Το σχέδιο για Πολεμική Αεροπορία δύο ταχυτήτων



Το μεταρρυθμιστικό σχέδιο «Ατζέντα 2030» προβλέπει αντιμετώπιση καθημερινών απειλών και επεμβάσεις «σοκ και δέος»

Του Περικλή Ζορζοβίλη

Το μεταρρυθμιστικό σχέδιο «Ατζέντα 2030», το οποίο για την Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ) «προβλέπει ότι το 2030 θα διαθέτει 200 σύγχρονα αεροσκάφη 4.5 και 5ης γενεάς, με τη σταδιακή απόσυρση των αεροσκαφών 3ης και 4ης γενεάς», ανακοίνωσε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νικόλαος Δένδιας κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ).

Πρόκειται για φιλόδοξο σχέδιο που θα μετατρέψει την ΠΑ σε μία από τις ισχυρότερες στην Ευρώπη, όμως η εφαρμογή του προϋποθέτει τη συνδρομή πολλών παραγόντων.

Της ανακοίνωσης είχε προηγηθεί τηλεοπτική συνέντευξη του Δένδια, κατά την οποία αναφέρθηκε:

Στη σύνθεση του μελλοντικού στόλου μαχητικών. «Για όλα τα υπόλοιπα αεροπλάνα πρέπει να τα φτάσουμε τα F-16 σε επίπεδο Viper, πρέπει να ενισχύσουμε τον στόλο των Rafale, έχουμε 24 θα ήταν καλό να τα φτάσουμε σε 30 και βεβαίως να πάρουμε F-35, αλλά ποια F-35; Τα F-35 τέταρτης γενιάς, της υπό ανάπτυξη διαμόρφωσης Block 4».

Στην πολυτυπία («δεν γίνεται έτσι»), εξειδικεύοντας τις δράσεις για τη θεραπεία της: «Πρέπει να κάνουμε πολύ πιο βαθιά πράγματα. Καταρχάς πρέπει να ομογενοποιήσουμε τους τύπους των αεροσκαφών μας. Εχουμε “ένα κάρο” τύπους αεροπλάνων, έχουμε F-4, έχουμε Mirage 2000-5, έχουμε F-16 Block 30, έχουμε F-16 Block 50, έχουμε F16 Block 52, έχουμε F- 16 Viper, έχουμε Rafale».
Σε «μικρές καθυστερήσεις στο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των μαχητικών F-16 στη διαμόρφωση Viper. Όμως διαβεβαίωσε ότι «θα καλύψουμε τον χρόνο» και έθεσε ως στόχο «μέχρι το πολύ το 2027 να έχουμε φτιάξει έναν ικανό στόλο από αεροσκάφη F- 16 Viper».
Στην τύχη παλαιότερων μαχητικών, που είτε αποσυρθούν είτε θα πωληθούν. «Τα F-4 πρέπει να αποσυρθούν και, αν μπορέσουν, να πωληθούν. Τα Mirage 2000-5 είναι ένα εξαιρετικά ικανό αεροπλάνο, πρέπει να πωληθεί. Τα F-16 Block 30 πρέπει να πωληθούν» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Από τις δηλώσεις Δένδια προκύπτουν ως δεδομένα:

Ο εκσυγχρονισμός των 38 (από τα αρχικά 40) μαχητικών F-16C/-D Block 50, που εντάχθηκαν σε υπηρεσία τη διετία 1997-1998, στη διαμόρφωση Viper Block 70. Κατά συνέπεια ανατρέπεται η αρχική απόφαση για τον εκσυγχρονισμό τους με απάρτια (LRUs) από τα μαχητικά που αναβαθμίζονται στη διαμόρφωση Viper, έναντι 470.000.000 έως 490.000.000 ευρώ (κόστος περί τα 13.000.000 ευρώ ανά μαχητικό).

