη και στο Ναγκόρνο Καραμπάχ σφραγίστηκαν από τον καθοριστικά ρόλο που έπαιξαν τα τουρκικά drones. Δικαιολογημένα, λοιπόν, αν και ίσως υπερβολικά, θορύβησαν στρατιωτικούς αναλυτές παγκοσμίως. «Χάρη στα προηγμένα τουρκικά drones που ανήκουν στον στρατό του Αζερμπαϊτζάν, οι απώλειές μας στο μέτωπο έχουν συρρικνωθεί», δήλωσε ο Αζέρος πρόεδρος Ιλάμ Αλίγιεφ σε ένα τουρκικό τηλεοπτικό κανάλι. «Αυτά τα αεροσκάφη δείχνουν τη δύναμη της Τουρκίας και αυτό ενδυναμώνει και εμάς»

Τα σύγχρονα μαχητικά αεροσκάφη είναι, ομολογουμένως, πανάκριβα και πιθανός o κίνδυνος θανάτου ή σύλληψης των πιλότων τους σε περίπτωση κατάρριψης. Tα drones αποτελούν ένα πολύ φθηνότερο και πιο ευέλικτο εργαλείο, ιδίως για πεδία μάχης μικρής κλίμακας, όπως στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ. «Για δύο χώρες με περιορισμένες δυνατότητες αεροπορικής δύναμης, τα drones παρέχουν μια φτηνή εναλλακτική λύση για να επεκτείνουν το δυναμικό πλήγματος και τη παροχή πληροφοριών, την επιτήρηση και την αναγνώρισή», δήλωσε σε ραδιοφωνικό σταθμό των ΗΠΑ ο Μάικ Φάουλερ, αναπληρωτής καθηγητής στρατιωτικών και στρατηγικών μελετών στην Ακαδημία Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ. «Επιπλέον, υπάρχει το πρόσθετο όφελος του αν το αεροσκάφος σου καταρριφθεί, δεν υπάρχει πιλότος για να συλληφθεί».

Ενώ τα περισσότερα drones μπορούν να εκτελέσουν αναγνώριση στο τακτικό επίπεδο και μετάδοση δεδομένων και βίντεο σε επίγειο σταθμό, ή και να εκτοξεύσουν πυραύλους κατά στόχων, άλλα μπορούν να ενσωματώνουν εκρηκτικά, επιτρέποντάς τους να συντριβούν σε στόχους. Αυτά είναι γνωστά ως “ενεδρεύοντα” ή “περιφερόμενα πυρομαχικά (loitering munitions) ή ανεπίσημα σαν drones-καμικάζι.

Μια ακόμη χρήση των drones είναι για να αποκαλύπτονται οι συχνότητες των ραντάρ του εχθρού, όταν αυτά προσπαθούν να ανιχνεύσουν και να εγκλωβίσουν τα drones. Η αποκάλυψη των συχνοτήτων επιτρέπει στη συνέχεια σε αεροσκάφη να πλήξουν τα ραντάρ με πυραύλους αντί-ραντάρ, όπως οι AGM-88 HARM. Οι τελευταίοι βρίσκονται στα οπλοστάσια της ελληνικής και τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας.

Τουρκικά drones: Αντιμετώπιση
Το κύριο πρόβλημα στην καταπολέμηση των drones, ή UAV, είναι η ανίχνευση μικρών και χαμηλά ιπταμένων στόχων. Το σημερινό επίπεδο τεχνολογίας στην παραγωγή drones (χρήση πλαστικού, υαλοβάμβακα, ανθρακονημάτων και αφρώδους συνθετικού υλικού στην κατασκευή τους) μπορεί να παρέχει τιμές διατομής ραντάρ από 0,1 έως 0,005 m2. Επιπλέον, η χρήση οικονομικών κινητήρων χαμηλής ισχύος καθιστά τις πτήσεις τους σχεδόν αθόρυβες, γεγονός που επίσης δυσχεραίνει τη διαδικασία ανίχνευσης, αναγνώρισης και παρακολούθησης του στόχου.

Η αντιμετώπιση της απειλής που αντιπροσωπεύουν τα τουρκικά drones απαιτεί την ανάπτυξη από την ελληνική πλευρά μέτρων ανίχνευσης, παρακολούθησης, αναγνώρισης, αξιολόγησης και λήψης αποφάσεων. Πρακτικά αυτό σημαίνει ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών επιθετικών και αμυντικών προσεγγίσεων που αφορούν στρατηγικές για την καταστροφή όσο το δυνατόν περισσοτέρων drones για την προστασία από αυτά στόχων υψηλής αξίας.

