Η Τουρκία εκπαιδεύει και συμβουλεύει τις ένοπλες δυνάμεις της [τζιχαντιστικής] Συρίας, ενώ παράλληλα συμβάλλει στην ενίσχυση της αμυντικής τους ικανότητας, χωρίς να υπάρχουν άμεσα σχέδια για την αποχώρηση ή τη μετεγκατάσταση των τουρκικών στρατευμάτων που βρίσκονται στη χώρα, δήλωσε ο Τούρκος υπουργός Άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ στο πρακτορείο Reuters.
Η Τουρκία έχει αναδειχθεί σε βασικό ξένο σύμμαχο της νέας συριακής κυβέρνησης, μετά την ανατροπή του πρώην προέδρου Μπασάρ αλ-Άσαντ τον Δεκέμβριο από τους τζιχαντιστές, ορισμένοι εκ των οποίων υποστηρίζονταν επί χρόνια από την Άγκυρα, τερματίζοντας την πεντηκονταετή κυριαρχία της οικογένειάς του.
Σύμφωνα με πρόσθετες πληροφορίες από το αγγλόφωνο και αραβόφωνο διαδίκτυο, η Τουρκία έχει αναλάβει ενεργό ρόλο στη Συρία, όχι μόνο μέσω της στρατιωτικής εκπαίδευσης αλλά και με τη δέσμευση να βοηθήσει στην ανοικοδόμηση της γειτονικής χώρας και την επιστροφή εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων.
Η αυξημένη επιρροή της Τουρκίας στη Δαμασκό έχει προκαλέσει ανησυχίες στο Ισραήλ, καθώς οι πρόσφατες ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές στη νότια Συρία υποδεικνύουν τον κίνδυνο έντασης μεταξύ των δύο περιφερειακών δυνάμεων.
Παράλληλα, η Τουρκία και το Ισραήλ διεξάγουν συνομιλίες αποτροπής συγκρούσεων για την αποφυγή στρατιωτικών ατυχημάτων, με τον Γκιουλέρ να τονίζει ότι αυτές οι συνομιλίες δεν αποτελούν προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων.
Επιπλέον, ο Τούρκος υπουργός υπογράμμισε ότι η παρουσία των περισσότερων από 20.000 Τούρκων στρατιωτών στη βόρεια Συρία, όπου η Τουρκία ελέγχει εκτεταμένες περιοχές μετά από διαδοχικές διασυνοριακές επιχειρήσεις, δεν θα επανεξεταστεί μέχρι η Συρία να επιτύχει ειρήνη και σταθερότητα, να εξαλειφθεί η απειλή της τρομοκρατίας, να διασφαλιστεί η ασφάλεια των τουρκικών συνόρων και να ολοκληρωθεί η αξιοπρεπής επιστροφή των προσφύγων.
Η Τουρκία κατηγορεί το Ισραήλ ότι υπονομεύει την ειρήνη και την ανοικοδόμηση της Συρίας με τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις, ενώ παράλληλα έχει εκφράσει έντονη κριτική για τις επιθέσεις του Ισραήλ στη Γάζα από τα τέλη του 2023.
Η στρατηγική της Τουρκίας στη Συρία επικεντρώνεται στην εξάλειψη της κουρδικής πολιτοφυλακής YPG/SDF, της ίδιας δύναμης που πολέμησε το Ισλαμικό Κράτος και είναι σύμμαχος των ΗΠΑ, την οποία η τζιχαντιστική Άγκυρα αποκαλεί με θράσος τρομοκρατική οργάνωση.
Αυτή η πολιτική αντικατοπτρίζει τη μακροχρόνια εμπλοκή της Τουρκίας στον συριακό εμφύλιο, που ξεκίνησε με διπλωματικές πρωτοβουλίες το 2011 και κλιμακώθηκε σε στρατιωτικές επεμβάσεις από το 2016 και μετά.
Η παρουσία 20.000 Τούρκων στρατιωτών στη βόρεια Συρία, όπως αναφέρθηκε από τον υπουργό Άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ, και η μακροχρόνια στρατιωτική κατοχή της βόρειας Κύπρου από την Τουρκία μοιράζονται κοινά χαρακτηριστικά που αντικατοπτρίζουν τη στρατηγική της Άγκυρας για περιφερειακή επιρροή και ανασύσταση του οθωμανικού κράτους σύμφωνα με τον Τουρκικό Όρκο του Έθνους.
Και στις δύο περιπτώσεις, η Τουρκία δικαιολογεί την παρουσία της με την επίκληση εθνικών συμφερόντων και ζητημάτων ασφάλειας, ενώ στην πράξη εδραιώνει τον έλεγχο σε εδάφη γειτονικών χωρών.
Στη Συρία, η Τουρκία επικαλείται την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την ασφάλεια των συνόρων της, ενώ στην Κύπρο, από την εισβολή του 1974, διατηρεί περίπου 35.000-40.000 στρατιώτες, επικαλούμενη την προστασία της τουρκοκυπριακής κοινότητας και τη διασφάλιση της σταθερότητας.
Και στις δύο περιπτώσεις, η τουρκική στρατιωτική παρουσία συνοδεύεται από πολιτικές παρεμβάσεις, όπως η υποστήριξη φιλικών καθεστώτων ή οργανώσεων (τζιχαντιστές στη Συρία, τουρκοκυπριακή διοίκηση στην Κύπρο), καθώς και από προσπάθειες δημογραφικής και διοικητικής εδραίωσης.
Στη Συρία, η Τουρκία προωθεί την επιστροφή προσφύγων και την ανοικοδόμηση υπό την επιρροή της, ενώ στην Κύπρο έχει ενθαρρύνει τον εποικισμό και την οικονομική εξάρτηση των κατεχόμενων περιοχών από την Άγκυρα.
Αυτές οι τακτικές υποδεικνύουν μια ευρύτερη πολιτική ελέγχου στρατηγικών περιοχών, που κάνει σαφείς τις προθέσεις της Τουρκίας και τις επιπτώσεις στην περιφερειακή σταθερότητα, όπως φαίνεται και από τις εντάσεις με το Ισραήλ στη Συρία ή τις συνεχιζόμενες διπλωματικές διαμάχες για το Κυπριακό, τις προκλήσεις στο Αιγαίο Πέλαγος και στο Νότιο Κρητικό Πέλαγος (Λιβυκό).