H προμήθεια τουλάχιστον έξι επιπλέον μαχητικών Rafale για τη συμπλήρωση κατ’ ελάχιστο του αριθμού των 30 μαχητικών του τύπου. Υπενθυμίζεται ότι με συνολικό κόστος 2.459.938.999,33 ευρώ (αποπληρωμή την περίοδο 2021-2525) υλοποιήθηκε η προμήθεια 18 μαχητικών Rafale F3R (12 μεταχειρισμένων από τα αποθέματα της γαλλικής Αεροπορικής και Διαστημικής Δύναμης και έξι νέας κατασκευής), η Εν-Συνεχεία-Υποστήριξή (ΕΣΥ) τους για διάστημα τεσσάρων ετών από την παραλαβή του πρώτου μαχητικού και η αγορά οπλισμού (συμπεριλαμβανομένων και κατευθυνόμενων βλημάτων αέρος αέρος Meteor). Η συμπληρωματική προμήθεια έξι νέας κατασκευής μαχητικών Rafale F3R, η επέκταση της ΕΣΥ στο σύνολο των 24 μαχητικών όσον αφορά τα δομικά μέρη, ηλεκτρονικό εξοπλισμό και κινητήρες έως το 2027 και η συμπληρωματική προμήθεια όπλων (48 κατευθυνόμενα βλήματα αέρος αέρος MICA) είχε κόστος 1.092.300.000 ευρώ (αποπληρωμή την περίοδο 2022-2028). Δηλαδή το συνολικό κόστος για την προμήθεια των 24 Rafale F3R (12 μεταχειρισμένα και 12 νέας κατασκευής), της ΕΣΥ και των όπλων ανήλθε σε 3.552.238.999,33 ευρώ.

Η προμήθεια του μαχητικού πέμπτης γενεάς, συμβατικής απο-προσγείωσης F-35A Lightning II της διαμόρφωσης Block 4, που η παρούσα κυβέρνηση διαχειρίζεται ως πρόγραμμα πολύ υψηλού συμβολισμού που αντικατοπτρίζει το βάθος της ελληνοαμερικανικής στρατηγικής σχέσης. Με βάση τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις φαίνεται ότι στην αρχική φάση θα υλοποιηθεί η προμήθεια 20 μαχητικών, με δικαίωμα προαίρεσης επιπλέον 20 σε ύστερο χρόνο. Υπενθυμίζεται ότι την Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024 ανακοινώθηκε η έγκριση από το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ της πιθανής στρατιωτικής πώλησης εξωτερικού (FMS: Foreign Military Sales) στην Ελλάδα έως 40 μαχητικών κρούσης (JSF: Joint Strike Fighter) F-35A Lightning II, χωρίς όμως να περιλαμβάνονται όπλα, με εκτιμώμενο κόστος 8,6 δισ. δολάρια ΗΠΑ (7,93 δισ. ευρώ με την τρέχουσα ισοτιμία).

Στη βάση όλων των ανωτέρω μπορεί με βεβαιότητα να υποτεθεί ότι στα κατά τη δήλωση Δένδια «200 σύγχρονα αεροσκάφη 4,5 και 5ης γενεάς» περιλαμβάνονται τα 82 πλέον μετά την πρόσφατη απώλεια F-16C/-D Block 52+ /-Block 52+ Advanced που υπόκεινται σε εκσυγχρονισμό στη διαμόρφωση Viper, τα 38 F-16C/-D Block 50 που θα εκσυγχρονιστούν στην ίδια διαμόρφωση και τα 24 Rafale F3R για τα οποία έχουν ήδη ανατεθεί οι προαναφερθείσες συμβάσεις, δηλαδή σύνολο 144 μαχητικά.

Κατά συνέπεια, μπορεί με κάποιο βαθμό βεβαιότητας να υποτεθεί ότι το έλλειμμα των 56 μαχητικών θα καλυφθεί από τα 20 με δικαίωμα προαίρεσης επιπλέον 20 F-35A Lightning II και την προμήθεια από τουλάχιστον έξι, κατά δήλωση Δένδια, έως 16 μαχητικών Rafale νέας κατασκευής ή μεταχειρισμένων.

Η μελλοντική σύνθεση και η οροφή του στόλου των μαχητικών της ΠΑ καθορίζεται από την απειλή και τους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους που μπορούν να διατεθούν. Λόγω της τουρκικής απειλής, η ΠΑ είναι υποχρεωμένη 24 ώρες το 24ωρο, επτά ημέρες την εβδομάδα, 365 ημέρες τον χρόνο να διατηρεί σε ετοιμότητα για την ανάληψη αποστολής σημαντικό ποσοστό του στόλου των μαχητικών, συμπεριλαμβανομένων και των μαχητικών επιφυλακής (QRA) που αναγνωρίζουν και αναχαιτίζουν τους Τούρκους εισβολείς. Δηλαδή η ΠΑ, σε αντίθεση με τις αεροπορίες των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σε καθημερινή βάση οφείλει να διαθέτει μία αεροπορία «καθημερινότητας» για την εκτέλεση συγκεκριμένων αποστολών.

