Το 1991 ήταν χρονιά γεωπολιτικής καμπής για τη Δύση. Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ
επηρέασε τους μέχρι τότε συσχετισμούς δυνάμεων και διαμόρφωσε πεδίο
γεωπολιτικών ανακατατάξεων αποκαλύπτοντας παράλληλα τις αδυναμίες της πρώτης
μετά τη διάλυση της δεύτερης.
Τις αδυναμίες της Δύσης, δηλαδή, που ήταν κραταιά (έτσι φαινόταν,
τουλάχιστον) στα χρόνια του ''Ψυχρού Πολέμου'' (1947-'91) και αποδυναμώθηκε
αίφνης μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, κυρίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σε
επίπεδο ευρωπαϊκών Μεγάλων Δυνάμεων, οι οποίες κρατούσαν την αίγλη της νίκης
του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Αίγλη-πουκάμισο αδειανό, όπως αποδείχθηκε, αφού κρατούσαν τη
στρατιωτική, πολιτική και οικονομική υπεραξία τους χάρη στις ΗΠΑ στο άρμα των
οποίων ήταν δεμένες μεταπολεμικά υπό τον φόβο του σκιάχτρου του κομμουνισμού,
τον οποίο διαδέχθηκε στη συνέχεια έτερος φόβος για τη διάδοχή του κατάσταση,
την Ρωσία, την οποία άφησε πίσω της η ηττημένη κομμουνιστική ιδεολογία.
Ήταν ο φόβος του νικητή για το τι μπορεί να του κάνει ο
ηττημένος. Ωστόσο, όπως έδειξε η συνέχεια, ο φόβος της Ευρώπης για τη Ρωσία
αντιμετωπίστηκε... ισορροπιστικά λόγω εξάρτησής της από την ρωσική ενέργεια..
Έτσι ακολούθησε τον κανόνα της ελληνικής θυμοσοφίας: ''Χέρι που
δεν μπορείς να δαγκώσεις, φίλησέ το'' (σ.σ: εναλλακτική πολέμου με τη Ρωσία
δεν υπήρχε για την Ε.Ε), όσο και αν αυτό δυσαρεστούσε τις ΗΠΑ.
Η πίεση των Αμερικανών στην Ευρώπη να σπάσει την ισορροπία που
κρατούσε με τη Ρωσία απέβη διαχρονικά άκαρπη, καθώς οι ελίτ των Ευρωπαίων
αστών δεν ήταν διατεθειμένες να ξεπαγιάσουν για τα μάτια των Αμερικανών.
Κι αυτό αποδείκνυε πανηγυρικά, σε ευρύτερη κλίμακα, ότι μια-μια
οι ευρωπαϊκές χώρες και όλες μαζί σαν Ε.Ε. ήταν -- πέρα από αποδυναμωμένες
στρατιωτικά και ανυπόληπτες πολιτικά -- εξαρτημένες οικονομικά από τη Ρωσία,
(σε επίπεδο βιομηχανίας και οικιακής οικονομίας) λόγω ρωσικού αερίου και
πετρελαίου.
Έτσι, μέχρι τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία (24/2/'22)-- η οποία
άλλαξε πολλά δεδομένα σε γεωπολιτικό και διακρατικό επίπεδο -- έδινε κι
έπαιρνε η σκιαμαχία Δύσης-Ρωσίας, έστω και χωρίς να υπάρχει το σκιάχτρο του
κομμουνισμού, που είχε πεθάνει τον Δεκέμβριο του 1991.
Και το ''έδινε κι έπαιρνε'' έφτασε να προσδίδει υπερφυσικές ιδιότητες
(χωρίς να αποκλείονται... και αυτές) στον εκπρόσωπο της διάδοχης κατάστασης
του ηττημένου κομμουνισμού, τον Βλαντιμίρ Πούτιν, αφού τον παρουσίαζε να ασκεί
επηρεασμό πολυεπίπεδο στη Δύση σε βαθμό που να επηρεάζει ακόμα και την εκλογή
Προέδρου στις ΗΠΑ.
Από τα προεόρτια εντωμεταξύ της διάλυσης της ΕΣΣΔ
και εντεύθεν, το ''αρπακτικό-Τουρκία''-- εκμεταλλευόμενη τον προσανατολισμό
της Αμερικής στον Παναμά (βλ. αμερικανική εισβολή με σκοπό τη διασφάλιση των
αμερικανικών συμφερόντων στη διώρυγα του Παναμά, 1989) και τον εκστασιασμό της
Ευρώπης από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου -- άρχισε να εκδηλώνει
επεκτατική βουλιμία προς δυσμάς, για να βολιδοσκοπήσει τις ελληνικές
αντιδράσεις στο Αιγαίο.
