Αγωνιστές του Πολυτεχνείου χθες, ''χρυσοθήρες'' της δημοκρατίας σήμερα...



''Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλο λόγο μην πεις'', λέει ο λαός μας, με την έννοια ότι πρέπει να είμαστε φειδωλοί στις κρίσεις και τις εκτιμήσεις μας και, συνακόλουθα, μετρημένοι σε εκφράσεις οξύτητας βάναυσα προσβλητικές για τους αντιπάλους μας,  γιατί δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει το μέλλον...


   Αυτήν, προφανώς, την παροιμιώδη θυμοσοφία του λαού μας αγνόησαν εσκεμμένα κάποιοι ''προοδευτικοί'' της πολιτικής και της δημοσιογραφίας, οι οποίοι -- με παράσημα την αγωνιστική παρουσία τους στο Πολυτεχνείο τα χρόνια της Χούντας -- ανέδειξαν μεταπολιτευτικά την Αριστερά (''των ιδεολογικών αγώνων υπέρ των λαϊκών συμφερόντων'' και λοιπών μεγαλοστομιών) σε θερμοκήπιο εξουσίας και πηγή κερδοφορίας, με αποτέλεσμα να μετατρέψουν ένα σύμβολο σε μνημείο ιδεολογικής παρακμής.  

 Μνημείο ιδεολογικής παρακμής που έχει περιορίσει σημαντικά την απήχηση της εξέγερσης των φοιτητών του Πολυτεχνείου στις 17 Νοεμβρίου του 1973. Μιας εξέγερσης μαζικής και διακομματικής, που ταρακούνησε το δικτατορικό καθεστώς προκαλώντας την εσωτερική του διάσπαση, χωρίς όμως να το γκρεμίσει (σ.σ: τη Χούντα του Παπαδόπουλου διαδέχθηκε αυτή του Ιωαννίδη).

   Το στρατιωτικό καθεστώς της 21ης Απριλίου του '67 δεν το γκρέμισε, δηλαδή, η εξέγερση των 4.000 φοιτητών οι οποίοι κατέλαβαν στις 21 Φεβρουαρίου του'73 την Νομική Σχολή Αθηνών και καλούσαν με πανό και συνθήματα τους πολίτες της Αθήνας να αγωνιστούν στο πλευρό τους για την ελευθερία και τη δημοκρατία.

   Δεν το γκρέμισε ούτε η κατάληψη του Πολυτεχνείου από φοιτητές και λοιπούς αντικαθεστωτικούς. Κατάληψη η οποία καταγράφηκε στο θυμικό του ελληνικού λαού ως ηρωική πράξη αντίστασης στη δικτατορία την 14η με 17η Νοεμβρίου του '73.

   Το στρατιωτικό καθεστώς το γκρέμισε η τραγωδία της Κύπρου το Καλοκαίρι του '74, για την οποία θεωρήθηκαν υπεύθυνες οι ηγεσίες τόσο της απριλιανής (πραξικόπημα Γ. Παπαδόπουλου, 21η Απριλίου 1967) όσο και της νοεμβριανής Χούντας (πραξικόπημα Δ. Ιωαννίδη, 25 Νοεμβρίου του '73), σύμφωνα με την ετυμηγορία του πενταμελούς Εφετείου Αθηνών το καλοκαίρι του 1975.

 Αυτό βέβαια δεν θέλουν ούτε να το ακούσουν οι ''προοδευτικοί'' επικαρπωτές του, που βαυκαλίζονται ότι έριξαν τη Χούντα των Συνταγματαρχών και θεωρούν εαυτούς αθλοφόρους εκπροσώπους των νεκρών της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, οι οποίοι παρεμπιπτόντως δεν έχουν προσδιοριστεί ακόμα αριθμητικά επακριβώς.

   Αθλοφόρους και ως γενιά που ήταν στη μόδα για χρόνια, μέχρι την αποκαθήλωσή της στα χρόνια της Κυβερνώσας Αριστεράς, η οποία με τα έργα και τις ημέρες της απομυθοποίησε τους εν ζωή επώνυμους πρωταγωνιστές του Πολυτεχνείου και εξευτέλισε την μνήμη των πραγματικών θυμάτων δίνοντας δίκαιο στους αμφισβητίες και αναθεωρητές της ιστορίας του.

   Αποκαθήλωση που την προκάλεσαν οι ίδιοι οι επαναστάτες του χθες και συμβιβασμένοι του σήμερα, πετυχαίνοντας να μετατραπούν από εμβληματικές προσωπικότητες σε φίλαυτες, καρεκλοκένταυρες, εμφορούμενες από έπαρση και φιλαργυρία στα όρια της ψυχογενούς βουλιμίας...

  Με δεδομένα αυτά, το λειτούργημα του πολιτικού και του δημοσιογράφου μετατράπηκε σε κερδοφόρο επάγγελμα για πολλούς, σε εμπορική επιχείρηση -- η οποία  με βατήρα το Πολυτεχνείο -- άνοιξε διάπλατα το δρόμο για την επαγγελματική τους ανέλιξη, με αποτέλεσμα να είναι σήμερα φορτωμένοι με πλούτο και εξουσία και να τροχοδρομούν στις ράγες του πολιτικού χαμαιλεοντισμού, της διαπλοκής και της ουδετεροπατρίας.

   Στις ράγες της πολιτικής των δύο μέτρων και δύο σταθμών, με κύριο ζητούμενο τα καλά και συμφέροντα της τυχοδιωκτικής τους ευημερίας. Την ανάληψη ρόλων κομβικής σημασίας εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων προς ίδιον όφελος, που στέλνει στο πυρ το εξώτερο την ιδεολογία...

 Οι ''χρυσοθήρες'' της δημοκρατίας ευδοκιμούν διακομματικά, ως φαίνεται, και ας διαρρηγνύουν υποκριτικά τα ιμάτιά τους οι συντεταγμένοι  της Αριστεράς που γελοιοποιούν εξακολουθητικά το... ''ηθικό (της) πλεονέκτημα'' για το οποίο κόμπαζαν διαχρονικά.

   Αψευδής μάρτυρας γι' αυτό η ''τεθλασμένη'' ιδεολογική και επαγγελματική πορεία διακεκριμένων εκπροσώπων της πολιτικής και της δημοσιογραφίας, η οποία συνέβαλε στο να θεωρείται σήμερα από κάποιους ''παραμύθι της Αριστεράς'' το Πολυτεχνείο.

 Συνέβαλε στο άνοιγμα της κερκόπορτας των αντιδημοκρατικών αντανακλαστικών, ουσιαστικά. Σε αυτά, φυσικά -- από σεβασμό στα όνειρα των  φοιτητών που σημάδεψαν τη λαχτάρα τους για Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία στους τοίχους του  Πολυτεχνείου -- δεν συμπεριλαμβάνω τα εξόχως αποκαλυπτικά της συνέντευξης στον Παναγιώτη Λιάκο (''κυριακάτικη Δημοκρατία'') του συγκατηγορούμενου των Απριλιανών Μιχάλη Γουνελά και  του αριστερού φίλου του Κυριάκου Σταμέλου.

 Της κοινής συνέντευξης του εκδημήσαντα το 2017 ''εθνικιστή'' αξιωματικού (αποφοίτου της Νομικής Αθηνών υπίλαρχου) Μιχάλη Γουνελά -- ''ουλαμαγού του άρματος μάχης που γκρέμισε την πύλη και εισέβαλε στο προαύλιο του Πολυτεχνείου στις 17 Νοεμβρίου του 1973 -- και του μέλους της συντονιστικής επιτροπής των εξεγερμένων φοιτητών Κυριάκου Σταμέλου, ο οποίος απεβίωσε ένα χρόνο μετά τον θάνατο του φίλου του (2018).

  Αποκαλύψεις συνταρακτικές, δεδομένης της ομολογίας του τελευταίου ότι από κάποιο σημείο και ύστερα όλα ήταν προϊόν σκηνοθεσίας (''Κάποιοι από μας δεν θέλανε να ανοίξει η πόρτα, θέλαμε να επιτεθεί το τανκ, θέλαμε σύγκρουση. Η πύλη έπεσε κατόπιν συμφωνίας φοιτητών – Στρατού.[...] Δεν υπήρχαν ελεύθεροι σκοπευτές του Στρατού... Δεν υπήρχε νεκρός εντός του χώρου του Πολυτεχνείου'')...

 Παρά ταύτα, ακόμα και αν ισχύουν αυτά, το Πολυτεχνείο ζει και θα ζει μέσα μας σαν σύμβολο αγώνα για τη δημοκρατία, που στηρίζεται όμως σε αλήθειες και όχι σε ψέματα και μυθεύματα. Αλήθειες που βοηθούν να καταλάβουμε τη σύγχρονη ιστορία μας και, συνακόλουθα, την εξελικτική ταυτότητά μας.

 Γιατί αν ένας λαός, ένα έθνος, γαλουχείται με ψέματα και μυθεύματα, θα βλέπει στραβά την καθημερινή πραγματικότητα. Θα έχει στραβή εικόνα για το παρελθόν και στραβή για το μέλλον του. Ως εκ τούτου, η αλήθεια είναι αυτή που επιτάσσει να βλέπουμε το Πολυτεχνείο σαν σύμβολο αντίστασης σε κάθε μορφής δικτατορία.

 Την πρώτη, την πολιτική (αυτήν των περιφρονητών του πλήθους που επέβαλαν την ανελευθερία και τη στέρηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων στους Έλληνες), τη γνωρίσαμε στην επταετία 1967-'74, η οποία έληξε δραματικά με την τραγωδία της Κύπρου.

  Τη δεύτερη τη γνωρίζουμε μεταπολιτευτικά στα χρόνια της ''ψαλιδισμένης'' δημοκρατίας, κρυμμένη (σε επίπεδο πολιτικό και δημοσιογραφικό) πίσω από το φαιό της καταστολής, το κίτρινο της προπαγάνδας, την υποτίμηση του πατριωτισμού (σ.σ: εσκεμμένη η ταύτισή του όχι με τον υγιή, αλλά με τον φασιστικό εθνικισμό) και την λογοκρισία των  Μέσων.

   Μια λογοκρισία άλλοτε υφέρπουσα και άλλοτε θρασεία και αυθάδης, που την καλύπτει η αντιδικτατορική προϊστορία  του ''ηρωικού'' παρελθόντος και η επαγγελματική ανέλιξη των ιδιοκτητών τους. Επαγγελματική ανέλιξη την οποία θαμπώνει και παραμορφώνει η ροπή τους προς την φίμωση της ελεύθερης έκφρασης την οποία εφαρμόζουν ως εκπρόσωποι της δημοσιογραφικής ελίτ πλέον, με στόχο τον πειθαναγκασμό των ''ατίθασων'' στον κομματικό προσανατολισμό του Μέσου όπου ηγούνται.  

  Θλιβερή ιστορία εκφυλισμού του ελληνικού Τύπου, που πάει κόντρα στις αξίες για τις οποίες αγωνίστηκαν οι εξεγερμένοι του Πολυτεχνείου. Θλιβερή ιστορία γιατί κάποιοι εκπρόσωποί του άλλαξαν πίστα κοινωνική και πολιτικοϊδεολογική και έμφορτοι από αλλαζονεία επιχειρούν... ''προοδευτικά'', κόντρα στις αρχές της δημοκρατίας, να διαστρέψουν το συλλογικό ασυνείδητο των Ελλήνων.

   Το ίδιο θλιβερή είναι και η εξελικτική πορεία πολιτικών οι οποίοι -- στις ''πλάτες'' του Πολυτεχνείου -- μεγαλουργούν 49 χρόνια τώρα ως αριστεροί χρυσοθήρες σε καθεστώς δημοκρατικό. Ως αριστεροί... καπιταλιστές οι οποίοι καπηλεύτηκαν ένα σύμβολο, για να ανελιχθούν (διακομματικά και πανευρωπαϊκά) σε υψηλά αξιώματα αυγατίζοντας την κερδοφορία, τους πολλαπλούς ρόλους και τις ιδιότητές τους...

Κρινιώ Καλογερίδου