Επειδή λοιπόν η χρήση των Rafale F3R, των F-16 Viper και αργότερα των F-35A Lightning είναι οικονομικά (αυξημένο κόστος ώρας πτήσης) και επιχειρησιακά ασύμφορη, την ανάγκη μπορούν να καλύψουν με το μικρότερο δυνατό κόστος τα 32 F-16 Block 32 και τα 38 F-16 Block 50, μέσω στοχευμένου και μικρότερου κόστους από τον σχεδιαζόμενο εκσυγχρονισμού, που δεν περιλαμβάνει την εγκατάσταση ραντάρ AESA. Μέσω του εκσυγχρονισμού θα μεγιστοποιηθεί η ομοιοτυπία μεταξύ των δύο εκδόσεων, θα αντιμετωπιστούν τα προβλήματα απαρχαίωσης υποσυστημάτων και εξαρτημάτων, και τα 70 μαχητικά μέσω της εγκατάστασης σύγχρονων επικοινωνιακών συστημάτων και ζεύξης δεδομένων Link 16 θα επιτύχουν πλήρη διαλειτουργικότητα και δυνατότητα (όμοια με αυτή των Viper) μεταφοράς και άφεσης όλων των σύγχρονων «έξυπνων» όπλων και αισθητήρων.

Τριπλή αποστολή
Η «αεροπορία καθημερινότητας» θα έχει τριπλή αποστολή: στην ειρήνη την αντιμετώπιση της καθημερινής τουρκικής απειλής και την προετοιμασία των ιπτάμενων για την αεροπορία «σοκ και δέος», ενώ στον πόλεμο θα την συνεπικουρεί. Παράλληλα θα υφίσταται η αεροπορία «σοκ και δέος» με τα Rafale F3R, F-16 Viper, Mirage 2000-5 Mk. 2 και αργότερα τα F-35A Lightning, πλήρως εξοπλισμένα με όλα τα είδη όπλων που μπορούν να φέρουν και η οποία θα προετοιμάζεται και εκπαιδεύεται για να επιφέρει καταστρεπτικά πλήγματα στα στρατηγικά κέντρα βάρους του εχθρού.

Η ανωτέρω αρχιτεκτονική θα εξοικονομήσει οικονομικούς πόρους, που είναι πολύ πιο αποδοτικό να διατεθούν στην προμήθεια όπλων για τα ελληνικά μαχητικά, ώστε να αυξηθεί η δυνατότητα προβολής ισχύος ή έστω στην κάλυψη άλλων πιεστικών αναγκών των Ενόπλων Δυνάμεων. Επίσης εκμεταλλεύεται στο έπακρο τα όρια ζωής των διαθέσιμων πλατφορμών, ενώ, έναντι λελογισμένου κόστους, αυξάνει τις επιχειρησιακές τους επιδόσεις και τη δυνατότητα προβολής ισχύος (μέσω της ενίσχυσης του οπλοστασίου τους) και κυρίως παρέχει άνεση χρόνου, ώστε να ωριμάσουν οι σχετικές τεχνολογίες και να αξιολογηθεί η χρήση μη επανδρωμένων παραστατών («loyal wingman») που με ποικίλους βαθμούς αυτονομίας θα συνεπιχειρούν με τα επανδρωμένα μαχητικά σε ειρήνη και πόλεμο. Καθώς οι πόροι δεν είναι απεριόριστοι, είναι αποδοτικότερο να χρησιμοποιηθούν για τη μετάβαση στη νέα τεχνολογική και επιχειρησιακή πραγματικότητα.


«Αγκάθι» για τα εξοπλιστικά το ασφυκτικό οικονομικό πλαίσιο
Σύμφωνα με πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας», οι διαθέσιμες οροφές για χρηματοδότηση νέων εξοπλιστικών προγραμμάτων στον τακτικό προϋπολογισμό του υπουργείου Εθνικής Αμυνας για την περίοδο 2024-2035 έχουν καθοριστεί ως εξής:

Για το έτος 2024, 219.000.000 ευρώ
Για το έτος 2025, 120.000.000 ευρώ
Για το έτος 2026, 600.000.000 ευρώ
Για το έτος 2027, 960.000.000 ευρώ
Για το έτος 2028, 1,18 δισ. ευρώ
Για το έτος 2029, 1,38 δισ. ευρώ
Για το έτη από 2030 έως και 2035, περί τα 1,42 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση.