Η ανίχνευση μικρών drones απαιτεί τη χρήση σύνθετων εργαλείων και εξοπλισμού. Χρησιμοποιούνται παθητικά (ανιχνευτές ραδιοσυχνοτήτων, ακουστικά, ενσωματωμένα οπτικο-ηλεκτρονικά μέσα, αντιαεροπορικές εγκαταστάσεις, θέσεις οπτικής επιτήρησης), καθώς και ενεργά μέσα (ραντάρ). Υπάρχουν διάφορες μονάδες των ενόπλων δυνάμεων με αποστολή την αντιμετώπιση των drones, οι οποίες εκτελούν ξεχωριστά καθήκοντα.

Η ανίχνευση του ηλεκτρονικού εξοπλισμού των drones και ο προσδιορισμός των συχνοτήτων λειτουργίας τους γίνεται από επίγεια συστήματα ηλεκτρονικών πληροφοριών. Οι μονάδες ηλεκτρονικού πολέμου είναι υπεύθυνες για τον εντοπισμό και το μπλοκάρισμα των εχθρικών drones. Τα ραντάρ πυροβολικού έχουν δυνατότητες να τα ανιχνεύουν και αν είναι σε μικρή απόσταση να κατευθύνουν πυρά εναντίον των σταθμών στο έδαφος που τα ελέγχουν (GCS). Επίσης, κάθε στρατιωτική εγκατάσταση διαθέτει δυνάμεις φύλαξης με εξοπλισμό επικοινωνίας και μετάδοσης δεδομένων και εργαλεία οπτικής παρατήρησης για την ανίχνευση στόχων μικρής κλίμακας και χαμηλής αντίθεσης. Απαιτείται δηλαδή το προσωπικό να είναι σε επαγρύπνηση και να παρατηρείται επισταμένα το εναέριο περιβάλλον.

Σύστημα ενοποίησης πληροφοριών
Το πρώτο πράγμα για την αντιμετώπιση είναι ο σχεδιασμός συστήματος διοίκησης και ελέγχου (Command and Control – C2) με δυνατότητα ενοποίησης πληροφοριών από όλα αυτά τα συστήματα για τη βελτίωση του συνόλου της αλληλεπίδρασης και ανταλλαγής πληροφοριών. Ένα τέτοιο σύστημα είναι υπεύθυνο για την παρακολούθηση, όπου αναγνωρίζεται ένα drone αν είναι φίλιο ή εχθρικό, καθώς και για την αντίδραση εναντίον κάποιου drone, με βάση την αξιολόγηση του επιπέδου απειλής.

Στο Αιγαίο, υπάρχουν διάφοροι τρόποι πρόληψης των επιθέσεων από τουρκικά drones, καταστροφικοί και μη καταστροφικοί. O πιο προφανής είναι η κατάρριψη. Για το σκοπό αυτό μπορούν να χρησιμοποιηθούν διάφορα όπλα. Έτσι, τα μικρά ελαφριά drones μπορούν να καταρριφθούν με τη βοήθεια ελαφρών όπλων και αντιαεροπορικού πυροβολικού, ενώ αντιαεροπορικά πυραυλικά συστήματα μπορούν να καταρρίψουν μεγαλύτερα drones που ίπτανται με μεγαλύτερα ύψη.

Οι χώρες που βρίσκονται στην αιχμή της τεχνολογίας αναπτύσσουν όπλα ηλεκτρομαγνητικής τεχνολογίας, μικροκυμάτων, λέιζερ, καθώς και προηγμένα “συμβατικά όπλα”, για να καταστρέψουν εχθρικά drones. Χαρακτηριστικά η πολεμική αεροπορία των ΗΠΑ δοκιμάζει σε πραγματικές συνθήκες στην Αφρική, ένα πρωτότυπο όπλο μικροκυμάτων που καταρρίπτει drones, το επονομαζόμενο Τακτικό Επιχειρησιακό [Σύστημα] Αντίδρασης Μικροκυμάτων Υψηλής Ισχύος (Tactical High Power Microwave Operational Responsonder – THOR). Το THOR χρησιμοποιεί μικροκύματα υψηλής ισχύος για να “ψήσει” τα ηλεκτρονικά των drones, καταρρίπτοντας σμήνη σε μικρές αποστάσεις. Εάν τα λέιζερ κατά αεροσκαφών είναι σαν τυφέκια ακριβείας, τα όπλα μικροκυμάτων είναι σαν όπλα που ρίχνουν σκάγια.