Η εκδήλωση άρχισε με την χρήση της ελληνικής βραχονησίδας
Ζουράφα (ανατολικά της Σαμοθράκης) για βολές στο πλαίσιο ναυτικής άσκησης. Ο
τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν αντέδρασε, για να αποφύγει
(υποτίθεται) την ένταση που επεδίωκε η Τουρκία με την πρόκλησή της (Εξωτερική
πολιτική... οδηγός της ''κατευναστικής'' του Σημίτη το '96).
Όμως δυο χρόνια αργότερα (Ιούνιος 1991) ο παμπόνηρος γείτονας --
επωφελούμενος απ' το γεγονός ότι η Ευρώπη είχε στρέψει την προσοχή της στις
περιφερειακές πολιτικοστρατιωτικές οργανώσεις πέραν του ΝΑΤΟ*, ενώ στις ΗΠΑ ο
Αμερικανός Πρόεδρος Μπους ετοιμαζόταν να επισκεφθεί Αθήνα και Άγκυρα --
εκδήλωσε πρόκληση κατά της Ελλάδας.
Και την εκδήλωσε δια του τότε αρχηγού του τουρκικού στόλου
Ναυάρχου Ιρφάν Τινάζ, ο οποίος είχε ισχυριστεί δημοσίως ότι ''οι βραχονησίδες
του Αιγαίου δεν είναι ελληνικό έδαφος'', χωρίς να υπάρξει ελληνική αντίδραση.
Σήμα κινδύνου που θα έπρεπε να είχε προσεχθεί, γιατί πέντε χρόνια
αργότερα φτάσαμε στα Ίμια (1996) -- όπου η Τουρκία δημιούργησε τετελεσμένα στα
οποία ''απαντήσαμε λανθασμένα με στρατιωτικοποίηση της κρίσης δια της
αποστολής αγήματος στα Ίμια'', ενώ θα μπορούσαμε να δράσουμε αλλιώς:
''Να στείλουμε λιμενικούς να κατεβάσουν την τουρκική σημαία ή -- εφόσον
αποφασίσαμε να στείλουμε στρατό -- να το κάναμε σε αμφότερες τις
βραχονησίδες'' (βλ. κριτική Σταύρου Λυγερού), ώστε να μην προκαλέσουμε την
παρέμβαση των Αμερικανών και να νιώθουμε υποχρεωμένοι να τους ευχαριστήσουμε
(Σημίτης, Βουλή, 1/2/'96) δεδομένης της απώλειας τμήματος ελληνικής κυριαρχίας
(για πρώτη φορά μετά τον Β' ΠΠ), την οποία δεν ακύρωσαν υπέρ μας οι ΗΠΑ
ενώ μπορούσαν να το κάνουν.
Με δεδομένα αυτά, η Άγκυρα πήρε αέρα και άρχισε να μιλά από το 2016 για
''γκρίζες ζώνες'' στο Αιγαίο και 152 ελληνικά νησιά διεκδικούμενα από
την ίδια και ενταγμένα σε λίστα με κωδικό όνομα EGAYDAAK, ώσπου κάποια
στιγμή (λίγα χρόνια μετά) μας ανάγκασε να ζητήσουμε πρώτοι την από κοινού
προσφυγή μας στη Χάγη για λύση των ελληνοτουρκικών διαφορών (οι οποίες από την
πλευρά μας περιορίζονται στην οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ με την Τουρκία).
Με άλλα λόγια ο συμβιβασμός της ήττας στα Ίμια άνοιξε το δρόμο
στην επεκτατική τουρκική θεωρία των ''γκρίζων ζωνών'' και τη διεκδίκηση 152
νησιών και βραχονησίδων μας στο Αιγαίο συμπεριλαμβανομένων και των
Δωδεκανήσων.
Κι αυτό μολονότι με το ιταλοτουρκικό Πρωτόκολλο του 1932
(συνέπεια της συνθήκης της Λωζάνης του '23) -- για τον διακανονισμό των
συνόρων στα Δωδεκάνησα -- η Τουρκία παραιτήθηκε του δικαιώματος υπέρ της
Ιταλίας από το σύνολο των νήσων και νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων που
βρίσκονταν τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο υπό ιταλική κατοχή
(συμπεριλαμβανομένων του Καστελόριζου και των βραχονησίδων Ιμίων). Το
καταγράφουν μάλιστα και επίσημοι τουρκικοί χάρτες εκείνης της εποχής.