Συνολικά για την περίοδο 2024-2035, με βάση τα σημερινά δεδομένα, για τη χρηματοδότηση νέων εξοπλιστικών προγραμμάτων διατίθεται περί τα 12,8 δισ. ευρώ. Την ίδια χρονική περίοδο για τις αποπληρωμές εξοπλιστικών προγραμμάτων που έχουν ήδη χρηματοδοτηθεί διατίθενται περί τα 6,6 δισ. ευρώ.

Προς το παρόν δεν είναι γνωστό αν στις ανωτέρω οροφές περιλαμβάνονται και οι αποπληρωμές της ύψους 1.105.000.000 ευρώ (άνευ κρατήσεων 4%) προμήθειας, μέσω διακρατικής σύμβασης (FMS) με τις ΗΠΑ, 35 ελικοπτέρων γενικής χρήσης UH-60M Black Hawk, που σύντομα θα εγκριθεί από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥΣΕΑ). Σημειώνεται ότι με βάση την εισήγηση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, η αποπληρωμή της θα γίνει σε επτά έτη με τις ακόλουθες καταβολές: 320.000.000 ευρώ για το πρώτο έτος της χρηματοδότησης, 210.000.000 ευρώ για το δεύτερο, 170.000.000 ευρώ για το τρίτο, 175.000.000 ευρώ για το τέταρτο, 115.000.000 ευρώ για το πέμπτο, 81.000.000 ευρώ για το έκτο και 78.200.000 ευρώ για το έβδομο. Στην περίπτωση που η ενεργοποίηση της σύμβασης γίνει εντός του 2024, επέρχονται πολύ ενδιαφέρουσες μεταβολές στις προαναφερθείσες οροφές (για παράδειγμα το 2024 και 2025 οι καταβολές είναι μεγαλύτερες των διαθέσιμων οροφών).

Τα προαναφερθέντα δεδομένα αποτελούν εκτίμηση, ιδιαίτερα από το έτος 2026 και μετά, καθώς, σύμφωνα με όσα έχουν ανακοινωθεί, το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2025-2028 θα οριστικοποιηθεί από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών τον επόμενο μήνα (Μάιος 2024). Με βάση την εγκύκλιο για την κατάρτιση του ΜΠΔΣ 2025-2028 που τον περασμένο μήνα αναρτήθηκε στη «Διαύγεια», οι προβλέψεις για τα ανώτατα όρια δαπανών για εξοπλιστικά προγράμματα σε ταμειακή και δεδουλευμένη βάση, σύμφωνα με τη μεθοδολογία του ESA για τα έτη 2024-2028, ανέρχονται σε: 2,57 δισ. ευρώ για το 2024, 1,795 δι.σ ευρώ για το 2025 και 1,53 δισ. ευρώ ετησίως για τα έτη 2026, 2027 και 2028. Σε αντίθεση λοιπόν με τις οροφές για τις «παροχές σε εργαζομένους», οι οποίες για το ίδιο χρονικό διάστημα παρουσιάζουν σταθερή αύξηση από 2.836.066.000 ευρώ το 2024 σε 2.991.325.000 το 2028 (ποσοστό περίπου 5%), οι οροφές για τα εξοπλιστικά, εφόσον δεν μεταβληθούν με την οριστικοποίηση του ΜΠΔΣ 2025-2028, παρουσιάζουν σημαντική μείωση (έως περίπου 40%).

Τα ανωτέρω στοιχεία σε συνδυασμό με τις αυξημένες δαπάνες που απαιτούνται, παραδείγματος χάριν για την ανανέωση του Στόλου ή την υλοποίηση μειζόνων προγραμμάτων του Στρατού ή την ικανοποίηση διακλαδικών απαιτήσεων (όπως η αντιαεροπορική και αντιπυραυλική άμυνα, οι επικοινωνίες, ο ηλεκτρονικός πόλεμος), επιβάλλουν τη μελέτη και την προετοιμασία υλοποίησης εναλλακτικών λύσεων. Αρνητικές επιδράσεις μπορεί να έχουν και τυχόν καθυστερήσεις στην ανάπτυξη ή και την παραγωγή, όπως π.χ. συμβαίνει με την επικύρωση του λογισμικού της έκδοσης Block 4 του F-35 ή τη σχεδίαση της φρεγάτας τύπου Constellation, την ελληνική συμμετοχή στο πρόγραμμα της οποίας έχει ανακοινώσει ο Δένδιας. Πρόσφατα έγιναν γνωστές εκτιμήσεις του Ναυτικού των ΗΠΑ περί ενδεχόμενης καθυστέρησης έως και τριών ετών στην ολοκλήρωση της πρώτης φρεγάτας του τύπου.