Η καταστροφή ενός εχθρικού drone είναι αποτελεσματική ως προς την πρόληψη πλήγματος, αλλά εμποδίζει την αποκάλυψη της αποστολής του. Η αναχαίτιση, όμως, δεν έχει αυτό το μειονέκτημα. Η φυσική πρόσβαση σε “συλληφθέν” drone δίνει την ευκαιρία να αποκαλύψουμε τις προθέσεις του εχθρού. Η αναχαίτιση μπορεί να είναι “σκληρή” ή “μαλακή”. “Σκληρή” σημαίνει μια φυσική μη καταστρεπτική επίδραση στο εχθρικό UAV για να καταλήξει εντός του χώρου ευθύνης μας. Η “μαλακή” αναχαίτιση χρησιμοποιεί κυβερνο-ηλεκτρονικά μέσα για την ανάληψη της διακυβέρνησης του με διακοπή της αναμετάδοσης του σήματος, ή με την παρεμβολή στον σταθμό ελέγχου στο έδαφος.

Καταστροφή ή αναχαίτιση
Ως εναλλακτική λύση στην φυσική καταστροφή, η καταστολή των ηλεκτρονικών συστημάτων ενός drone μπορούν να το αναγκάσουν να προσγειωθεί ή να πέσει. Τα σύγχρονα drones μπορούν να εκτελέσουν κάποιες λειτουργίες ανεξάρτητα, αλλά σχεδόν όλα, προς το παρόν, τα χειρίζεται ένας πιλότος που βρίσκεται μακριά και οι εντολές του μεταδίδονται μέσω ραδιοσυχνοτήτων.

Έτσι, η καταστολή των συχνοτήτων ελέγχου με μέσα ηλεκτρονικού πολέμου μπορεί, τουλάχιστον, να εμποδίσει την εκτέλεση της εχθρικής ενέργειας. Προς το παρόν, δεν αποτελεί συνηθισμένη πρακτική ο εξοπλισμός των drones με “έξυπνο” αυτόματο πιλότο ικανό να αναλάβει τον έλεγχο σε περίπτωση απώλειας του σήματος με τις οδηγίες που στέλνει ο χειριστής.

Επιπλέον, η απώλεια επικοινωνίας με τον χειριστή οδηγεί σε αδυναμία μετάδοσης πληροφοριών, όπως το σήμα βίντεο από την κάμερα του drone. Σε περίπτωση απώλειας επικοινωνίας με τον χειριστή, ορισμένα drones διαθέτουν σύστημα αυτόματης επιστροφής σε καθορισμένη περιοχή όπου μπορεί να προσγειωθεί. Σ’ αυτή την περίπτωση το σύστημα ελέγχου αγνοεί όλα τα σήματα και πραγματοποιείται η κίνηση προς την καθορισμένη περιοχή, χρησιμοποιώντας δορυφορική πλοήγηση. Προκειμένου να αποφευχθεί η φυγή του drone τα μέσα του ηλεκτρονικού πολέμου πρέπει να καταστείλουν όχι μόνο το κανάλι ελέγχου, αλλά και τα σήματα του συστήματος πλοήγησης.

Αφενός η χαμηλή αποτελεσματικότητα πυραυλικών συστημάτων άμυνας περιοχής έναντι drones, αφετέρου το μεγάλο κόστος των αντιαεροπορικών πυραύλων απαιτούν την ανάπτυξη και εφαρμογή ειδικών μέτρων, τόσο για τη φυσική τους καταστροφή όσο και για την εξουδετέρωση των συστημάτων πληροφοριών, ελέγχου και οπλισμού. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν:

• Δημιουργία ειδικών μονάδων αντιαεροπορικής άμυνας με διάφορους τύπους πυραυλικών συστημάτων μικρής εμβέλειας φορητών ή εποχούμενων και αντιαεροπορικά πυροβόλα.

• Βελτίωση (εκσυγχρονισμός) των υπαρχόντων αντιαεροπορικών όπλων, προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα εναντίον μικρών εναέριων στόχων.

• Ανάπτυξη εξελιγμένων αντιαεροπορικών όπλων με σκοπό την ανίχνευση και κατάρριψη μικρών εναέριων στόχων.

• Ανάπτυξη εξειδικευμένου εξοπλισμού για προσβολές κορεσμού περιοχής, βασισμένου σε μη συμβατικούς τρόπους και σε νέες φυσικές αρχές (μη-κινητικής ενέργειας).

• Στρατιωτικά μέτρα για την αντιμετώπιση των συστημάτων πληροφοριών και ελέγχου για να μειωθεί η αποτελεσματικότητα των εχθρικών drones.