Γινόταν συγκεκριμένα ρητή αναφορά ότι το θαλάσσιο σύνορο ανάμεσα σε
Ελλάδα-Τουρκία περνάει ανάμεσα στο σύμπλεγμα των βραχονησίδων Ίμια (οι οποίες
ανήκαν στην Ιταλία) και την νήσο Kato (σημερινό Cavus), που ανήκε στην
Τουρκία...
Δεκαπέντε χρόνια μετά (1947), με τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων,
η Ιταλία παραχώρησε στην Ελλάδα το σύμπλεγμα των Δωδεκανήσων μαζί με το
Καστελόριζο και τις βραχονησίδες Ίμια.
Εκ των υστέρων, βέβαια, η Τουρκία άρχισε να αναθεωρεί τα πάντα,
σε βαθμό που να μην αποκλείει κανείς ότι είναι ικανή -- με τις απανωτές
ανακλήσεις των υπογραφών της -- να φτάσει μέχρι το... 1821, προκειμένου να
επανακτήσει τα όρια της εποχής εκείνης.
Να γίνει τοπική υπερδύναμη με την Ελλάδα στο άρμα της και την
αίγλη του παλιού μεγαλείου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με σύγχρονο πρόσωπο.
Πρόσωπο που να ''παντρεύει΄την κεμαλική αναγέννηση με τις Ερντογανικές
ονειρώξεις για το εθνικό όραμα της ''Γαλάζιας πατρίδας'' και την αναβίωση του
χαλιφάτου του Ισλάμ.
''Γαλάζια πατρίδα'', όμως, σημαίνει μισό Αιγαίο τουλάχιστον με τα
Δωδεκάνησα στην πρώτη σειρά διεκδίκησης μαζί με τα νησιά του Βορείου Αιγαίου
(Λήμνο, Λέσβο κλπ), που τα διεκδικεί αναθεωρητικά, ενώ ξέρει ότι η Συνθήκη της
Λωζάνης που τα έδωσε στην Ελλάδα -- όπως και όλες οι Συνθήκες που καθορίζουν
τα σύνορα -- δεν λήγει για να αντικατασταθεί.
Πέραν αυτού, είναι απολύτως σαφής η εν λόγω Συνθήκη όταν λέει ότι
παραχωρούνται στην Ελλάδα τα νησιά του Βορείου Αιγαίου μαζί με τις
παρακείμενες νησίδες και, για να μη δώσει κανένα δικαίωμα στην Τουρκία να τα
αμφισβητήσει, περιορίζει την κυριαρχία της στις νησίδες εντός της ζώνης τριών
μιλίων από τις μικρασιατικές ακτές (Ίμβρος, Τένεδος).
Άρα ό,τι απέχει πέραν της απόστασης αυτής, ρητά δεν ανήκει στην
Τουρκία. Δεν της ανήκουν, συνεπώς (και να πάψει να τα διεκδικεί λυσσωδώς με
βάση τη... θεωρία της ''περί εγγυτέρων νήσων'') το σύμπλεγμα των Μοσχονησίων
[κόλπος Αδραμυττίου απέναντι από της Λέσβο], που περιλαμβάνει τα
νησάκια: Δασκαλειό ή Κοκκινονήσι, Γιαλονήσι, Πύργος, Αδιάβατος, Ουλιά, Λιος,
Καλαμόπουλο, Κάλαμος).
Ούτε της ανήκουν πέντε ανώνυμοι βράχοι κάπου εκεί, καθώς και
άλλοι τρεις ανώνυμοι -- πέραν των τριών μιλίων όλοι -- ανάμεσα στις Οινούσσες
της Χίου και στη χερσόνησο της Ερυθραίας.
Αυτά, για να τελειώνουμε μια και καλή με τις παράνομες
διεκδικήσεις της γείτονος επί των εδαφών μας. Να τελειώνουμε και με τους
αλλοδαπούς και ημεδαπούς τουρκολάγνους ''φίλους'' και ''συμμάχους'' του ΝΑΤΟ,
που μας σπρώχνουν μονίμως σε υποχωρήσεις σε βάρος των εθνικών συμφερόντων μας
και σε ατέρμονες συνομιλίες με τον διεκδικητή των εδαφών μας μέχρι να
γονατίσουμε...
Ερμηνευτικά
*Πολιτικοστρατιωτικές οργανώσεις πέραν του ΝΑΤΟ: ΔΕΕ: Δυτικοευρωπαϊκή
Ένωση, και ΟΑΣΕ: Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη
Κρινιώ Καλογερίδου