Στον αέρα η πώληση 108 παλιών μαχητικών που είναι για απόσυρση!
Στην περίπτωση που στην επίτευξη του στόχου που εξαγγέλθηκε από τον υπουργό Εθνικής Αμυνας περιλαμβάνεται και το αντίτιμο της πώλησης των 108 μαχητικών που θα αποσυρθούν (32 F-16C/-D Block 30, 24 Mirage 2000-5 Mk. 2 και 33 F-4E PI2000), χρήσιμο είναι το παράδειγμα των Mirage 2000EGM/-BGM που υποτίθεται ότι μετά την αντικατάστασή τους από τα Rafale F3R θα τα αγόραζε η Dassault Aviation. Μάλιστα τον Ιούλιο του 2022 είχε ζητηθεί η θετική γνωμοδότηση της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής για την εκποίηση των μαχητικών και του συναφούς και περιφερειακού εξοπλισμού (ανταλλακτικά, εξομοιωτές, συσκευές και υλικά), με εκτιμώμενα έσοδα 117.000.000 ευρώ. Η πώληση ουδέποτε υλοποιήθηκε και η κατάσταση των μαχητικών που βρίσκονται σε υπαίθρια αποθήκευση συνεχώς φθίνει.

Σε κάθε περίπτωση, οι εκτιμήσεις που διακινούνται για έσοδα της τάξης των 2 έως 2,5 δισ. ευρώ από την πώληση των 108 μαχητικών είναι μάλλον ευσεβείς πόθοι. Ιδιαίτερα δε σε ό,τι αφορά τα F-4E οι πιθανότητες μεταπώλησης είναι σχεδόν μηδενικές.

Εντελώς διαφορετική περίπτωση αποτελούν τα 32 F-16C/-D Block 30, για τα οποία θεωρείται σχεδόν βέβαιη η μεταβίβασή τους στην Ουκρανία. Υπενθυμίζεται ότι στη διάρκεια της υπηρεσίας τους τα μαχητικά του τύπου έχουν υποστεί δύο δομικές αναβαθμίσεις και σήμερα κατά μέσο όρο έχουν αναλώσει περί το 60% του ορίου δομικής ζωής.

Αντίθετα, στην περίπτωση των 24 Mirage 2000-5 Mk. 2, εκ των οποίων 14 είναι νέας κατασκευής (το 15ο καταστράφηκε σε ατύχημα) και τα υπόλοιπα αναβάθμιση παλαιότερων Mirage 2000EGM/-BGM, δεν μπορεί να εκτιμηθεί με τον ίδιο βαθμό βεβαιότητας ο τελικός προορισμός τους. Λογικά υφίστανται ως πιθανότητες η μεταβίβασή τους στην Ουκρανία ή η πώλησή τους στην Ινδία, πάντα βέβαια με την έγκριση της Γαλλίας.

Τα μαχητικά έχουν «υποφέρει» πολύ κατά τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας των Μνημονίων, λόγω ελλιπούς υποστήριξης και συντήρησής τους, αλλά η διαθεσιμότητά τους βρίσκεται σε πορεία αποκατάστασης. Σήμερα υπάρχουν μαχητικά του τύπου νέας κατασκευής ή προερχόμενα από αναβάθμιση με μόλις 1.500 ώρες πτήσης, δηλαδή με σημαντικό υπόλοιπο δομικού βίου. Επιπρόσθετα, τα Mirage 2000-5 Mk. 2 μαζί με τα Rafale F3R είναι οι μοναδικοί δύο πλήρως επιχειρησιακοί τύποι μαχητικών της ΠΑ, σύμφωνα με τα συμμαχικά πρότυπα, καθώς διαθέτουν πλήρως λειτουργικό, υψηλών επιδόσεων ολοκληρωμένο σύστημα αυτοπροστασίας.

ΠΗΓΗ: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ»